Όταν το φθινόπωρο του 2015, μετά την δεύτερη διαδοχική ήττα της ΝΔ στις εθνικές εκλογές μέσα σε επτά μήνες, ο προσωρινός πρόεδρος του κόμματος Γ.Πλακιωτάκης «προκήρυξε» την έναρξη των εσωκομματικών διαδικασιών για την ανάδειξη νέας ηγεσίας, τα ονόματα των υποψηφίων που κυκλοφορούσαν στα δημοσιογραφικά γραφεία τις πρώτες ημέρες μετά τις εκλογές ήταν πολλά, αλλά όχι αυτό το Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η αδελφή του Ντόρα Μπακογιάννη, ναι, ακουγόταν ως υποψήφια. Παρά το γεγονός ότι είχε ηττηθεί από τον Α.Σαμαρά στις εσωκομματικές εκλογές του 2009 με εντυπωσιακό τρόπο (σε μία επιστροφή του πρώην ΥΠΕΞ, 16 χρόνια μετά την αποχώρησή του από τη ΝΔ, το 1993 που ουσιαστικά έριξε από την εξουσία το κόμμα και τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη).
Όταν ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις 22 Σεπτεμβρίου 2015 ότι θα ήταν υποψήφιος για την προεδρία της ΝΔ, κανείς, μα κανείς, δεν ποντάριζε σε αυτόν.
Όχι μόνο ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης, αλλά και ο Απόστολος Τζιτζικώστας, έμοιαζαν πολύ ισχυρότεροι στην κομματική βάση. Για τον Αδωνι Γεωργιάδη, ούτε λόγος.
Στην πρώτη απόπειρα των εκλογών στη ΝΔ, στις 22 Νοεμβρίου 2015, λίγο πριν την κατάρρευση του συστήματος της Vodafone (η “Singular”, ας πούμε των νυν εκλογών), ο Κυριάκος Μητσοτάκης, βάσει των μέχρι εκείνη την στιγμή ψήφων, όπως μαρτυρούν μέλη της εκλογικής επιτροπής που έβλεπαν την ενσωμάτωση των αποτελεσμάτων, ήταν εκεί που τον έδιναν τα αρχικά προγνωστικά: Στην 3η θέση. Πρώτος ήταν ο Ε.Μεϊμαράκης με απόλυτη πλειοψηφία.
Οι εκλογές ακυρώθηκαν λόγω της κατάρρευσης του συστήματος της Vodafone και επαναπροκηρύχθηκαν για τις 20 Δεκεμβρίου 2015: Ο Κ.Μητσοτάκης, έδειχνε σαφώς να βελτιώνει την επιδοσή του: Δεύτερος με 27,5% και άρα πήγαινε για τον δεύτερο γύρο με τον Ε.Μεϊμαράκη που είχε λάβει σχεδόν 40%.
Ποιος θα πόνταρε και πάλι σε νίκη του Κ.Μητσοτάκη, με τέτοια διαφορά; Ελάχιστοι!
Κι όμως ο ίδιος και η ομάδα του κατάφερε αυτό που δεν κατάφερε ο πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας: «Τα βρήκε» με Α.Γεωργιάδη που έπαιζε το «αντικαραμανλικό χαρτί» των «σκληρών» δεξιών που είχαν απομείνει στη ΝΔ, αλλά κυρίως πήρε τους περισσότερους «καραμανλογενείς» του Α.Τζιτζικώστα!
Και με περίπου 52,5% εκλέχθηκε πρόεδρος του κόμματος στις 10 Ιανουαρίου 2016!
Από τότε, ο Κ.Μητσοτάκης, καταγάγει μόνο νίκες σε ένα σερί εκλογικών επιτυχιών που πλέον συγκρίνεται μόνο με αυτό του Κωνσταντίνου Καραμανλή-ίσως και ακόμα πιο βελτιωμένο: Ο Κ.Καραμανλής ποτέ δεν κατάφερε να κερδίσει αυτοδιοικητικές εκλογές. Η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, αντίθετα, «σάρωσε» στις αυτοδιοικητικές εκλογές το 2019.
Μέσα σε 40 ημέρες την ίδια χρονιά, κέρδισε τις εκλογές για την Ευρωβουλή τις αυτοδιοικητικές εκλογές και τις εθνικές εκλογές!
Στις εθνικές εκλογές του ου 2023 τον περασμένο Μάιο, τα πράγματα, όμως, ήταν τελείως διαφορετικά: Μια τετραετία στην οποία το μόνο που δεν συνέβη στην Ελλάδα ήταν πόλεμος πλήρους κλίμακας με την Τουρκία και… απόβαση εξωγήινων!
Αναφέρουμε χαρακτηριστικά: Εξέγερση νησιών Ανατολικού Αιγαίου για το λαθρομεταναστευτικό, τον Φεβρουάριο του 2020 και βίαιη καταστολή της, απόπειρα εισβολής παράνομων μεταναστών τον Μάρτιο στον Έβρο, επιβολή εθνικής καραντίνας, υποχρεωτικής μασκοφορίας και μόνιμου εγκλεισμού των πολιτών, πρακτικά για τα επόμενα δύο χρόνια, λόγω Covid-19, με διαλείμματα σκανδάλων, όπως του Λιγνάδη, φυσικών καταστροφών όπως οι πυρκαγιές και η διπλή κατάρρευση της κρατικής μηχανής στις κακοκαιρίας το 2021 και το 2022 (Αττική Οδός κλπ.), φιάσκο στα ελληνοτουρκικά με τους τρεις μήνες του Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα το 2020 κλπ.
Το τρομακτικό και αυταπόδεικτο σκάνδαλο κράτους και παρακράτους των υποκλοπών, το κύμα ακρίβειας το φθινόπωρο του 2022 και το χειμώνα του 2023 και το έγκλημα των Τεμπών ήταν απλά το κλείσιμο των δραματικών γεγονότων της τετραετίας Μητσοτάκη.
Επίσης ήρθε σε σύγκρουση με την λαϊκή βάση των δημοφιλέστερων ποδοσφαιρικών ομάδων βορείου (ΠΑΟΚ) και νοτίου (Ολυμπιακός) Ελλάδος, αλλά και με τον ηγέτη της δεύτερης. Με δημόσιες σφοδρές ανακοινώσεις όλα αυτά.
Γεγονότα που ήταν απλά η κατάληξη μιας σειράς γεγονότων που θα διέλυαν την οποιαδήποτε κυβέρνηση και θα την καταβαράθρωναν στις εκλογές, βάσει της πολιτικής εμπειρίας που είχε καταγραφεί μέχρι τότε.
Όχι όμως αυτή την κυβέρνηση, όπως αποδείχθηκε.
Γιατί;
Πρώτα και κύρια γιατί αποδείχθηκε περίτρανα ότι αυτό που αναφέρει ακόμα και σήμερα ο Κ.Μητσοτάκης, είναι απόλυτα αληθινό: Η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν η χειρότερη αντιπολίτευση της Μεταπολίτευσης.
Και ο Α.Τσίπρας αποδείχθηκε ότι έχει πληγεί καίρια από τον προδοσία των Σκοπίων το 2018 και μακροπρόθεσμα από την τραγική διαχείριση της κρίσης του 2015.
Όταν πληρώσαμε ως χώρα το ίδια ακριβώς αντίτιμο, ίσως και μεγαλύτερο, από το να βγαίναμε από την ευρωζώνη και να αποκτούσαμε τα επόμενα χρόνια ένα ανταγωνιστικό νόμισμα που κάποτε (σίγουρα πολύ συντομότερα από όσο προέβλεπε η εκχώρηση του δημόσιου πλούτου μέχρι το 2115) θα μας έβγαζε από την οικονομική καταστροφή.
Και ο Α.Τσίπρας φαίνεται ότι «έληξε» ως πολιτικό προϊόν.
Η πανδημία, ειδικά, και η ευθυγράμμισή του με την κυβέρνηση, ήταν ο «πολιτικός του τάφος», όσο και αν αρνούνται να το παραδεχθούν στον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Α.Τσίπρας έγινε σύστημα, αλλά οι πολίτες που θα τον ψήφιζαν δεν ήθελαν έναν «αντισυστημικό» που έγινε «συστημικός». Ήθελαν έναν πολεμιστή. Όχι έναν καλό διαχειριστή. Τέτοιος ήταν ο Κ.Μητσοτάκης και πολύ καλύτερος από τον Α.Τσίπρα
Πλέον υπάρχει, άλλωστε η οδυνηρή αποδοχή από τους πολίτες για το πολιτικό σύστημα ότι «Όλοι είναι ίδιοι» και «Η κατάσταση δεν σώζεται».
Ο Κ.Μητσοτάκης κυριάρχησε (και θα συνεχίσει να κυριαρχεί στις αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτωβρίου, εκτός δραματικού απροόπτου) για πολλούς λόγους:
- Ξέρει να απορροφά την πολιτική φθορά.
- Έχει τον έλεγχο των media, αλλά έχει και τον μηχανισμό για να αξιοποιεί τον έλεγχο των media
- Διαθέτει απίστευτο χρήμα και το διοχετεύει στο 95% των media.
- Είναι πολύ εργατικός: Μόνο ο Α.Σαμαράς ήταν αντίστοιχα εργατικός διαβεβαιώνουν πολιτικοί παρατηρητές.
- Eίναι εξαιρετικά μεθοδικός. Αν μπορούμε να κάνουμε κάποιες συγκρίσεις, η μεθοδικότητα και η εργατικότητα, κέρδισαν την πολιτική λάμψη: Οι Κ.Καραμανλής και Α.Τσίπρας, διέθεταν μόνο την δεύτερη, αλλά αυτό, ειδικά στη νέα εποχή δεν αρκεί.
- Επίσης ο Κ.Μητσοτάκης δείχνει ότι έχει μάθει από τα λάθη του πατέρα του: Το «επιτελικό κράτος» απέτρεψε τον πλουτισμό των εσωκομματικών του αντιπάλων, αφού όλες οι δαπάνες ελέγχονται από το Μαξίμου, ο οποίος πλουτισμός θα χρησίμευε στην εσωκομματική του αμφισβήτηση. Και όποιοι επιχειρηματίες «φλερτάριζαν» με δυνητικούς εσωκομματικούς του αντιπάλους (Ν.Δένδιας, Α.Γεωργιάδης, Ο.Κεφαλογιάννη κλπ), «λοκάρονταν» και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έπαιρναν τα κατάλληλα «μηνύματα».
Το ίδιο συνέβαινε και με τα εν δυνάμει αντίπαλα πολιτικά σχήματα, ειδικά του χώρου της Δεξιάς: Δεν αφέθηκε κανένας επιχειρηματίας να τα στηρίξει οικονομικά και το αποτέλεσμα φάνηκε στην κάλπη της 21ης Μαΐου (για όσους επιβίωσαν).
Εκεί που αρκούσε σε ένα υπό δημιουργία κόμμα ακόμα και το ποσό που δαπανούσε μόλις ένας από τους υποψήφιους βουλευτές της Αττικής της ΝΔ για την προεκλογική του εκστρατεία, αυτό δεν υπήρξε διαθέσιμο για τα κόμματα αυτά.
Και βέβαια, οδηγούμαστε στην πολιτική παντοδυναμία του της ΝΔ όχι μόνο των ικανοτήτων του Κ.Μητσοτάκη (ένα ακόμα όπλο του είναι ότι αυτές οι ικανότητες δεν μετρήθηκαν ποτέ σωστά από τους πολιτικούς του αντιπάλους). Αλλά και λόγω της αδυναμίας των λοιπών.
Και βέβαια της αλλαγής του εκλογικού σώματος: Αποδείχθηκε ότι δεν υπάρχει πλέον το εκλογικό σώμα του Μαΐου του 2012 που κόντεψε να στείλει στον πολιτικό βάραθρο τον Α.Σαμαρά.
Καταληκτικά, οι Έλληνες πολίτες έχουν πλέον παραιτηθεί από την απαίτηση εύρεσης «ηγέτη».
Τους αρκεί ένας καλός «διαχειριστής».
Η ανατροπή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος του 2015 από τον Αλέξη Τσίπρα, ήταν η μεγαλύτερη συνεισφορά στην κατάλυση της λαϊκής κυριαρχίας και της ελπίδας για το μέλλον…
Και ίσως είναι άδικο για τον Κ.Μητσοτάκη να του αποδοθεί μόνο ο τίτλος του «διαχειριστή» και όχι του «ηγέτη».
Απλά θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι πρόκειται για έναν «ηγέτη της νέας εποχής». Μιας νέας εποχής όπου ηγούνται αυτοί που εργάζονται σκληρά και με μέθοδο και όχι οι «φωτισμένοι εθνοτικοί οραματιστές» του παρελθόντος. Αυτό το βλέπουμε και σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, πάντως…