Η Ν.Δ. στις νέες συνθήκες

Μανώλης Κοττάκης

Το σκάνδαλο των υποκλοπών αφαιρεί από τον Μητσοτάκη την πρωτοβουλία των κινήσεων μετεκλογικώς, στο πλαίσιο των διερευνητικών εντολών

Το ερώτημα που κυριαρχεί στις βραδινές βεγγέρες του καλοκαιριού είναι πόσο θα πλήξει η υπόθεση των υποκλοπών την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Αν θα γίνουν κι άλλες αποκαλύψεις ή αν θα ξεχαστεί. Αν ο κόσμος έχει ευαισθησία στην παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών ή κυνικά θα επικρατήσει η αντίληψη ότι «αυτά πάντα γίνονταν».

Αν και υπάρχει μία πρώτη απάντηση σε ό,τι αφορά την ευαισθησία σε ζητήματα ατομικών ελευθεριών -οι Eλληνες εκτίναξαν στην πρώτη θέση των συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας τη βρετανική εταιρία Vodafone, η οποία παρακολουθούσε το τηλέφωνο του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή και τη μισή κυβέρνηση!-, έχω την εντύπωση ότι προσεγγίζουμε τα τρέχοντα ερωτήματα επί λάθος βάσεως.

Η υπόθεση των υποκλοπών δεν θα παράξει πολιτικές συνέπειες στο μέλλον. Παράγει ήδη πολιτικές συνέπειες στο παρόν. Ακόμη κι αν η κυβέρνηση καταφέρει στο παρασκήνιο να κάνει ανίερο ντιλ με τα συμφέροντα, διεθνή και εγχώρια, που πρωτοστατούν στην αποκάλυψη του δυστυχώς πραγματικού για αυτήν σκανδάλου, το τοπίο έχει αλλάξει. Η πρώτη και σοβαρή συνέπεια του σκανδάλου των υποκλοπών είναι η ακύρωση κάθε πιθανότητας μετεκλογικής συνεργασίας της Ν.Δ. με το ΠΑΣΟΚ του κυρίου Ανδρουλάκη, υπό τις παρούσες συνθήκες. Σε μεγάλο βαθμό το σκάνδαλο των υποκλοπών έχει ναρκοθετήσει τη δυνατότητα του πρωθυπουργού να επιβάλει τον εαυτό του ως επικεφαλής μιας κυβέρνησης συνεργασίας.

Εχει τινάξει στον αέρα τη στρατηγική του. Ο κύριος Μητσοτάκης αυτή τη στιγμή παίζει για ένα αποτέλεσμα και μόνον, υπό αντίξοες μάλιστα συνθήκες: την αυτοδυναμία της μίας ή των δύο εδρών.

Αντίξοες συνθήκες που φρόντισαν να διαμορφώσουν όμως οι στενοί του συνεργάτες, καταρτίζοντας έναν απίστευτο εκλογικό νόμο που αύξησε τον πήχη της αυτοδυναμίας μόνο και μόνο για να μην επαναφέρουν -κόμπλεξ βαθύ– τον εκλογικό νόμο που φέρει το επώνυμο του κυρίου Παυλόπουλου.

Το σκάνδαλο των υποκλοπών, λοιπόν, με τα δεδομένα αυτής της περιόδου που γνωρίζουμε, αφαιρεί από τον κύριο Μητσοτάκη την πρωτοβουλία των κινήσεων μετεκλογικώς, στο πλαίσιο των διερευνητικών εντολών. Ως αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας παραμένει κεντρικός κομβικός παίκτης του πολιτικού συστήματος, αλλά, αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις των δημοσκοπήσεων του καλοκαιριού, που έδιναν στη Νέα Δημοκρατία ποσοστό 34%, που απείχε από την αυτοδυναμία, τότε υπό το φως των σημερινών δεδομένων πολύ δύσκολα θα συμπέσουν στο πρόσωπό του για την πρωθυπουργία οι σοσιαλιστές. Θα βρουν τη μεγάλη ευκαιρία να επιστρέψουν ως πρωταγωνιστές, ακόμα κι αν έχουν καταταγεί τρίτο σε δύναμη πολιτικό κόμμα.

Η δεύτερη συνέπεια του σκανδάλου των υποκλοπών είναι η εξασθένιση του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, το οποίο περιορίζεται πλέον αυστηρά στον σκληρό πυρήνα της Νέας Δημοκρατίας. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, με τον οποίο συναντάτο τακτικά, υπό το κράτος μυστικότητας, ο πρωθυπουργός, αποχώρησε από το μέτωπο αυτό και κατήγγειλε τη Νέα Δημοκρατία για παραβιάσεις του κράτους δικαίου.

Με συνέπεια οργανωτικά ο χώρος του Κέντρου, με τον οποίο πάσχιζε να εξασφαλίσει προνομιακές σχέσεις ο κύριος Μητσοτάκης, να μην είναι (με την εξαίρεση του Ανδρέα Λοβέρδου και του Γιώργου Φλωρίδη) πλέον σύμμαχός του. Με τις υποκλοπές ο κύριος Μητσοτάκης έχασε το Κέντρο σε επίπεδο κορυφαίων στελεχών. Τον είχαμε προειδοποιήσει ότι θα τον πουλήσουν, το Κέντρο στις μέρες μας είναι επάγγελμα. Οι άνθρωποι έχουν την ατιμία στο αίμα τους, αυτό είναι διαχρονικά το βενιζελικό DNA.

Στις αρνητικές συνέπειες του ξεσπάσματος του σκανδάλου των υποκλοπών θα πρέπει να συνυπολογίσει κάνεις και τον στρατηγικό σύμμαχο του κύριου Μητσοτάκη από το 2016 έως τον Ιούνιο του 2022 πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά.

Με την αθωωτική απόφαση του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου για τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο και την Ελένη Τουλουπάκη στο σκέλος των κατηγοριών που τους είχε απευθύνει με μήνυση ο κύριος Σαμαράς διερράγησαν εντελώς οι σχέσεις του με τον πρωθυπουργό. Με το σκάνδαλο των υποκλοπών σφραγίστηκε οριστικώς το πολιτικό διαζύγιο των δύο ανδρών.

Για τον μόνο για τον οποίο λέει θετικά λόγια από το Μέγαρο Μαξίμου ο πρώην πρωθυπουργός είναι ο Γρηγόρης Δημητριάδης. Κατά τα λοιπά, όπως υπονόησε και ο Ευάγγελος Βενιζέλος στην παρουσίαση του βιβλίου του, ο όρος «ΣαμαροΒενιζέλοι» είναι υπαρκτός. Με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά βγαίνει μπροστά ο Βενιζέλος. Σοβαρή στρατηγική απώλεια για τον κύριο Μητσοτάκη είναι και η διατάραξη των σχέσεών του σε επίπεδο κορυφής με την Κομισιόν για μια σειρά από θέματα όπως οι υποκλοπές, το κράτους δικαίου, το Προσφυγικό, οι δόσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, το Ενεργειακό κι άλλα. Η επένδυσή του στην εκλογή του Βέμπερ στην προεδρία του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος δεν φαίνεται να αποδίδει καρπούς για την ώρα.

Οι αλλαγές στη σκακιέρα συμπληρώνονται με τις αποστάσεις ασφαλείας που τηρούν από τα έργα και τις ημέρες του κυρίου Μητσοτάκη δύο μεγάλα φιλικά του συγκροτήματα, τα οποία με τις παρεμβάσεις τους την περασμένη Κυριακή έδειξαν ως άλλοι Βρούτοι και τις διαθέσεις τους. Η ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται. Οπως είχε πει ο εκδότης του ενός συγκροτήματος στην κατάθεσή του στην εξεταστική της Βουλής για τα μέσα ενημέρωσης επί ΣΥΡΙΖΑ, «με τα κόμματα τα πάμε καλά όταν είναι στην αντιπολίτευση, τα χαλάμε όμως όταν είναι στην κυβέρνηση!»

Η αλλαγή της ατμόσφαιρας, η δυνητική μείωση της επιρροής του πρωθυπουργού στις μετεκλογικές αποφάσεις για τη συγκρότηση κυβέρνησης και η απώλεια κρίσιμων συμμάχων του σε πολιτικό και εκδοτικό επίπεδο έχουν ήδη συνέπειες, οι οποίες θα φανούν σταδιακά μέσα στον χρόνο. Οι επιχειρηματίες που επένδυαν 100% στο πολιτικό χαρτί του κυρίου Μητσοτάκη, τώρα θα επενδύουν κατά 70% σε αυτόν, κατά 20% στον κύριο Τσίπρα και κατά 10% στον κύριο Ανδρουλάκη. Με ό,τι σημαίνει αυτό πρακτικώς, για να συνεννοούμαστε. Οι καναλάρχες που έπαιζαν 100-0 τον κύριο Μητσοτάκη εις βάρος των βασικών πολιτικών του αντιπάλων και εξαφάνιζαν από τα δελτία τους ενοχλητικές ειδήσεις, και αυτοί θ’ αλλάξουν τη δοσολογία της υποστήριξης προς την κυβέρνηση.

Το 80-20 θα γίνει 70-30, 60-40, ίσως αργότερα και 50-50. Οι δημοσκόποι, οι οποίοι εξοφλήθηκαν πριν από το καλοκαίρι για όλες τις παλαιές οφειλές που τους χρωστούσαν κόμματα και οργανισμοί, θα δυσκολεύονται εφεξής να χαρίζουν στις μετρήσεις τους το στατιστικό λάθος υπέρ της Νέας Δημοκρατίας. Θα υπολογίζουν τη νέα ατμόσφαιρα, θα υπολογίζουν σοβαρά τις αντιδράσεις και τον Αλέξη Τσίπρα και τον Νίκο Ανδρουλάκη που θα καιροφυλακτούν.

Αποτυπώνω σήμερα με νηφαλιότητα τον νέο συσχετισμό, τώρα που είναι νωρίς, για έναν πολύ απλό λόγο: εάν η Νέα Δημοκρατία δεν συνειδητοποιήσει ότι έχει ήδη πάθει μεγάλη ζημιά και ότι ήδη αναδιατάσσεται το πολιτικό σκηνικό από δικά της λάθη, τότε οι επόμενες κινήσεις που θα κάνει σε τακτικό επίπεδο, ανεξαρτήτως του αν θα γίνουν κι άλλες αποκαλύψεις ή όχι για τις υποκλοπές, θα φουντώσουν ακόμη περισσότερο την αντιπαράθεση. Θα ρίξουν κι άλλο λάδι στη φωτιά. Θα φέρουν ακόμα πιο κοντά το αταίριαστο δίδυμο Τσίπρα – Ανδρουλάκη, το οποίο προφανώς δεν μπορεί να αποτελέσει τη λύση για τα προβλήματα της χώρας.

Πέραν αυτών, μπορεί τα λάθη αυτά, αν συνεχιστούν, να οδηγήσουν σε άλλου τύπου εξελίξεις που ονειρεύονται άλλα κέντρα, τα οποία επιθυμούν να εγκαταστήσουν στην πατρίδα μας πρωθυπουργό-μαριονέτα οικουμενικής κυβέρνησης, με περιορισμένο χρονικό ορίζοντα και συγκεκριμένη αποστολή: τη διανομή των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και τον χειρισμό των αποθεμάτων φυσικού αερίου της χώρας, μέρος των οποίων διεκδικείται από τη Γερμανία, καθώς έρχεται ένας χειμώνας που, όπως φαίνεται, ο Βορράς κινδυνεύει να ξεπαγιάσει.

Τα λάθη ή τα σωστά που θα γίνουν, λοιπόν, εφεξής δεν αφορούν προσωπικά μόνο τον κύριο Μητσοτάκη, αλλά και την επιβίωση της κεντροδεξιάς παράταξης στο σύνολό της, με τη μορφή που τη γνωρίζουμε σήμερα. Αν αυτές τις μέρες είμαστε από τους λίγους που αναδεικνύουν το βαθύ παρασκήνιο γύρω από το σκάνδαλο των υποκλοπών, λέμε δυνατά τη γνώμη μας και δίνουμε το «παρών» στα δύσκολα, όταν όλες οι μετεγγραφές αεροδρομίου του κυρίου Μητσοτάκη έχουν εξαφανιστεί, αυτό οφείλεται στο εξής: μας ενδιαφέρει η προοπτική της παράταξης στις νέες συνθήκες.

Μας ενδιαφέρει η παράταξη να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Απορρίπτουμε το σενάριο να αντικατασταθεί ένας εκλεγμένος πρωθυπουργός από έναν δοτό εντολοδόχο ξένων κέντρων. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα επισημαίνουμε και τα εξόφθαλμα λάθη τακτικής που σχεδιάζονται στη λειτουργία της εξεταστικής επιτροπής, τα οποία, αν συμβούν -να μην εμφανιστούν ενώπιόν της κρίσιμοι μάρτυρες-, θα ανατινάξουν το πολιτικό σκηνικό και θα φέρουν σε ακόμα πιο δύσκολη θέση την κυβέρνηση.

Και κατ’ επέκταση την παράταξη. Η οποία ανήκει στα εκατομμύρια των διαχρονικών ψηφοφόρων της. Είναι κανόνας: Η παράταξη δεν το βάζει στα πόδια στα δύσκολα. Δεν κρύβεται. Δεν συμψηφίζει. Ο ελληνικός λαός δεν την ψήφισε για να αντιγράφει τον ΣΥΡΙΖΑ. Δίδει εξηγήσεις. Θα επανέλθουμε.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.