Κείμενα: Αρτέµης Ψαροµήλιγκος – Θανάσης Καραµπάτσος – Παναγιώτης Φρούντζος
1789
Εµπρός οι αστοί αυτής της γης
Πλέον είναι βέβαιο πως δεν πυροδότησε η 14η Ιουλίου 1789 τη ροή της ιστορικής εξέλιξης. ∆εν ήταν η άλωση της µισητής Βαστίλης από τους εξαθλιωµένους του Παρισιού αλλά οι οικονοµικές και οι κοινωνικές αιτίες που χάραζαν το σώµα της γαλλικής κοινωνίας, όπως και η πνευµατική κατάσταση όλων των τάξεων. Μια πνευµατική κατάσταση την οποία προετοίµασαν διανοητές οι οποίοι απογαλακτίστηκαν από τα προαιώνια θέσφατα της σκέψης. Και όταν η σκέψη σκίζει τα πέπλα της θρησκοληψίας και της δεισιδαιµονίας επιδιώκει να κατακτήσει το άπειρο. Απειρο όπως η κατάργηση της απόλυτης µοναρχίας και η εγκαθίδρυση της συνταγµατικής της µορφής, όπως η καρατόµηση ενός βασιλιά και µιας βασίλισσας, όπως η ανακήρυξη της δηµοκρατίας, η εµφάνιση των Λυσσασµένων και των Αβράκωτων στο προσκήνιο της Ιστορίας… αλλά το άπειρο έγινε πεπερασµένο κάπου εκεί. Η επανάσταση έµεινε ανολοκλήρωτη, σύµφωνα µε τον Κροπότκιν, και το σύνθηµα «ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα» παρέµεινε κενό γράµµα που απλώς µηρυκάζουν τα σηµερινά ψυχοπαίδια των Γιρονδίνων Μπρισό, Βερνιό και Κοντορσέ.
1919
Η κόκκινη Ρόζα χάθηκε κι αυτή
«“Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο!” Ετσι διακηρύττει θριαµβευτικά ο αστικός Τύπος, έτσι δηλώνουν ο Εµπερτ και ο Νόσκε και οι αξιωµατικοί του “νικηφόρου στρατού”, τους οποίους ο µικροαστικός όχλος στο Βερολίνο χειροκροτεί κουνώντας χαρτοµάντιλα και φωνάζοντας “ούρα!”. Η δόξα και η τιµή των γερµανικών όπλων έχουν δικαιωθεί από την αρχή της παγκόσµιας ιστορίας. Αυτοί που κατατροπώθηκαν στη Φλάνδρα και την Αργκόν επανόρθωσαν τη φήµη τους µε µια λαµπρή νίκη – πάνω από 300 σπαρτακιστές στο κτίριο της εφηµερίδας “Vorwärts”. […] “Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο!”. Ηλίθιοι δήµιοι! Η τάξη σας είναι χτισµένη πάνω στην άµµο. Αύριο η επανάσταση θα υψωθεί ξανά και βροντώντας τα όπλα της µε τις σάλπιγγες να αντηχούν θα αναγγείλει προκαλώντας σας τρόµο: ήµουν, είµαι και θα είµαι». Απόσπασµα από το τελευταίο κείµενο της Ρόζα Λούξεµπουργκ το οποίο η φλογερή επαναστάτρια έγραψε λίγο πριν από τη δολοφονία της στις 15 Ιανουαρίου 1919 και την καταστολή της επανάστασης των σπαρτακιστών από τα Φράικορπς και τους προδότες της τάξης τους σοσιαλδηµοκράτες.
1929
Το κραχ το προτελευταίο
«Αν και υποτίθεται ότι όλοι ήταν σε επιφυλακή, το άνοιγµα της ∆ευτέρας ήταν καταστροφή. Η κεφαλαιακή ασπίδα υποστήριξης έσπασε αµέσως. Προφανώς τα µεγάλα οικονοµικά συµφέροντα είχαν εγκαταλείψει την αγορά στην τύχη της. Πολλοί σκέφτηκαν ότι ίσως σκόπευαν να επωφεληθούν από την πτώση αγοράζοντας φτηνά τις µετοχές µετά το ναυάγιο. “Πολύ καλά” είπε ο µικρός επενδυτής, “θα κάνω κι εγώ το ίδιο”». Ο δηµοσιογράφος Τζόναθαν Λέοναρντ περιέγραψε παραστατικά όχι µόνο το κραχ του Χρηµατιστηρίου της Νέας Υόρκης αλλά και τη βασική αντίδραση των ανθρώπων της αγοράς που οµνύοντας στους εύθραυστους νόµους της βυθίστηκαν στο σπιράλ της ύφεσης. Οι διαφορετικές ανάγκες και τα προβλήµατα κάθε χώρας µετά τον Μεγάλο Πόλεµο φρέναραν την πρώτη παγκοσµιοποίηση και όρθωσαν τα τείχη του προστατευτισµού – ο σώζων εαυτόν σωθήτω!
1939
Για ένα πουκάµισο αδειανό
Μπορεί ο Μεγάλος Πόλεµος του 1914 να έκλεισε µε αυτόν που ξεκινούσε την 1η Σεπτεµβρίου 1939, όµως αυτά που δεν έσβησαν και δεν πρόκειται ποτέ να σβήσουν είναι τόσο το τραύµα του Ολοκαυτώµατος –το ερώτηµα πώς η κρίσιµη µάζα µιας χώρας µε υψηλό πολιτιστικό επίπεδο συναινεί ενεργά ή σιωπηλά στη βιοµηχανοποιηµένη εξόντωση εκατοµµυρίων «άλλων» έχει απαντηθεί ποικιλοτρόπως αλλά ακόµη όχι επαρκώς και πειστικά– όσο και η ανάµνηση της κόκκινης σηµαίας µε το σφυροδρέπανο στον κατεστραµµένο θόλο του Ράιχσταγκ. Πάνω από εξήντα εκατοµµύρια άνθρωποι δολοφονήθηκαν προκειµένου ο καπιταλισµός να ξεπεράσει το τραυµατικό σοκ της µεγάλης κρίσης στα τέλη των 20s.
1949
Το τραγούδι µιας ήττας και ενός χωρισµού
Η ζωή ξαναρχίζει για µας
και χαρούµενοι τώρα
άνθη κόβουµε πρωτοµαγιάς
στη γαλάζια µας χώρα.
Οι στίχοι ανήκουν στον ανέµελο Κώστα Κοφινιώτη, ανάλαφρο «ερωτικό» στιχουργό, κονφερασιέ και επί δεκαπενταετία διοργανωτή συνοικιακών καλλιστείων. Τραγουδά η εύµολπος Κάκια Μένδρη –γεννηµένη στην Οδησσό το 1912– από τα 30s µούσα των Αττίκ και Γιαννίδη. Με ζαχαρώδη φωνή περιπαθούς µεσοαστής κι ενώ κορυφώνεται ο Εµφύλιος υποδέχεται τις «καλύτερες µέρες» που έταζαν οι νικητές. Το ηδυπαθές tango habanera του «εκλεκτικιστή» ελαφρορεµπέτη συνθέτη Ανδρέα Πόγγη θα γίνει τη δεκαετία µετά το 1949 το αγαπηµένο άσµα των «αυτοδηµιούργητων» τάξεων τις οποίες έφτιαξε η κατοχική συνεργασία και ανέδειξε ο Εµφύλιος. Ανεξάρτητα από τις όποιες µάλλον προφανείς προθέσεις των δηµιουργών του.
Οι «άλλοι» έδωσαν την τελευταία µάχη 29 µε 30 Αυγούστου 1949 στο ύψωµα Κάµενικ. «Τη νύχτα εκείνη περάσαµε στην Αλβανία, οργανωµένα χωρίς ο κυβερνητικός στρατός να εξοντώσει ή να συλλάβει αιχµαλώτους» θα γράψει δίκην αυτοεµψύχωσης ο κοµµουνιστής Βασ. Μπαρτζιώτας. «Κατά δηµοσιογραφικάς πληροφορίας εκ του µετώπου του Γράµµου άπαντα τα κατεχόµενα υπό των συµµοριτών υψώµατα περιήλθον εις τας χείρας των ηµετέρων. Από της στιγµής ταύτης ουδεµία αντίστασης υφίσταται εις τον Γράµµον» έγραψε αυτάρεσκα η «Καθηµερινή» στις 30 Αυγούστου.
Οι ηττηµένοι του ∆ηµοκρατικού Στρατού θα περάσουν τα αλβανικά σύνορα και θα ακολουθήσουν µια µοίρα που έµοιαζε προδιαγραµµένη απ’ όταν αποφάσισαν να αντισταθούν στον κατακτητή και να ξαναβγούν στο δεύτερο αντάρτικο: Μπουρέλι, Βουκουρέστι, Βρότσλαβ, Οστράβα, Τασκένδη. 30ετής προσφυγιά για τους περισσότερους.
Και το γραµµόφωνο από τους ραδιοθαλάµους του ΕΙΡ στο Ζάππειο συνέχιζε να σκορπά στον αέρα τις µελωδίες του:
Η ζωή ξαναρχίζει για µας
µε τραγούδια και γέλια
λάµπει ο ήλιος ξανά της χαράς
στα χωράφια, στ’ αµπέλια.
Τα πουλιά τραγουδούν χαρωπά
τσίου-τσίου στα κλώνια
κι οι καρδιές κουβεντιάζουν γλυκά
για µι’ αγάπη αιώνια.
Οι δυο Ελλάδες –η Ελλάδα των ηµετέρων της «Καθηµερινής» και η Ελλάδα της Τασκένδης– είχαν πάρει οριστικό διαζύγιο. Αµφίβολο αν ξανασυναντήθηκαν ποτέ.
1959
Εµπνευση και όραµα
Ο Φιντέλ, ο Ραούλ, ο Τσε, ο Καµίλο αγκαζέ πορεύονται µε τη φούρια της επαναστατικής ορµής και της απέραντης λαϊκής υποστήριξης στους δρόµους της Αβάνας. Ο δικτάτορας έπεσε, το αµερικανικό imperium φρέναρε για πρώτη φορά στον Κόλπο των Χοίρων, και το νησί-αγκάθι στην πίσω αυλή των ΗΠΑ άρχισε να εξάγει τεχνογνωσία: από το πώς να πετυχαίνεις την ανεξαρτησία σου –έµπνευση µεν στην υπόλοιπη Λατινική Αµερική και όχι µόνο, αλλά τραγική αποτυχία στις οροσειρές της Βολιβίας– µέχρι την οικοδόµηση ενός κράτους µε άλλες ανάγκες, παρέχοντας γιατρούς και εκπαιδευτικούς εν αφθονία. Τα κέρδη από τη µονοκαλλιέργεια του ζαχαροκάλαµου, τη µοναδική εξαγωγή προς την πάλαι ποτέ ΕΣΣ∆, υπνώτισαν τους ηγέτες της κουβανικής επανάστασης, που πλέον στρέφονται σε άλλους είδους πειράµατα µιας ξεδοντιασµένης πολιτικά και οικονοµικά εξουσίας.
1969
Τα λουλούδια τραγουδάνε ακόμη
Η έκρηξη του καλοκαιριού της αγάπης άπλωσε την επανάσταση των λουλουδιών, της σεξουαλικής απελευθέρωσης, της ειρήνης μέσα από το φεστιβάλ σε μια φάρμα στη Νέα Υόρκη ονόματι Γούντστοκ. Η αισιοδοξία και η δύναμη των ιδανικών των νέων που μεταφέρθηκαν με τους ροκ ήχους στα πέρατα του κόσμου άντεξαν στη μνήμη αλλά κυλίστηκαν στη λάσπη της καθημερινότητας και γλίστρησαν στην παγίδα των τεχνητών παραδείσων. Ο,τι πιο ωραίο από την εξεγερμένη νεολαία του ’60 που έχει μείνει στα ψηφιακά πικάπ για να κερδίζει ακόμη πιστούς.
1979
Η επανάσταση αλλιώς
Ο κόσµος βγήκε στους δρόµους µε γενειάδες και µαντίλες ενώ οι άντρες της SAVAK, της διαβόητης µονάδας ασφαλείας του σάχη, εξαφανίζονταν. Ενα λαϊκό κίνηµα πετύχαινε στους δρόµους την ανατροπή του καταπιεστικού καθεστώτος του Ιράν αλλά, κόντρα στη γραµµική αριστερή σκέψη, δεν κατάφερε να δηµιουργήσει ένα νέο πολιτικό και κοινωνικό σύστηµα προσαρµοσµένο στις ανάγκες του. Οι µουλάδες µε τους Φρουρούς της Επανάστασης έκλεισαν τον µεταπολεµικό επαναστατικό κύκλο σε µια κατεύθυνση διαφορετική από εκείνη που χάραξε η Κούβα το 1959. Το θεοκρατικό καθεστώς, αν και µε ταγούς επηρεασµένους αρχικά από τη µαρξιστική σκέψη, συνεχίζει να παλεύει µε τις πολλαπλές αντιθέσεις του και µε τους «σατανάδες», όπως λένε.
1989
Οταν έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι
Τα προµηνύµατα πολλά. Στην Κίνα οι φοιτητές βγήκαν στην Τιανανµέν· ένας έβαλε το σώµα του ασπίδα σε τανκς. Στην Τιφλίδα ο στρατός πυροβολεί διαδηλωτές. Στην Πολωνία την εξουσία ανέλαβε µη κοµµατικός – ένα ήταν το κόµµα. Στην Ανατολική Γερµανία η Στάζι έχανε τον έλεγχο και γινόταν έρµαιο της οργής το ορόσηµο των δύο µπλοκ: το Τείχος του Βερολίνου ήταν πια τοιχάκι. Η ιστορία τελείωσε, ο καπιταλισµός νίκησε, είπαν κάποιοι και κατάπιαν τη γλώσσα τους αργότερα όταν αντιλήφθηκαν ότι η ροή της ιστορικής εξέλιξης δεν ανακόπτεται από τέτοια γεγονότα, όσο κι αν ήταν κοσµοϊστορικά.
Τι κατέρρευσε όµως µαζί µε το Τείχος; Το όραµα για το εφικτό άλλο κοινωνικό σύστηµα, η ελισσόµενη στους διαδρόµους εξουσία-γραφειοκρατία, τα γκούλαγκ των εχθρών (;) του λαού ή του καθεστώτος, η αστυνοµοκρατία της Στάζι και των Σεκουριτάτε, η υπεράσπιση της σοβιετικής πατρίδας; Τα αδιέξοδα εν ολίγοις ενός µπλοκ κρατών και ιδεών κατέρρευσαν και όχι το ίδιο το όραµα, το οποίο βέβαια η πτώση φιλοδώρησε µε αρκετές ρωγµές, ωστόσο παραείναι σκληρό για να σπάσει…