Μοιάζει με επεισόδιο από τη σειρά «Οικογενειακές Ιστορίες» κι όμως έγινε αντικείμενο του πολιτικού ρεπορτάζ. Ο δήμαρχος σύζυγος που θα είναι υποψήφιος περιφερειάρχης, δεν στηρίζει για διάδοχο του στον δήμο την αγαπημένη, κατά τ’ άλλα, σύζυγο του, δηλώνοντας προτίμηση στον επίσημο κομματικό υποψήφιο.
Το ρεπορτάζ λέει μάλιστα πως το κόμμα επιχείρησε να τιθασεύσει τη φιλοδοξία της συζύγου αντιπροτείνοντας της να είναι υποψήφια δημοτική σύμβουλος στην Αθήνα, όπου όλοι οι καλοί χωράνε ως γνωστόν κι αυτοί που κατεβαίνουν από γνήσιο ενδιαφέρον για την αυτοδιοίκηση και γνωρίζοντας τον δήμο αναζητούνται με το κιάλι.
Η περίπτωση του ζεύγους Πατούλη είναι πρωτοφανής μόνο ως προς το τελευταίο κεφάλαιο της, το θέμα της στήριξης της υποψηφιότητας της κ. Μαρίνας Πατούλη. Κατά τα άλλα είναι απολύτως, μα απολύτως όμως, συνηθισμένη, όσο κι αν θαμπώνονται μερικοί από το απαστράπτον αμπαλάζ.
Η κ. Μαρίνα Πατούλη δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία που θέτει υποψηφιότητα για αξίωμα που κατείχε στενό συγγενικό της πρόσωπο. Από πού κι ως που λοιδορείται ειδικά αυτή γι’ αυτό όταν οι Έλληνες ψηφοφόροι ψηφίζουν και ξαναψηφίζουν «τζάκια», γόνους και απογόνους, κι οι βουλευτικές έδρες σχεδόν κληρονομούνται όπως και η ενασχόληση με την αυτοδιοίκηση, ειδικά στους μικρούς δήμους. Το κωμικό βέβαια είναι ότι, κατά τα άλλα, δεν μας αρέσει η οικογενειοκρατία στην Ελλάδα και κάθε τρεις και λίγο την καταγγέλλουμε. Αλλά, εντάξει, είμαστε λαρτζ λαός και τα θέλουμε και λίγο όλα δικά μας.
Η κ. Μαρίνα Πατούλη δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία που πιστεύει πως γνωρίζει τη δουλειά για την οποία ζητά να την ψηφίσουν, μόνο και μόνο επειδή παρακολουθούσε το στενό συγγενικό της πρόσωπο όταν εκτελούσε τα καθήκοντα του.
Μπορεί να είναι η πρώτη που το παραδέχεται έτσι ανοιχτά, φόρα παρτίδα. Κι αν οι φεμινίστριες φρίττουμε – και δικαίως φρίττουμε – με τη συγκεκριμένη δήλωση της, τότε, ας είμαστε λίγο, λιγάκι, δίκαιες κι ας παραδεχτούμε ότι είναι το ίδιο όταν άλλες κυρίες στην πολιτική μας παραπέμπουν στην πολιτική καριέρα του πατέρα τους. Δεν θυμάμαι το σύνθημα να έλεγε «δεν είμαι του αντρός μου μα είμαι του πατρός μου», κάπως αλλιώς πήγαινε.
Η κ. Μαρίνα Πατούλη δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία γυναίκα της οποίας κρίνουν την προσωπικότητα και το μυαλό με βάση την εικόνα, τα ρούχα, το μακιγιάζ και τα μαλλιά. Ξέρετε η κ. Πατούλη εκτός από το δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχει και το δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητα της, το οποίο περιλαμβάνει το προσωπικό γούστο της.
Η συνεχής διακωμώδηση ενός ανθρώπου επειδή δεν ντύνεται όπως ο μέσος όρος είναι μια ακόμη απόδειξη της ανοχής της ελληνικής κοινωνίας σε οτιδήποτε διαφορετικό. Παρατηρώ να καθόμαστε να συζητάμε αφ’ υψηλού τα δικαιώματα αλλοδαπών, ομοφυλόφιλων, διεμφυλικών, τα δικαιώματα οποιουδήποτε στην τελική, διαβάζω ανθρώπους έτοιμους πάντοτε να καταγγείλουν τις διακρίσεις με βάση την εμφάνιση ή το γούστο, αλλά παθαίνουμε μια εθνική δυσανεξία στα χρυσά και τα λαμέ της κ. Πατούλη, λες και το καλό γούστο κι η αισθητική ξεχειλίζουν και μας χαλάει αυτή τη μόστρα.
Και η δυσανεξία γίνεται όλο και πιο έντονη και τα σχόλια όλο και πιο απαξιωτικά όσο η κ. Πατούλη δείχνει ότι είτε μας αρέσει είτε όχι, η ίδια είναι πολύ άνετη με την πάρτη της.
Αν και εφόσον εκλεγεί σε δημόσιο αξίωμα τότε το ντύσιμο της θα μπορεί να είναι αντικείμενο κριτικής σε συγκεκριμένες περιστάσεις και με συγκεκριμένα κριτήρια, όπως είναι όλων των πολιτικών προσώπων σε όλο τον κόσμο. Ως τότε, αυτή παγιέτες, εσείς ξυδάκι.