Του Δημήτρη Γκάτσιου
Πώς δημιουργείς τις κατάλληλες συνθήκες, που θα οδηγήσουν τη χώρα στη μετά την πανδημία εποχή της; Πώς ενισχύεις το “brand Ελλάδα”, προκειμένου να ξαναπάρουν μπροστά οι μηχανές της οικονομίας και της ανάπτυξης; Σε αυτά τα καίρια ερωτήματα καλείται να απαντήσει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, σε ένα momentum που η προσοχή εστιάζει, κατά κύριο λόγο, στην προστασία της δημόσιας υγείας, στη θωράκιση των νοσοκομείων και στον περιορισμό των συνεπειών του κορονοϊού. Οι προκλήσεις στον ορίζοντα του Μεγάρου Μαξίμου είναι μεγάλες. Και το μήνυμα που εκπέμπεται, σε όλους τους τόνους, είναι ένα. Οι μεταρρυθμίσεις, που θα καταστήσουν τη χώρα νικήτρια την επόμενη ημέρα, συνεχίζονται με έντονο ρυθμό. Η απασχόληση στηρίζεται, εξακολουθητικά, με παρεμβάσεις. Οι επιχειρήσεις “θωρακίζονται” με ρευστότητα, για να παραμείνουν ζωντανές. Και από κοντά ακολουθεί η στρατηγική για την προσέλκυση νέων επενδύσεων. “Είμαι σίγουρος πως η ανάκαμψη της Ελλάδας στην μετά-Covid εποχή θα είναι ισχυρότατη”, διαμηνύει συχνά ο πρωθυπουργός. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, μέχρι το οριστικό τέλος της πίεσης που ασκεί η πανδημία στην πραγματική οικονομία, ένα από τα μεγάλα στοιχήματα είναι να επιμερίζεται δίκαια το κόστος της κρίσης, προκειμένου, όταν…χτυπήσει την πόρτα η πολυπόθητη ανάπτυξη, αυτή να αφορά στο σύνολο της κοινωνίας και να έχουν καταγραφεί οι λιγότερες δυνατόν απώλειες.
“Ελλαδα με αυτοπεποίθηση”
“Εάν το διακύβευμα των πρώτων 100 χρόνων από την δημιουργία του ελληνικού κράτους ήταν η εθνική ολοκλήρωση, η οποία ολοκληρώθηκε τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, και το διακύβευμα των δεύτερων 100 ετών ήταν η οικονομική ανάπτυξη με τη δυνατότητα της χώρας -παρά τα μεγάλα προβλήματα και παρά ενδεχομένως την οπισθοχώρηση της τελευταίας δεκαετίας- να συμμετέχει σε ένα κλαμπ των πιο πλούσιων χωρών του κόσμου -αν δει κανείς την παγκόσμια κατάταξη- ποιο πρέπει να είναι το διακύβευμα της τρίτης εκατονταετίας; Είναι κάτι το οποίο και εμένα, δεν σας κρύβω, με απασχολεί πολύ”, τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, στο πλαίσιο της συζήτησης για την Ελληνική Υψηλή Στρατηγική, που διοργάνωσε το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων. “Θα απαντούσα ότι είναι μία Ελλάδα η οποία έχει αυτοπεποίθηση, η οποία δίνει μεγάλη έμφαση στην οικονομική ευημερία, που θα πρέπει να είναι προς όφελος όλων των πολιτών, να αντιμετωπίζει δηλαδή ουσιαστικά προβλήματα κοινωνικών ανισοτήτων τα οποία δυστυχώς παντού στον κόσμο τα τελευταία 20 χρόνια διευρύνθηκαν. Μία χώρα, η οποία έχει ισχυρή θέση περιφερειακή, είναι αξιόπιστος σύμμαχος και συνδυάζει την σκληρή ισχύ με οικονομική δύναμη και με μία δυνατότητα να μπορεί να επενδύει και σε αυτό το οποίο ονομάζουμε ήπια ισχύ, που στο δικό μου το μυαλό δεν είναι κάτι παραπάνω από την αξιοπιστία της χώρας και τη δυνατότητά της να ασκεί ενεργό πολιτική με ενδεχομένως μη παραδοσιακούς τρόπους”, σημείωσε ο πρωθυπουργός.
Με στόχο να δοθεί μεγαλύτερη “ανάσα” στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, η κυβέρνηση παρατείνει και βελτιώνει το πλαίσιο της ρύθμισης για την πληρωμή φορολογικών υποχρεώσεων, καθώς και δόσεων ρυθμισμένων οφειλών. Την ίδια στιγμή, προσωρινά μέτρα στήριξης, τα οποία ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των μεγάλων συνεπειών της πανδημίας, όπως η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά τρεις μονάδες, μονιμοποιούνται. “Οι μειώσεις φόρων και εισφορών που έχουμε κάνει μέχρι σήμερα είναι μόνιμες μειώσεις φόρων. Δε θα επιστρέψουμε μετά την πανδημία σε αυξημένο φόρο εισοδήματος, ούτε πρόκειται να αυξηθούν και πάλι οι εργοδοτικές εισφορές. Η πρόθεσή μας είναι τις εργοδοτικές εισφορές να δούμε πώς μπορούμε να τις μειώσουμε και άλλο. Γιατί γνωρίζουμε ότι αυτήν τη στιγμή προσθέτουν σημαντικό κόστος ειδικά σε κλάδους οι οποίοι είναι εντάσεως εργασίας”, τονίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ήδη, το συνολικό κόστος των παρεμβάσεων που έχουν ληφθεί, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για τους εργαζόμενους και ανέργους, των αναστολών υποχρεώσεων και άλλων κινήσεων, διαμορφώνεται πλέον στα 5,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Και, όπως, διαμηνύουν από την κυβέρνηση, έπεται και συνέχεια, καθώς εκπεφρασμένη θέση είναι η στήριξη της κοινωνίας και της οικονομίας για όσο διάστημα διαρκούν οι… συμπληγάδες του Covid-19.
Μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Μπορεί με βάση τα προβλήματα που αντιμετώπισε η χώρα, στη διάρκεια των τελευταίων δώδεκα μηνών, κάτι τέτοιο να θεωρείται από ορισμένους…πολυτέλεια, ωστόσο ουδείς μπορεί να αμελήσει ότι ο κ. Μητσοτάκης εξελέγη τον Ιούλιο του 2019 πρωθυπουργός, με σημαία το μεταρρυθμιστικό DNA. Και η περαιτέρω επιτάχυνση των ρυθμών σε αυτό το μέτωπο θα κρίνει πολλά για το μέλλον των κυβερνητικών στοχεύσεων. “Πιστεύω ακράδαντα ότι μετά την πανδημία η ελληνική οικονομία θα μπει σε μία τροχιά γρήγορης ανάπτυξης. Ξένες εταιρείες έρχονται και επενδύουν στη χώρα και αναζητούν πολύ συχνά ανθρώπινο δυναμικό με τα χαρακτηριστικά που έχουν συμπολίτες μας οι οποίοι έφυγαν από τη χώρα και απαρτίζουν αυτό το οποίο αποκαλούμε, τη διασπορά ή τουλάχιστον τη νέα διασπορά, αυτό το οποίο περιγράφουμε ως το φαινόμενο του brain drain. Και βέβαια οι άνθρωποι αυτοί θα επιστρέψουν στην χώρα όχι μόνο επειδή θα τους προκύψει μόνο μία καλή επαγγελματική ευκαιρία. Θα επιστρέψουν εάν έχουν εμπιστοσύνη στις μακροπρόθεσμες δυνατότητες της χώρας να προοδεύσει και να μπορέσει να ξεκολλήσει από το τέλμα, τουλάχιστον της τελευταίας δεκαετίας. Πιστεύω ακριβώς ότι αυτή η προοπτική διαφαίνεται σήμερα στον ορίζοντα και για αυτό είμαι και πολύ αισιόδοξος ότι αυτή η δεκαετία, που τεχνικά ξεκίνησε το 2020 αλλά -ας πούμε χάριν της συζήτησης- ξεκινάει εμβληματικά το 2021, με αφορμή και τα 200 χρόνια, θα είναι μία πολύ καλή δεκαετία για τη χώρα μας”, ανέφερε χθες ο πρωθυπουργός.
Η προώθηση συγκεκριμένων τομών, όπως για παράδειγμα το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για την ανώτατη εκπαίδευση, το οποίο ψηφίστηκε το βράδυ της Πέμπτης στη Βουλή, δεν έρχεται απλά να αποτυπώσει “με πράξεις και όχι λόγια” τα πρωθυπουργικά “θέλω” για το ανέβασμα της μεταρρυθμιστικής ταχύτητας. Αλλά και να αναδείξει το δίπολο ανάμεσα στην πρόοδο και τη συντήρηση, καθώς και την πολιτική υπεροχή του πρωθυπουργού στο χώρο του Κέντρου, που…σπάει τα κάποτε παραδοσιακά στεγανά περί δεξιάς και αριστεράς. “Συντηρητικός είναι σήμερα όποιος συντηρεί αυτά που δεν αξίζουν να συντηρηθούν. Ενώ προοδευτικός είναι αυτός που θέλει να τα αλλάξει και να τα κάνει καλύτερα. Διαλέξτε ρόλους”, διεμήνυσε ο πρωθυπουργός, απευθυνόμενος στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, φέρνοντας και πάλι στην πρώτη γραμμή τις βαθύτατες διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην κυβερνητική παράταξη και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. “Πρόοδος”. Έννοια κομβική για τη στρατηγική επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη να διευρύνει τις δεξαμενές της Νέας Δημοκρατίας, προκειμένου το κόμμα να ισχυροποιήσει περαιτέρω την πολιτική του κυριαρχία.