«Μεσολάβησαν πολλά από όταν συναντηθήκαμε πριν από 7 μήνες. Πολλά άλλαξαν στο μέτωπο αντιμετώπισης της πανδημίας, όμως όπως φαίνεται οι πρωτοβουλίες που τότε είχαν δρομολογηθεί ακολούθησαν τα χρονοδιαγράμματα», είπε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στον χαιρετισμό του στην τελετή υπογραφής για τη συμμετοχή της βουλγαρικής εταιρείας Bulgartransgaz στο έργο του Τερματικού Σταθμού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου Αλεξανδρούπολης στο Ζάππειο Μέγαρο. «Τότε ήταν στην αρχική φάση προετοιμασίας του. Σήμερα με την υπογραφή συμφωνίας μεταξύ των μετόχων, η μεγάλη αυτή επένδυση μπαίνει σε κίνηση με τελικό στόχο να μετατρέψει το ανατολικότερο ευρωπαϊκό λιμάνι της πατρίδας μας σε ενεργειακό κόμβο παγκόσμιας εμβέλειας» είπε ο Πρωθυπουργός. «Το αέριο θα υγροποιείται και θα συναντά το εθνικό δίκτυο φυσικού αερίου και από εκεί θα διοχετεύεται στα τέλη 2022 με αρχές του 2023 προς την Ελλάδα, τη Βουλγαρία και προς ολόκληρη τη νοτιοανατολική και κεντρική Ευρώπη» συμπλήρωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Παρά την πολυπλοκότητα και αναστάτωση από την πανδημία (σ.σ. το έργο) ενεργοποιείται χωρίς καθυστέρηση. Μιλάμε για ένα κρίκο ευρύτερης αλυσίδας» είπε στη συνέχεια ο Πρωθυπουργός. «Το αέριο θα φτάνει έτσι μέσω της Βουλγαρίας σε έναν ακόμα κοινό μας φίλο, τη Ρουμανία. Περιττεύει να τονίσω τα οφέλη απεξάρτησης από πιο ρυπαρές και ακριβές μορφές ενέργειας. Η Ελλάδα εφαρμόζει σχέδιο για οριστική απομάκρυνση από λιγνίτη το αργότερο μέχρι το 2028. Η σημερινή επένδυση αποτελεί προπομπό για συνεχή και ολοένα στενότερη συνεργασία με τη Βουλγαρία» είπε ακόμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τονίζοντας ότι «Τα οφέλη είναι και γεωπολιτικά. Η χωροθέτηση του νέου σταθμού στην Αλεξανδρούπολη θα ενισχύσει το γεωπολιτικό της χαρακτήρα και θα πολλαπλασιάσει την προσέλευση πλοίων στα λιμάνια της. Θα τονώσει, η επένδυση αυτή, και τη δυναμική ανάπτυξη της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης. Όταν η ακριτική περιφέρεια ευημερεί, τότε ευημερεί ολόκληρη η Ελλάδα. Το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης μετατρέπεται σε κόμβο συνεργασίας, πηγή πλούτου μεταξύ των λαών μας. Σήμερα είναι παράδειγμα πόσο μακριά μπορούμε να οδηγηθούμε από την ειρηνική συνύπαρξη».