Ακόμη και ερώτημα που θα έπρεπε να απευθύνεται στους φοιτητές του πρώτου έτους του Χημικού, τέθηκε στους φετινούς υποψήφιους των Πανελλαδικών Εξετάσεων, στο μάθημα της Χημείας, τα θέματα του οποίου ξεσήκωσαν αντιδράσεις όχι μόνο από τους καθηγητές της Χημείας και την Ένωση Ελλήνων Χημικών (ΕΕΧ) αλλά και από τους βαθμολογητές. Η πρ. πρόεδρος της ΕΕΧ, Φιλλένια Σιδέρη, αναλύει διεξοδικά τα προβλήματα που εντοπίστηκαν σε κάθε θέμα, εκτιμά ότι το 50% των υποψήφιων θα βρεθούν κάτω από τη βάση ενώ απαντά και στο κρίσιμο ερώτημα κατά πόσον και σε ποιους μαθητές αυτά μπορεί να κοστίσουν.
Ασάφειες ή και εσκεμμένα πολύπλοκες εκφωνήσεις – που λειτούργησαν ως παγίδα χρόνου -, θέματα οριακά εντός ύλης ή βασιζόμενα σε ύλη προηγούμενων τάξεων που, ωστόσο, δεν περιλαμβάνεται στην διδακτέα, άνιση κατανομή διαβάθμισης της δυσκολίας, πολύ μεγάλη έκταση με δεδομένο τον χρόνο που δίνεται, ακόμη και ερωτήματα που δεν εξάγονται από την ύλη των μαθητών αλλά των φοιτητών του πρώτου έτους του Χημικού, είναι ορισμένες από τις προβληματικές που θέτει η κ. Σιδέρη.
Σημαντικότατο ζήτημα προέκυψε με το τέταρτο θέμα του Νέου Συστήματος, όπου «το ερώτημα Δ2 δεν είχε συνάφεια με την ύλη των μαθητών και ήταν διατυπωμένο με μεγάλη ασάφεια, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει τεράστιο πρόβλημα και στους βαθμολογητές πριν φτάσει η οδηγία της επιτροπής. Στο Δ3 η εκφώνηση μπορεί στην καλύτερη περίπτωση να χαρακτηριστεί παραπλανητική και στην πιο ακριβή λανθασμένη. Τόσο μαθητές, όσο και καθηγητές οδηγήθηκαν στο να επιλύσουν διαφορετικά την άσκηση και να οδηγηθούν σε διαφορετικό αποτέλεσμα. Πρόκειται δε για θέμα 2,5 μονάδων, ιδιαίτερα σημαντικών για όσους στοχεύουν στις υψηλόβαθμες σχολές».
Στο θέμα Α1 ζητήθηκε σε θέμα μίας μονάδας απάντηση που αφορούσε σε παράδειγμα το οποίο αναφερόταν μεν σε εντός ύλης κεφάλαιο αλλά αφορούσε ύλη που δεν είχε διδαχτεί. «Οι μαθητές δεν είναι υποχρεωμένοι να απομνημονεύουν τα παραδείγματα, τους πίνακες, τα παραρτήματα. Το ζητούμενο δεν είναι η παπαγαλία. Κανένα παιδί δεν ήταν υποχρεωμένο να ξέρει το παράδειγμα, παρά μόνο αν είχε διδαχτεί το σχετικό κεφάλαιο», σημειώνει η κ. Σιδέρη. «Στο ίδιο θέμα, το πρώτο θέμα, υπάρχει ένα ερώτημα (Α5.3) που δεν εξάγεται από την ύλη των παιδιών, είναι ένα ερώτημα για τους φοιτητές του πρώτου έτους του χημικού. Οι μαθητές δεν έχουν ανάλογη πληροφορία που να τους οδηγεί σε συμπέρασμα στο σχολικό τους βιβλίο. Το θέμα Γ4 ζητούσε να γίνει μία διάταξη για την οποία δεν δίνονταν επαρκείς πληροφορίες. Δηλαδή για να μπορέσεις να απαντήσεις με ακρίβεια και επάρκεια σε αυτή τη διάταξη έπρεπε να δίνεται μία σταθερά, η οποία δεν δόθηκε. Εδώ πρόκειται για ένα θέμα στο οποίο αν κάποιος μαθητής έχει απαντήσει “δεν μπορώ να απαντήσω γιατί δεν ξέρω ποια είναι η σταθερά” αναρωτιέμαι τι θα κάνουν οι βαθμολογητές. Γιατί το σωστό αυτό είναι, να πει “δεν μπορώ να απαντήσω”».
Παλαιό και Νέο Σύστημα: Διαφορά ύφους
Για τις διαφορές που επισημάνθηκαν αναφορικά με τα ερωτήματα που τέθηκαν στους υποψήφιους του παλαιού και του νέου συστήματος η κ. Σιδέρη τονίζει ότι τα θέματα δεν ήταν ανάλογης φιλοσοφίας. «Τα θέματα για τους παλαιούς απόφοιτους είχαν ένα πιο βατό ύφος, μία σαφέστερα καλύτερη διαστρωμάτωση σε ότι αφορά τις βαθμολογίες αλλά και τη διαβάθμιση από το πιο εύκολο έως το πιο δύσκολο θέμα. Για το νέο σύστημα που αφορά την πλειοψηφία των υποψηφίων, τα θέματα χαρακτηρίζονται από πολύ μεγάλη ασάφεια στις εκφωνήσεις. Κατά τη δική μου εκτίμηση, υπήρχαν εσκεμμένα πολύπλοκες εκφωνήσεις που μπορούσαν να οδηγήσουν σε λάθος συμπεράσματα ή να δυσκολέψουν τον υποψήφιο δημιουργώντας του χρονικό πρόβλημα στο να αντιληφθεί το ζητούμενο. Υπήρχαν θέματα οριακά εντός ύλης. Τα θέματα δεν ήταν διαβαθμισμένης δυσκολίας – από το πιο εύκολο ερώτημα στο πιο δύσκολο. Ξεκινώντας με δύσκολο ερώτημα δημιουργείται αυτομάτως ένας φόβος στον υποψήφιο. Επιπλέον, το μεγαλύτερο μέρος των μονάδων – 58% – μοιραζόταν ετεροβαρώς σε δυο κεφάλαια. Η εξέταση απευθυνόταν όχι σε διαβασμένους μαθητές αλλά σε αυτούς που ήταν απόλυτα ψύχραιμοι για να εγκαταλείψουν ένα θέμα για να πάνε στο επόμενο. Η εξέταση της γνώσης και της κριτικής ικανότητας κατά τη δική μου γνώμη υποβαθμίστηκε με αυτή την εξέταση».
Σημαντική διαφορά εντοπίστηκε σε κοινό θέμα που όμως έγινε με διαφορετική διατύπωση για το παλαιό και νέο σύστημα. Το εξόχως προβληματικό Δ2 του νέου συστήματος ήταν το Δ1 του παλαιού συστήματος, στο οποίο όμως η διατύπωση είχε αλλάξει με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πρόβλημα στην επίλυση. «Οι επιτροπές είναι διαφορετικές. Η επιτροπή του παλαιού συστήματος προφανώς δεν δέχτηκε να βάλει το θέμα με την παραπλανητική εκφώνηση».
Το κόστος για τους υποψήφιους
«Συνολικά στο νέο σύστημα τα θέματα είναι πάρα πολύ προβληματικά. Θα οδηγήσουν τους βαθμούς πολύ χαμηλότερα ακόμη και από τα περσινά επίπεδα. Κατά την εκτίμησή μου το 17% το θεμάτων ήταν εύκολα, το 44% ήταν μέτρια και το 39% ήταν δύσκολα. Αυτή η άνιση κατανομή του βαθμού δυσκολίας οδηγεί τον μέτριο μαθητή σε πολύ χαμηλές βαθμολογίες και τον καλό σε μέτριες. Δεν δίνεται η δυνατότητα να κριθεί ο μαθητής με βάση το πόσο έχει διαβάσει», σημειώνει η κ. Σιδέρη ενώ εκτιμά: «Θα υπάρξει συσσώρευση των βαθμολογιών κάτω από το 15. Κατά τη δική μου εκτίμηση και ελπίζω να πέφτω έξω πάνω από το 50% των παιδιών θα βρεθούν κάτω από τη βάση. Αυτό δεν επιτρέπεται για τη χημεία που είναι ένα μάθημα το οποίο όταν εξετάζεται δίκαια σου αποδίδει αυτό που έχεις διαβάσει. Μόνο με τρικ μπορεί να σε πετάξει σε αυτές τις βαθμολογίες. Αν θέλω να παγιδεύσω ένα παιδί χρησιμοποιώ μια πολύ δύσκολη ορολογία για να μην μπορεί να καταλάβει τι θέλω. Με αποτέλεσμα να μην εξετάζω τις γνώσεις αλλά την ικανότητα του να αναλύσει ένα κείμενο. Εκεί δημιουργώ πανικό. Όταν ο άλλος δεν καταλαβαίνει το ζητούμενο χάνει χρόνο και την ψυχραιμία του».
«Οι βαθμοί από το 17 έως το 20 θα περιοριστούν πάρα πολύ. Αυτοί που θα πάρουν 17 ή 18 ή 19 είναι αυτοί που στα πολύ εύκολα θέματα θα έπαιρναν 20. Το πρόβλημα θα είναι στις μέσες βαθμολογίες. Όταν οι βαθμοί συσσωρεύονται κοντά στη βάση δεν μπορείς να διακρίνεις αυτόν που έχει προετοιμαστεί, διαβάσει, οργανωθεί σωστά από αυτόν που έχει οργανωθεί μέτρια ή καθόλου. Εκεί θα υπάρξει ζήτημα. Γιατί πολλά παιδιά που είχαν προετοιμαστεί σωστά έχασαν μονάδες όχι επειδή δεν γνώριζαν τις απαντήσεις αλλά επειδή πανικοβλήθηκαν».
Τι πρέπει να γίνει με την βαθμολόγηση;
Το ζήτημα των θεμάτων της χημείας δημιούργησε σοβαρότατο ζήτημα οδηγώντας κάποιους να ζητούν ακόμη και ακύρωση του Δ3 που εξαιτίας της προβληματικής του διατύπωσης επιδέχεται δυο διαφορετικές απαντήσεις. Η κ. Φιλλένια Σιδέρη σημειώνει ότι για να γίνει ακύρωση θέματος θα πρέπει να είναι πάρα πολύ σοβαρό το πρόβλημα κι αυτό γιατί ήδη έχουν εξεταστεί οι φυσικώς αδύνατοι υποψήφιοι (προφορικά εξεταζόμενοι) για τους οποίους δεν μπορεί να υπάρξει επανεξέταση. «Αυτομάτως αν μετά την εξέταση ακυρώσεις θέμα αδικείς μία ευαίσθητη ομάδα παιδιών», σημειώνει. «Θα έλεγα όμως ότι στα αμφισβητούμενα θέματα και αναφέρομαι στο Γ3 του παλαιού συστήματος και στα Α1 Δ2 και Δ3 του νέου δεν θα πρέπει κατά τη βαθμολόγηση να χαθούν όλες οι μονάδες όταν δίνεται η εναλλακτική απάντηση. Στο Δ3 θα πρέπει να δοθούν όλες οι μονάδες είτε ο μαθητής απάντησε την οριζόμενη από την επιτροπή απάντηση, είτε την εναλλακτική της. Και στις δυο περιπτώσεις θα πρέπει να αξιολογηθεί ότι δούλεψε καλά και οι απώλειες ήταν από τη διατύπωση».