Το whistleblowing (που σημαίνει «Καταγγελία δυσλειτουργιών») και οι whistleblowers (που σημαίνει «οι άνθρωποι που φυσάνε τις σφυρίχτρες») είναι έννοιες της σύγχρονης νομικής σκέψης και αντεγκληματικής πολιτικής και αντανακλούν την ανάγκη υιοθέτησής τους στις δικαιικές τάξεις, στο πλαίσιο δράσεων για την αντιμετώπιση της μάστιγας της διαφθοράς με την προσήλωση στη διαφάνεια και τη δικαιοσύνη.
Οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος είναι τα πρόσωπα που καταγγέλλουν, όταν τα διαπιστώνουν στο πλαίσιο της απασχόλησής τους, παραπτώματα που μπορούν να βλάψουν το δημόσιο συμφέρον έχοντας, για παράδειγμα, αρνητικές επιδράσεις στο περιβάλλον, τη δημόσια υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών, καθώς και τα δημόσια οικονομικά, όμως το πεδίο αναφοράς διευρύνεται συνεχώς και περιλαμβάνει όλες τις πτυχές και διαστάσεις του φαινομένου της διαφθοράς.
Κανένας δεν αμφισβητεί σήμερα ότι οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος συμβάλλουν αποφασιστικά στην εξιχνίαση υποθέσεων διαφθοράς, και ιδιαίτερη σημασία έχουν οι νομικές ρυθμίσεις για τον τρόπο και το επίπεδο προστασίας τους από πράξεις αντεκδίκησης, όπως εκφοβισμό, ηθική παρενόχληση, απόλυση από την εργασία, βίαιες συμπεριφορές από συναδέλφους τους ή προϊσταμένους τους και εργοδότες τους, ή υπό άλλη έννοια και εκδοχή, πειθαρχική δίωξη που συνδυάζεται με την άσκηση ψυχολογικής βίας (bullying), εργασιακή απομόνωση (mobbing), υποβιβασμό (demotion), εξοστρακισμό και άλλα.
Σήμερα σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο δεν υπάρχει η ελάχιστη αμφισβήτηση της σημαντικής επιρροής των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος στην αντιμετώπιση της διαφθοράς, και εκείνο που συζητείται και σε ευρωπαϊκό και σε διεθνές επίπεδο είναι η όλο και περισσότερη και επαρκέστερη προστασία τους. Τι συμβαίνει όμως στη χώρα μας με τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος; Πώς και σε ποιο βαθμό προστατεύονται; Αποφεύγοντας την παράθεση των σχετικών νομικών διατάξεων ρητά προβλέπονται τα εξής:
1ον. Υποχρέωση του ελληνικού κράτος και των δημόσιων φορέων του για προστασία της ανωνυμίας τους καθ’ όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας (με απόλυτο τρόπο στο στάδιο της προδικασίας).
2ον. Απαιτείται για την παροχή της προστασίας ρητή συμφωνία του μάρτυρα, διότι αυτό απορρέει από το αναφαίρετο δικαίωμά του για ατομική ελευθερία.
3ον. Μέτρα προστασίας είναι ιδίως η φύλαξη με κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό της Αστυνομίας, η κατάθεση με χρήση ηλεκτρονικών μέσων ηχητικής και οπτικής μετάδοσης, η μη αναγραφή στοιχείων της ταυτότητάς του στην έκθεση εξέτασής του.
4ον. Τα μέτρα αυτά διατάσσονται με αιτιολογημένη διάταξη του αρμόδιου εισαγγελέα, εν προκειμένω της εισαγγελέα Διαφθοράς.
5ον. Τα μέτρα προστασίας διακόπτονται ΜΟΝΟ αν το ζητήσει ο ίδιος ο μάρτυρας ή διαπιστωθεί ότι δεν συνεργάζεται για την επιτυχία των μέτρων αυτών.
6ον. Τα μέτρα προστασίας μπορούν να αρθούν και να γίνει αποκάλυψη του πραγματικού ονόματος του μάρτυρα αυτού ΜΟΝΟ όταν η υπόθεση για την οποία έχει δώσει κατάθεση φτάσει στο ακροατήριο, οπότε μπορεί το δικαστήριο αιτιολογημένα, εάν ζητηθεί από τον εισαγγελέα ή διάδικο ή και αυτεπαγγέλτως, να κάνει την αποκάλυψη αυτή. Εάν όμως δεν γίνει αποκάλυψη των στοιχείων της ταυτότητάς του, μόνη η κατάθεσή του ως τέτοιου μάρτυρα δεν αρκεί για την καταδίκη του κατηγορουμένου.
Μάλιστα κατά την κυρίαρχη άποψη της θεωρίας και επιστήμης και το ίδιο το δικαστήριο μπορεί να εξετάσει τον μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος και με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων ηχητικής και οπτικής μετάδοσης.
Τονίζεται το γεγονός ότι πλέον διεθνώς αναζητούνται όλο και περισσότεροι τρόποι και μέθοδοι προστασίας των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος και, κυρίως, εξέτασής τους με τη διατήρηση της ανωνυμίας τους. Αυτό ασφαλώς προέχει σε κάθε περίπτωση εξέτασής τους και αυτό ακριβώς πρέπει να πρυτανεύσει και τώρα για την εξέτασή τους από επιτροπή της Βουλής.
Μάλιστα στο ερώτημα εάν μπορεί μία τέτοια επιτροπή να άρει τα μέτρα προστασίας, μεταξύ άλλων, της ανωνυμίας τους, η απάντηση είναι προφανώς αρνητική, διότι α) αυτό μπορεί να γίνει μόνο εάν το ζητήσει ο ίδιος ο μάρτυρας, και β) μπορεί το δικαστήριο, όπως προαναφέρθηκε.
Η γνώμη του γράφοντος είναι ότι επιβάλλεται η εξέτασή τους να γίνει στη ΓΑΔΑ, στο ειδικό τμήμα προστασίας μαρτύρων που διαθέτει τη σχετική τεχνολογική υποδομή, με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων ηχητικής και οπτικής μετάδοσης, δηλαδή την τήρηση όσο το δυνατόν περισσότερων μέτρων προστασίας της ανωνυμίας τους, προκειμένου να εξοστρακιστεί κάθε υπόνοια ακυρότητας της διαδικασίας. Και ο νοών νοείτω.
* Ο Σπύρος Λάππας είναι βουλευτής Καρδίτσας με τον ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών