Το σκεπτικό της Εισαγγελέως Σακελλαροπούλου στη δίκη Παπαντωνίου-Κουράκου (15/7/2017)
Σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών έκαστος, εξαγοράσιμη προς 10 ευρώ ημερησίως, και χρηματικό πρόστιμο 10.000 ευρώ για την υποβολή ανακριβούς δήλωσης «πόθεν έσχες» καταδικάστηκαν ο Γιάννος Παπαντωνίου και η σύζυγός του, Σταυρούλα Κουράκου.
Η ίδια ποινή είχε επιβληθεί και πρωτοδίκως. Το ζεύγος Παπαντωνίου δεν παρέστη στη δίκη στο Πεντεμελές Εφετείο.
Η υπόθεση αφορά την ποινική δίωξη που άσκησε σε βάρος τους η Εισαγγελία Διαφθοράς ύστερα από έρευνα που διενεργήθηκε, όταν εντοπίστηκε από τα στοιχεία της λίστας Λαγκάρντ ποσό 1,3 εκατομμυρίων ευρώ σε λογαριασμό της συζύγου του πρώην υπουργού Σταυρούλας Κουράκου. Η δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος του ζευγαριού είναι σε βαθμό πλημμελήματος για τα οικονομικά έτη 2008, 2009 και 2010.
Η εισαγγελέας έδρας, Βιργινίας Σακελλαρόπουλου, Εισαγγελέας Εφετών και ευρύτερα γνωστή και ως εισαγγελέας, στη δίκη του επονομαζόμενου «μικρου Koriopolis», πρότεινε την ενοχή των κατηγορουμένων υποστηρίζοντας ότι «απεδείχθη η τέλεση της πράξης από τους κατηγορουμένους, της υποβολής ανακριβούς δήλωσης περιουσιακής κατάστασης από τον Παπαντωνίου και της άμεσης συνέργειας στην ανωτέρω πράξη από την Κουράκου, δεδομένου ότι αυτή παρέσχε άμεση συνδρομή στον σύζυγό της, συνυπογράφοντας την ανακριβή δήλωση.»
Κατά την αγόρευσή της η κα Βιργίνια Σακελλαροπούλου, μεταξύ άλλων, υποστήριξε τα εξής:
– Η δευτέρα κατηγορουμένη (Κουράκου) το έτος 2000 ανοίγει λογαριασμό σε τράπεζα στη Γενεύη και καταθέτει τρεις φορές στον λογαριασμό το συνολικό χρηματικό ποσό περίπου των 1.400.000 Ευρώ (με ισοτιμία με την δραχμή που ίσχυε τότε). Συγκεκριμένα γίνεται μία κατάθεση τον μήνα Μάιο του έτους 2000 και δύο καταθέσεις τον μήνα Αύγουστο του 2000. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις 31-12-1999, ήτοι πολύ μικρό χρονικό διάστημα πριν τις καταθέσεις αυτές, οι συνολικές καταθέσεις του ζεύγους Παπαντωνίου – Κουράκου σε ελληνικές τράπεζες δεν ξεπερνούν τα 105. 000 Ευρώ, όπως κατέθεσε ο μάρτυρας του ΣΔΟΕ. Είναι φανερό ότι μεταξύ των δύο ανωτέρω ποσών (105.000 και 1.400.000 Ευρώ) υπάρχει μεγάλη διαφορά, η οποία δεν δικαιολογείται, Πού βρέθηκαν τα επιπλέον χρήματα και κατατέθηκαν στην Τράπεζα της Γενεύης: Άγνωστη η προέλευση.
– Από την πλευρά της υπεράσπισης ισχυρίζονται ότι τα χρήματα αποτελούσαν αποταμίευση της Κουράκου για να εξασφαλίσει τα δύο τέκνα της από τον προηγούμενο γάμο της με τον έμπορο αυτοκινήτων Ουσταμπασίδη και ότι αυτό γινόταν εν αγνοία του Γ. Παπαντωνίου, διότι η Κουράκου δεν ήθελε να ξέρει ο Παπαντωνίου αυτό. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης το ποσό αυτό θα περιέρχονταν στα παιδιά της ανωτέρω από τον πρώτο της γάμο μόλις συμπλήρωναν το 25ο έτος της ηλικίας τους. Ισχυρίζονται δε ότι οι αποταμιεύσεις αυτές προέρχονται από τη διατροφή που έδιδε ο Ουσταμπασίδης στην πρώην σύζυγό του (δεύτερη κατηγορουμένη) ως διατροφή των δύο τέκνων τους. Γεννάται όμως το εύλογο ερώτημα: γιατί αυτού του μεγέθους η αποταμίευση δεν έγινε όταν συμβίωνε το ζεύγος Ουσταμπασίδη – Κουράκου; Πώς τότε δεν υπήρχε δυνατότητα ενός τόσο μεγάλου αποθέματος και αντίθετα υπήρχε μετά, όταν η Κουράκου συμβίωνε με τον Παπαντωνίου;
– Γιατί δεν μας έφεραν στοιχεία να δούμε τις αποταμιεύσεις του ζεύγους Ουσταμπασίδη – Κουράκου όταν αυτοί συμβίωναν ως ζεύγος; Είναι κατόπιν τούτου βέβαιο ότι τα χρήματα αυτά της κατάθεσης στην Τράπεζα της Γενεύης προέρχονται όχι από τον Ουσταμπασίδη, αλλά από τον κατηγορούμενο Παπαντωνίου με άγνωστη βέβαια προέλευση. Άλλωστε από την κατάθεση του πρώην συζύγου της Κουράκου, ήτοι του Ουσταμπασίδη, που ανεγνώσθη στο ακροατήριο, συνάγεται ότι αυτός έδιδε στην πρώην σύζυγό του (Κουράκου) περίπου 20.000- 30.000 Ευρώ το χρόνο ως διατροφή των δύο παιδιών τους. Εννοείται ότι το ποσό αυτό καταναλώνονταν για διατροφή, σχολεία των παιδιών κ.λπ. Πού λοιπόν βρέθηκε το μεγάλο αυτό ποσό που κατέθεσε η κατηγορουμένη Κουράκου στην αλλοδαπή τράπεζα;
– Αξίζει να σημειωθεί ότι τα χρήματα αυτά το έτος 2010 επαναπατρίσθηκαν κάνοντας οι κατηγορούμενοι χρήση ευνοικών διατάξεων και τοποθετήθηκαν σε λογαριασμούς των δύο παιδιών της Κουράκου. Δηλαδή θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι σταθμοί είναι τρεις: Πρώτος σταθμός: το έτος 2000 που δημιουργείται από την κατηγορουμένη ο λογαριασμός στην αλλοδαπή και κατατίθεται το συνολικό ποσό περίπου των 1.400.000 Ευρώ. Δεύτερος σταθμός: το έτος 2008 που δημιουργείται το trust, για το οποίο θα κάνω λόγο κατωτέρω. Τρίτος σταθμός: το 2010, που επαναπατρίζονται τα χρήματα και κατατίθενται σε λογαριασμούς των παιδιών της κατηγορουμένης.
– Σχετικά με τον ισχυρισμό ότι ο Παπαντωνίου δεν γνώριζε την κατάθεση, φρονώ ότι αυτός ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος διότι: 1)Η Κουράκου είναι σύζυγος του Παπαντωνίου,2) οι ανωτέρω συμβίωναν, 3)δεν υπήρχε κανένας λόγος να μην γνωρίζει ο Παπαντωνίου την ύπαρξη των χρημάτων και 4) η υπεράσπιση λέει ότι οικονομολόγος φίλος του Παπαντωνίου συμβούλευσε την σύζυγο του Παπαντωνίου, εν αγνοία του Παπαντωνίου, να ιδρύσει το trust, το οποίο θα ήταν ο κύριος των χρημάτων. Γεννάται εύλογα το ερώτημα: Ο από το έτος 1985 φίλος του Παπαντωνίου δίδει συμβουλές στην σύζυγο του Παπαντωνίου για ένα τόσο σοβαρό θέμα που μπορεί, αν αποκαλυφθεί, να εκθέσει σοβαρά τον Παπαντωνίου, εν αγνοία του φίλου του; Θεωρώ ότι αυτό δεν συμβαδίζει με τη λογική.
– Σχετικά με τον ισχυρισμό ότι κύριος των χρημάτων δεν είναι η ιδρυτής του trust,ήτοι η Κουράκου, αλλά το trust , θα πρέπει να λεχθεί ότι το καταπίστευμα που είχε δημιουργηθεί ήταν ανακλητό ανά πάσα στιγμή, δηλαδή η Κουράκου μπορούσε να ανακαλέσει και να πάρει τα χρήματα ανά πάσα στιγμή. Αλλά και από την άλλη πλευρά δημιουργώντας αυτήν την κατασκευή θα δύναται ο οιοσδήποτε να βγάζει τεράστια ποσά χρημάτων στο εξωτερικό, να δημιουργεί το trust και μετά να μην εμφανίζεται πουθενά ως κύριος των χρημάτων. Δηλαδή θα δύναται ο οισδήποτε να δημιουργεί ένα μόρφωμα που του επιτρέπει να είναι κύριος των χρημάτων, να είναι ο επωφελούμενος από αυτά, αλλά να μην εμφανίζεται ως τέτοιος στους τρίτους και να μην έχει και υποχρέωση να τα δηλώνει.
– Σχετικά με τον τελευταίο ισχυρισμό της υπεράσπισης περί ύπαρξης συγγνωστής νομικής πλάνης στους κατηγορουμένους, δηλαδή ότι δεν ήξεραν εάν έπρεπε να δηλώσουν τα χρήματα αυτά στην δήλωση <<πόθεν έσχες>>. Οπωσδήποτε δεν συντρέχει νομική πλάνη. Οιοσδήποτε πολίτης, εάν βέβαια ήθελε να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του, εάν είχε αυτή την απορία σχετικά με τη δήλωση ενός τόσο μεγάλου χρηματικού ποσού θα φρόντιζε να ρωτήσει τους αρμοδίους όχι μία, όχι δύο, αλλά εκατό φορές σχετικά με την υποχρέωσή του αυτή. Οι κατηγορούμενοι πώς δεν φρόντισαν να το πληροφορηθούν;