«Είναι καιρός η Τουρκία να αναθεωρήσει επιτέλους τη στάση της και να συμμορφωθεί με τις επιταγές του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, προς όφελος της σταθερότητας και της συνεργασίας στην περιοχή», αναφέρεται μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών αναφορικά με επιστολή του Τούρκου Μονίμου Αντιπροσώπου στον ΟΗΕ για θαλάσσιες ζώνες.
Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση του ΥΠΕΞ «οι τουρκικοί ισχυρισμοί που περιλαμβάνονται στην από 13 Νοεμβρίου επιστολή του Τούρκου Μονίμου Αντιπροσώπου στα ΗΕ για δικαιώματα της Τουρκίας σε θαλάσσιες ζώνες της Ανατολικής Μεσογείου δεν είναι καινοφανείς και έχουν κατ’ επανάληψη απαντηθεί με επιστολές μας προς τα ΗΕ.
Όπως έχουμε δηλώσει στις επιστολές αυτές, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, τα νησιά, ανεξαρτήτως μεγέθους, έχουν πλήρη δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες όπως και τα ηπειρωτικά εδάφη. Η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ μεταξύ κρατών με παρακείμενες ή έναντι ακτές (είτε ηπειρωτικές είτε νησιωτικές) θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, με βάση τις αρχές της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής.
Οι τουρκικοί ισχυρισμοί και η αναφορά σε συγκεκριμένες συντεταγμένες είναι νομικά αβάσιμοι, εσφαλμένοι και αυθαίρετοι, στο βαθμό που παραβιάζουν κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος στην περιοχή».
Η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ συνεχίζει ως εξής: «Επίσης, η αναφορά στην εν λόγω επιστολή σε δικαιώματα της Τουρκίας δυτικά του 28ου μεσημβρινού μέχρι σημείου, «οποίο θα καθορισθεί βάσει μελλοντικών συμφωνιών οριοθέτησης στο Αιγαίο καθώς και στην Μεσόγειο, με όλα τα εμπλεκόμενα κράτη», συνιστά ανοικτή παρέμβαση στο δικαίωμα της Ελλάδος να συνομολογεί συμφωνίες οριοθέτησης με τρίτα κράτη.
Η Ελλάδα απορρίπτει τους παράνομους τουρκικούς ισχυρισμούς και επιφυλάσσεται να απαντήσει καταλλήλως.
Κατά συνέπεια, η εν λόγω επιστολή, ως αντιβαίνουσα στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, απορρίπτεται στο σύνολό της και δεν παράγει καμία έννομη συνέπεια ως προς τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.
Είναι καιρός η Τουρκία να αναθεωρήσει επιτέλους τη στάση της και να συμμορφωθεί με τις επιταγές του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, προς όφελος της σταθερότητας και της συνεργασίας στην περιοχή».