Το τελευταίο διάστημα ακούγεται από επίσημα χείλη η επανεξέταση της εκδοθείσης ΚΥΑ για το Ελληνικό, υπό το φως της απόφασης του ΣτΕ. Πρόκειται για την Κοινή Υπουργική Απόφαση που αφορά το Μητροπολιτικό Πάρκο του Ελληνικού (ΦΕΚ Β’ 2792/04.07.2019).
Είχε προηγηθεί η έκδοση της απόφασης της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού (16.5.2019) «Έγκριση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου ‘Εφαρμογή του Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού – Αγίου Κοσμά’, Περιφέρειας Αττικής», κατόπιν γνωμοδότησης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Η παραπάνω ενιαία μελέτη, όπως είναι προφανές, αφορούσε στο σύνολο του έργου, συνακολούθως δε και οι όροι που τέθηκαν από το ΚΑΣ και ενσωματώθηκαν στην Υπουργική Απόφαση. Η εκδοθείσα ΚΥΑ αφορά μόνο στην οργάνωση του Πάρκου, υπολειπομένων δύο ακόμη ΚΥΑ, που αφορούν στις ζώνες πολεοδόμησης και ανάπτυξης αντιστοίχως.
Ποια είναι άραγε τα θέματα που πρέπει να επανεξετάσει το Συμβούλιο υπό το πρίσμα των αποφάσεων του ΣτΕ; Και μάλιστα κατόπιν σχετικής αίτησης θεραπείας που υπέβαλε η «Ελληνικό Α.Ε.»; Η εκπεφρασμένη αγωνία της επενδύτριας εταιρείας, κατά τον χρόνο έκδοσης της ΚΥΑ, αφορούσε στο ενδεχόμενο απόρριψης του Π.Δ. έγκρισης του ΣΟΑ, κάνοντας δεκτό κάποιον λόγο ακύρωσή του.
Το ερώτημα επομένως είναι εύλογο, καθώς το ΣτΕ στην υπ’ αρ. 1305/2016 απόφαση της Ολομελείας του, σε κάθε περίπτωση, δεν απέρριψε το προσβληθέν Π.Δ., με το περιεχόμενο του οποίου εναρμονίζονται και οι όροι που έθεσε το ΚΑΣ και συνακολούθως η Υπουργική Απόφαση που τελικά ενσωμάτωσε σε μεγάλο βαθμό η ΚΥΑ.
Αποδείχθηκε δηλαδή ότι ο ρόλος του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού είχε διττό θετικό αποτέλεσμα: την προστασία και ανάδειξη των αρχαιολογικών χώρων και των αρχαίων και νεώτερων μνημείων αλλά και την εξασφάλιση την νομιμότητας της προτεινόμενης επένδυσης του Ελληνικού.
Απόπειρα παραπλάνησης;
Είναι πρόδηλο από την ανάγνωση της απόφασης του ΣτΕ ότι οι όροι που έθεσε το ΥΠΠΟΑ κρίθηκαν ως απόλυτα επαρκείς για την επιβεβλημένη από το σύνταγμα προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος. Μήπως επιχειρείται μια απόπειρα παραπλάνησης περί του σκεπτικού της απόφασης, προκειμένου να επανεισαχθεί το θέμα στα Συμβούλια κατά παραγγελία των παραπονούμενων;
Το αποτέλεσμα θα είναι πολύ χειρότερο από την τροποποίηση μιας ΚΥΑ, ακόμη κι αν αφορά την «εμβληματικότερη επένδυση». Το αποτέλεσμα, πέραν του ότι θα συμπαρασύρει το σύνολο των υπό έκδοση για το Ελληνικό ΚΥΑ, εγκυμονεί τον κίνδυνο να συμπαρασύρει το σκεπτικό του συγκροτούμενου ΚΑΣ και του συνόλου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας σε ατραπούς ελλιπούς και πλημμελούς προστασίας χώρων, τόπων και συνόλων στο πλαίσιο χωρικών ρυθμίσεων.
Η πέτρα του σκανδάλου είναι προφανώς ο όρος της ΥΑ της 6ης, Νοεμβρίου 2017, που ορίζει ότι: “Σε κάθε περίπτωση το υπέρμετρο ύψος δεν συνάδει με την ύπαρξη αρχαιοτήτων και το ιστορικό αττικό τοπίο και κρίνεται σκόπιμο να επανεξεταστούν τα προτεινόμενα υψηλά κτήρια κατά την εκπόνηση των πολεοδομικών μελετών”. Ας σημειωθεί εδώ ότι η συγκεκριμένη γνωμοδότηση και η συνακόλουθη Υπουργική Απόφαση δεν αρνούνται την ανέγερση υψηλών κτηρίων.
Το πνεύμα του όρου ενσωματώθηκε σε έναν βαθμό στο προσβληθέν Π.Δ. ως εξής: «Τα υψηλά κτήρια, όπως αυτά προσδιορίζονται στο άρθρο 3 του παρόντος, χωροθετούνται με τρόπο που να εξασφαλίζει την αισθητική ενότητα αυτών, τόσο στο επίπεδο των μεμονωμένων κτηρίων όσο και στο επίπεδο ενιαίων συνόλων, σε συνάρτηση με την ογκοπλαστική τους διαμόρφωση, τις αρχιτεκτονικές τους μορφές και την υλικότητά τους. Ειδικότερα, για την καλύτερη δυνατή ένταξη των υψηλών κτηρίων ειδικής αρχιτεκτονικής σχεδίασης στον άμεσο και ευρύτερο χώρο τους, υιοθετούνται νέα πρότυπα σχεδιασμού που συνδιαλέγονται με το αττικό και μεσογειακό παραθαλάσσιο αστικό, φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον» (περ. β΄παρ. 3 αρ. 2 Π.Δ.).
Στο ίδιο πνεύμα, η εκδοθείσα ΚΥΑ περιλαμβάνει όρο που προβλέπει τη συμμετοχή των αρμόδιων υπηρεσιών του ΥΠΠΟΑ κατά το στάδιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των κτηριακών ενοτήτων και όρο για την έγκριση των μελετών που αφορούν στο περιβάλλον των μνημείων. Σημειωτέον, ότι ο όρος τούτος ούτως ή άλλως θα ετίθετο από οποιοδήποτε ΚΑΣ σεβόταν τον ρόλο του και την αρχαιολογική νομοθεσία, δυνάμει της οποίας γνωμοδοτεί.
Η ίδια η απόφαση βέβαια αναγνωρίζει την αρμοδιότητα του ΥΠΠΟΑ να εγκρίνει (ανεπιφυλάκτως ή υπό όρους) το σχέδιο, ενόψει της περιγραφόμενης κήρυξης και οριοθέτησης αρχαιολογικών χώρων και χαρακτηρισμού κτηρίων ως νεοτέρων μνημείων, «καθώς και του γεγονότος ότι το ΣΟΑ προβλέπει τη δόμηση της περιοχής, και μάλιστα με αριθμό υψηλών κτηρίων ειδικής αρχιτεκτονικής σχεδίασης».
Η ρήτρα για το υπέρμετρο ύψος των ουρανοξυστών
Η βασιμότητα της ρήτρας του ΥΠΠΟΑ, το αν συνάδει δηλαδή το υπέρμετρο ύψος των 200μ. με το ιστορικό αττικό τοπίο και την ύπαρξη αρχαιοτήτων, θα κριθεί αν γίνει το έργο. Ο ρόλος του υπουργείου Πολιτισμού κατά το στάδιο των εγκρίσεων σχεδίων χωρικής ρύθμισης είναι αναμφισβήτητος.
Τα μνημεία, οι αρχαιολογικοί χώροι και οι ιστορικοί τόποι δεν μπορούν να ιδωθούν και να κατανοηθούν έξω από το περιβάλλον τους, έξω από τον χώρο που τα περιβάλλει και προς τούτο κατατείνει ο Ν. 3028/2002, σκοπεύοντας στη σύγκλιση μεταξύ πολεοδομικού σχεδιασμού και μιας πολιτικής προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Προς τούτο, η προστασία και η ανάδειξή τους προτάσσεται ως στόχος, μεταξύ άλλων, οποιουδήποτε επιπέδου χωροταξικού, αναπτυξιακού, περιβαλλοντικού και πολεοδομικού σχεδιασμού (αρ. 3 παρ. 2, Ν. 3028/2002). Το ΥΠΠΟΑ επιτελεί τον παραπάνω ρόλο ερειδόμενο πάντα στην αρχαιολογική νομοθεσία και όχι σε γενικές διατάξεις περί προστασίας του περιβάλλοντος και προστασίας του φυσικού τοπίου.
Στις ειδικές διατάξεις του αρχαιολογικού νόμου βασίστηκε και η αιτιολογία της ρήτρας περί του υπέρμετρου ύψους των ουρανοξυστών και της ανάγκης επανεξέτασής του, χωρίς το ΥΠΠΟΑ να αρνείται γενικώς την ανέγερσή τους.
Η αναφορά στα υψηλά κτήρια καθιστά σαφές ότι γίνονται αποδεκτά διότι το ΥΠΠΟΑ έχει προβλέψει την εξέτασή τους με την υποβολή των σχετικών μελετών προς έλεγχο, από τον οποίο θα εξαρτηθεί και το τελικό ύψος τους έτσι ώστε να μην προκαλείται από αυτά έμμεση βλάβη τόσο στα ιστάμενα μνημεία όσο και στους αρχαιολογικούς χώρους με τους οποίους γειτνιάζουν.
Η έκταση, η ένταση και η κλίμακα των επιχειρούμενων έργων και δραστηριοτήτων, ο μητροπολιτικός και μάλιστα υπερτοπικός χαρακτήρας της σχεδιαζόμενης επέμβασης, όπως μαρτυρεί και η ίδια η ονομασία «Μητροπολιτικός Πόλος Περιφέρειας Αττικής», το μέγεθος και το εύρος του σχεδιασμού καθιστούσαν το έργο συνολικά «πλησίον» μνημείων κατά την έννοια του αρ. 10 του ν. 3028/2002 και αιτιολογούσαν κατά την επιστημονική συνείδηση των μελών του ΚΑΣ τη διατύπωση σχετικής γνώμης.
Ποιων μνημείων; Τόσο αυτών που βρίσκονται εντός των δύο κηρυγμένων και οριοθετημένων αρχαιολογικών χώρων αλλά και των κειμένων διάσπαρτα στο σύνολο της έκτασης του Μητροπολιτικού Πόλου, όσο και των ευρισκομένων στο περιβάλλον τους, και για τον λόγο αυτό υπήρξε η συγκεκριμένη διατύπωση στη γνωμοδότηση και συνακόλουθα στην εκδοθείσα Υ.Α., έστω και ως ευχή αν την λάβει κανείς. “Σε κάθε περίπτωση το υπέρμετρο ύψος δεν συνάδει με την ύπαρξη αρχαιοτήτων και το ιστορικό αττικό τοπίο και κρίνεται σκόπιμο να επανεξεταστούν τα προτεινόμενα υψηλά κτήρια κατά την εκπόνηση των πολεοδομικών μελετών”.
Τα παραπάνω μνημεία και χώροι συναποτελούν και συμπυκνώνουν την ιστορικότητα του αττικού τοπίου, του πολιτιστικού δηλαδή, ανθρωπογενούς περιβάλλοντος παγκόσμιας αρχαιολογικής αξίας, που σώζει τη μνήμη τόσο σε επίπεδο ιστορικότητας όσο και σε επίπεδο σχηματισμού ως αποτέλεσμα διαντίδρασης του φυσικού περιβάλλοντος με τα ανθρωπογενή στοιχεία.
Προς τούτο εξάλλου συνηγόρησε η διόλου ευκαταφρόνητη μειοψηφία εννέα Συμβούλων της Επικρατείας, που έκρινε μόνο αρμόδιο το ΥΠΠΟΑ να θέσει όρους για τα υψηλά κτήρια του Μητροπολιτικού Πόλου σε σχέση με τον Ιερό Βράχο, μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς το οποίο σηματοδοτεί το «ιστορικό αττικό τοπίο».
Απολύτως αιτιολογημένα διατύπωσε η μειοψηφία ότι η από 6.11.2017 Υπουργική Απόφαση, εκδόθηκε αρμοδίως βάσει των ειδικών διατάξεων του ν. 3028/2002, «και όχι κατ’ εφαρμογή των γενικών διατάξεων για την προστασία της φύσεως και του τοπίου», που παρέχουν σε άλλα όργανα τις σχετικές με την τήρηση της νομοθεσίας εκείνης εξουσίες.
Αντί επιλόγου
Η έκδοση αποφάσεων που αφορούν στην προστασία και την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς κατά παραγγελία οικονομικών, επιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων, η ανατροπή ειλημμένων αποφάσεων με τη δημιουργία αναληθών και αλγεινών εντυπώσεων για λόγους δήθεν νομιμότητας, δεν περιποιεί τιμή στους εμπνευστές και αυτουργούς τους.
Η εσκεμμένη πρόκληση σύγχυσης περί των ανωτέρω εννοιών και η συνακόλουθη πλάνη περί τα πράγματα προφανώς προμηνύει νέα ήθη για την πολιτική προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς και λειτουργεί ως προάγγελος κακών επών.