Oι ταμιευτήρες στο Τσενάι, την έκτη μεγαλύτερη πόλη της Ινδίας, είναι σχεδόν στεγνοί αυτή τη στιγμή. Πέρυσι, οι κάτοικοι του Κέιπ Τάουν στη Νότια Αφρική μόλις που απέφυγαν την αποκαλούμενη «Μέρα Μηδέν», τη μέρα που το νερό δεν θα τρέχει πλέον από τις βρύσες. Και την προηγούμενη χρονιά, η Ρώμη αναγκάστηκε να διακόψει την παροχή νερού κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Οι λόγοι για αυτές τις κρίσεις έχουν πολύ πιο βαθιές αιτίες από τα φαινόμενα της ξηρασίας. Μέσα από νέα υδρολογικά μοντέλα, η διεθνής οργάνωση World Resources Institute (WRI) διαπίστωσε ότι οι ελλείψεις νερού σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν υπερδιπλασιαστεί από τη δεκαετία του 1960 λόγω της αυξανόμενης ζήτησης – και δεν δείχνουν κανένα σημάδι επιβράδυνσης.
Τα νέα στοιχεία της WRI αποκαλύπτουν ότι 17 χώρες που συγκεντρώνουν το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού αντιμετωπίζουν «εξαιρετικά υψηλά» επίπεδα λειψυδρίας, καθώς η αρδευόμενη γεωργία, οι βιομηχανίες και οι δήμοι αντλούν περισσότερο από το 80% των υδατικών αποθεμάτων τους κάθε χρόνο. Σαράντα τέσσερις χώρες, που ανήκουν στο ένα τρίτο του κόσμου, αντιμετωπίζουν «υψηλά» επίπεδα λειψυδρίας, αφού, κατά μέσο όρο, αντλούν πάνω από το 40% των διαθέσιμων αποθεμάτων τους κάθε χρόνο. Ενα τέτοιο μικρό περιθώριο μεταξύ προσφοράς και ζήτησης αφήνει τις χώρες ευάλωτες σε διακυμάνσεις, όπως ξηρασία ή αυξημένη ανάληψη νερού. Γι’ αυτό και βλέπουμε όλο και περισσότερες κοινότητες να έρχονται αντιμέτωπες με τη δική τους «Μέρα Μηδέν» και άλλες σχετικές με το νερό κρίσεις.
Η έλλειψη νερού δημιουργεί σοβαρές απειλές για την ανθρώπινη ζωή, τον βιοπορισμό και την επιχειρηματική σταθερότητα. Και η κατάσταση θα επιδεινωθεί εάν δεν δράσουν οι χώρες αφού η αύξηση του πληθυσμού, η κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη και η αστικοποίηση αυξάνουν τις απαιτήσεις για νερό, ενώ η αλλαγή του κλίματος μπορεί να κάνει τις βροχοπτώσεις και τη ζήτηση πιο μεταβλητές.
Οικονομικές απώλειες
Η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική είναι οι περιοχές όπου επικρατεί η μεγαλύτερη λειψυδρία στον πλανήτη. Δώδεκα από τις 17 χώρες με τη μεγαλύτερη ανεπάρκεια νερού βρίσκονται σε περιοχές που είναι ζεστές και ξηρές, οπότε τα υδατικά αποθέματα είναι χαμηλά, αλλά οι αυξανόμενες απαιτήσεις για νερό έχουν οδηγήσει αυτές τις χώρες σε ακόμη πιο ακραίες συνθήκες.
Η αλλαγή του κλίματος περιπλέκει περαιτέρω το πρόβλημα: η Παγκόσμια Τράπεζα διαπίστωσε ότι οι περιοχές αυτές έχουν τις μεγαλύτερες οικονομικές απώλειες από τη λειψυδρία που σχετίζεται με το κλίμα, υπολογιζόμενες στο 6-14% του ΑΕΠ έως το 2050.
Ωστόσο, υπάρχουν αναξιοποίητες ευκαιρίες για την ενίσχυση της υδατικής ασφάλειας στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, δεδομένου ότι περίπου το 82% των λυμάτων της περιοχής δεν επαναχρησιμοποιούνται, παρ’ όλο που η αξιοποίηση αυτού του πόρου θα δημιουργούσε μια νέα πηγή καθαρού νερού.
Κάποιες χώρες βρίσκονται ψηλά στην επεξεργασία και την επαναχρησιμοποίηση του νερού. Το Ομάν, για παράδειγμα, που κατατάσσεται στη 16η θέση στον κατάλογο των χωρών που υποφέρουν από λειψυδρία, διαχειρίζεται το 100% των λυμάτων που συλλέγονται και επαναχρησιμοποιεί το 78%.
Περίπου το 84% όλων των αποβλήτων που συλλέγονται στις χώρες του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (Μπαχρέιν, Κουβέιτ, Ομάν, Κατάρ, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) το διαχειρίζονται σε ασφαλή επίπεδα, αλλά μόνο το 44% συνεχίζει να χρησιμοποιείται εκ νέου.
Η λειψυδρία στην Ινδία
Πέρυσι, το Εθνικό Ιδρυμα για τη Μεταμόρφωση της Ινδίας (NITI Aayog), μια κυβερνητική ερευνητική υπηρεσία, ανέφερε ότι η χώρα «υποφέρει από τη χειρότερη υδατική κρίση στην ιστορία της και ότι απειλούνται εκατομμύρια ζωές και ο βιοπορισμός».
Η Ινδία κατατάσσεται στη 13η θέση των χωρών που αντιμετωπίζουν έλλειψη νερού και έχει τριπλάσιο πληθυσμό σε σχέση με τις άλλες 17 χώρες που αντιμετωπίζουν ανάλογο πρόβλημα.
Τα νέα δεδομένα της WRI περιλαμβάνουν για πρώτη φορά στοιχεία και για τα επιφανειακά και για τα υπόγεια ύδατα. Εκτός από τους ποταμούς, τις λίμνες και τα ρέματα, τα υπόγεια ύδατα της Ινδίας είναι υπεραντλημένα, κυρίως για την άρδευση. Ορισμένοι υδροφόροι ορίζοντες στα βόρεια της χώρας μειώθηκαν σε ποσοστό μεγαλύτερο από 8% ετησίως από το 1990 έως το 2014.
Η Ινδία αρχίζει να λαμβάνει σημαντικά μέτρα για τον μετριασμό της υδατικής κρίσης, μεταξύ αυτών και τη δημιουργία ενός υπουργείου που δίνει προτεραιότητα σε όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με το νερό -συμπεριλαμβανομένης της προσφοράς του πόσιμου ύδατος και της υγιεινής-, κάτω από μια εθνική κυβερνητική ομπρέλα.
Αλλες λύσεις που θα μπορούσε να ακολουθήσει η χώρα είναι η αποτελεσματικότερη άρδευση, η συντήρηση και η αποκατάσταση των λιμνών, των πλημμυρικών περιοχών και η συλλογή και αποθήκευση των ομβρίων υδάτων.
Ωστόσο, η λειψυδρία δεν είναι απαραίτητα το πεπρωμένο μας. Ακόμη και χώρες με σχετικά υψηλό έλλειμμα νερού εξασφάλισαν την αποτελεσματική παροχή του μέσω της σωστής διαχείρισης.
Η Σαουδική Αραβία, για παράδειγμα, κατατάσσεται στην 8η θέση στη λίστα των χωρών που είναι αντιμέτωπες με τη λειψυδρία, αλλά ακολουθεί ένα πρόγραμμα μείωσης της χρήσης του νερού κατά 43% μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, βρίσκεται στην 26η θέση στη σχετική λίστα ανάμεσα σε 164 χώρες και στη δεύτερη υψηλού κινδύνου ομάδα των χωρών που αντιμετωπίζουν «υψηλά» επίπεδα λειψυδρίας.