Εδώ δεν είναι παίξε γέλασε, εδώ είναι Βαλκάνια.
Ο,τι προκύπτει σήμερα έχει παλιές ρίζες, όπως και το λεγόμενο σκοπιανό. Το πατρόν για να δημιουργηθεί το ζήτημα του ονόματος της FYROM έχει κοπεί, πολλές δεκαετίες πριν, στα μέτρα των εκάστοτε συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων (και των κατά τόπους υποστηρικτών τους) στην άκρη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Τα παζάρια και οι διαγκωνισμοί μεταξύ τους για ζώνες επιρροής και κυριαρχίας στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας αποτυπώθηκαν ήδη από τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στα προβλήματα που φτάνουν ως τις μέρες μας. Το «διαίρει και βασίλευε» για ανακατατάξεις άλλοτε εδαφών και άλλοτε πεδίων οικονομικής επικυριαρχίας έχει μακρά πορεία, από το τέλος του 19ου αιώνα και το Ανατολικό Ζήτημα ως τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αργότερα, αρχές του ’90, ο διαμελισμός της Γιουγκοσλαβίας, υπό την καθοδήγηση ΗΠΑ και ΕΕ, ήταν η τραγωδία που έδωσε, μεταξύ άλλων, και το λάκτισμα για να ανανεώνεται το «παιχνίδι της φωτιάς» με αλυτρωτισμούς στην περιοχή. Τότε η χρήση του όρου «Μακεδονία» στο αυτόνομο πια κράτος της πρώην γιουγκοσλαβικής δημοκρατίας με πρωτεύουσα τα Σκόπια απέκτησε τεράστιο βάρος, πολλά βαρίδια και μεγάλη βαρύτητα… Τα τελευταία 28 χρόνια 14 κυβερνήσεις στην Ελλάδα διαδέχτηκαν η μια την άλλη χωρίς να έχει επιλυθεί το ζήτημα της ονομασίας της FYROM.
Σήμερα οι δυο χώρες, υπό νέες συνθήκες και με ισχυρή την πίεση της επιδιωκόμενης από τις μεγάλες δυνάμεις διεύρυνσης του ΝΑΤΟ αλλά και της ΕΕ προς τα δυτικά, κρατούν στα χέρια τους μια συμφωνία εύθραυστων ισορροπιών όχι μόνο με όρους καλής γειτονίας αλλά και ρόλων στη γεωστρατηγική σκακιέρα. Ομως η σέπια του χρόνου που πέρασε έχει αφήσει τα ίχνη της.
Η «μακεδονική σαλάτα»
Ο εθνικισμός «των άλλων» και ο «δικός μας» έχει στο προσκέφαλο των στερεοτυπικών αντιλήψεων του τη «δική του» μία και μόνη Μακεδονία. Αν και ιστορικά ο όρος «Μακεδονία» αφορά τον πολιτισμό των αρχαίων Μακεδόνων, που αποτελούν «αδιαμφισβήτητο κομμάτι της ελληνικής ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς», γεωγραφικά ο όρος αυτός αναφέρεται σε μια ευρύτερη περιοχή. Ωστόσο το επίσημο ελληνικό κράτος, έχοντας υπογράψει τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913), «τον χωρισμό δηλαδή της μείζονος Μακεδονίας σε τρία κράτη (Ελλάδα 51%, Γιουγκοσλαβία 38% και Βουλγαρία 10%), αποδεχόταν, μέχρι το 1992 τουλάχιστον, τόσο την εθνική κυριαρχία των κρατών αυτών όσο και τη χρήση των όρων “Γιουγκοσλαβική Μακεδονία” και “Μακεδονία του Πιρίν” από τη Βουλγαρία» (από τη μεταπτυχιακή εργασία της Σταματίας Δεδικούση «Διένεξη για την ονομασία της Δημοκρατίας της Μακεδονίας μέσα από τις στήλες των αναγνωστών του αθηναϊκού Τύπου», τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας Πανεπιστημίου Αιγαίου, 2013).
Η ιστορική σκιαγράφηση του ζητήματος πάει πίσω στον ρωσοτουρκικό πόλεμο (1877-78), όταν αρχίζει σχηματικά η αποσάθρωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μαυροβούνιο, Σερβία και Ρουμανία ανεξαρτητοποιούνται πλήρως, δημιουργείται αυτόνομη ηγεμονία της Βουλγαρίας με έντονα καλλιεργούμενο μεγαλοϊδεατισμό, ενώ εκκινεί μια μεγάλη περιπέτεια για τους λαούς της περιοχής. Οι μεγάλες δυνάμεις, περιλαμβανομένης της Αγγλίας και της Γαλλίας, παρεμβαίνουν έμμεσα έχοντας βλέψεις στην περιοχή και στη Μακεδονία, ως τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ξεκινούν πολεμικές συγκρούσεις (1880-1908) στις οποίες μετέχουν Βούλγαροι, Ελληνες, Σέρβοι, Τούρκοι, Ρουμάνοι. Οι Ελληνες υπερασπίζονται τη γη τους κατά της επεκτατικής επίθεσης των Βούλγαρων κομιτατζήδων (1904-1908 «Μακεδονικός αγώνας»). Κορύφωση, το 1912-13. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου σήμανε τη λήξη του και αποτέλεσε τη ληξιαρχική πράξη θανάτου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στις 10 Αυγούστου 1913, οπότε δινόταν τέλος στον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο, με ήττα της Βουλγαρίας. Ηταν τότε που υπογράφηκε η τμήση της περιοχής της Μακεδονίας και ο διαμοιρασμός της σε Ελλάδα, Σερβία, Βουλγαρία. Οπως σημειώνει στην ιστοσελίδα του το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, ο όρος «Μακεδονία», γεωγραφικά, «αναφέρεται σε μια ευρύτερη περιοχή που εκτείνεται στο σημερινό έδαφος διαφόρων βαλκανικών χωρών, με το μεγαλύτερο τμήμα της να βρίσκεται στην Ελλάδα και άλλα μικρότερα τμήματά της στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, τη Βουλγαρία και την Αλβανία».
Πάντως δεν είναι άνευ σημασίας ότι από χρόνια πολλοί παράγοντες της ελληνικής πολιτικής σκηνής αλλά και «μακεδονομάχοι» των συλλαλητηρίων έχουν σβήσει αυτή την προϊστορία, κάνοντας καριέρα με την… αντισκοπιανή ονοματολογία, όπως ο βουλευτής της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς, πρώην πρωθυπουργός, πρώην υπουργός Εξωτερικών της ΝΔ και πρώην επικεφαλής της Πολιτικής Ανοιξης – το κόμμα που ίδρυσε το 1993 έχοντας αποπεμφθεί από τη ΝΔ επί Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για τη στάση του στο ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ μετά την απόσχιση από την ενιαία Γιουγκοσλαβία. Παράλληλα, είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Στέλιος Παπαθεµελής μιλούσε, τον Νοέμβριο του 1992, για «ιδεολόγηµα της τάχα διαιρεµένης Μακεδονίας», στο οποίο, έλεγε, έχουν παγιδευτεί ουκ ολίγοι – σε αυτούς περιλάμβανε και τον τότε υπουργό Εξωτερικών της κυβέρνησης Μητσοτάκη (7.8.1992-13.10.1993) Μιχάλη Παπακωνσταντίνου.
Από τον Τίτο στη διαμελισμένη Γιουγκοσλαβία
Κατά την επίσημη ρητορική της χώρας μας, οι πιο κοντινές ρίζες του ζητήματος του «Μακεδονικού» ανάγονται «στην επαύριο του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, όταν ο στρατάρχης Τίτο διαχώρισε από τη Σερβία την περιοχή που καλείτο μέχρι τότε Vardar Banovina (δηλαδή τη σημερινή πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας), χορηγώντας της καθεστώς ομόσπονδης συνιστώσας της τότε νέας ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας και μετονομάζοντάς την αρχικά σε “Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας” και, στη συνέχεια, σε “Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας”. Παράλληλα, άρχισε να καλλιεργεί την ιδέα ενός χωριστού και διακριτού “μακεδονικού έθνους”». Ομως, αυτού του τύπου οι αναφορές περί «μακεδονικής εθνικής συνείδησης» του Τίτο ως ηγέτη της τότε Γιουγκοσλαβίας προκαλούσαν ήπιες έως επιδερμικά κριτικές αντιδράσεις από τον αμερικανικό παράγοντα αλλά και από τις μετεμφυλιακές ελληνικές κυβερνήσεις λόγω της ρήξης του Τίτο με τη Σοβιετική Ενωση, με την οποία η Δύση ήταν σε σύγκρουση – τα σχέδια των ΗΠΑ και των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων ευνοούνταν από εστίες προβλημάτων στην περιοχή.
Ομως με την απαρχή της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας δόθηκε το τεράστιο έναυσμα για τα μεγάλα διεθνή παιχνίδια και βέβαια για το ξεχείλισμα αλυτρωτισμού. Τον Νοέμβριο του 1990 γίνονται εκλογές και στις 25 Ιανουαρίου 1991 συγκαλείται η Βουλή της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, που ψηφίζει διακήρυξη στην οποία περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων η προστασία των δικαιωμάτων «των τμημάτων του μακεδονικού λαού που ζουν ως εθνικές μειονότητες στις γειτονικές χώρες…». Στις 27 Ιανουαρίου εκλέγεται πρόεδρός της ο Κίρο Γκλιγκόροφ και προχωρά σε δημοψήφισμα, το οποίο πραγματοποιείται στις 8 Σεπτεμβρίου 1991. Αμεσα προχωρά στην απόσχιση και κηρύσσει την ανεξαρτησία της (μετά την Κροατία και τη Σλοβενία που είχαν αποσχισθεί από τον Ιούνιο).
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) συγκροτεί στις 11 Σεπτεμβρίου 1991 στο Παρίσι την Επιτροπή Μπανταντέρ για να εξετάσει το ζήτημα των ανεξαρτητοποιήσεων. Η κυβέρνηση της ΝΔ με πρωθυπουργό τον Κώστα Μητσοτάκη και υπουργό τον Αντώνη Σαμαρά όχι μόνο αποδέχεται τη συγκρότηση της επιτροπής που θεωρούσε διαλυμένη τη Γιουγκοσλαβία –ενώ ακόμη δεν ήταν– αλλά δεν ζήτησε καν να συμμετάσχει σε αυτή! Το εντυπωσιακό είναι ότι είχε προταθεί από τη γαλλική κυβέρνηση η συμμετοχή του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Βασίλη Μποτόπουλου, η ελληνική κυβέρνηση αντιπρότεινε κάποιον αντιπρόεδρο του ΣτΕ και τελικά δεν υπήρξε ελληνική παρουσία.
Τον Νοέμβριο του 1991 επικυρώνεται από την πΓΔΜ το νέο σύνταγμα της χώρας, συνυπολογίζοντας τις μειονότητες, και κυρίως τους Αλβανούς, που απείχαν από το δημοψήφισμα. Παράλληλα, εκείνη την περίοδο ο Γκλιγκόροφ κάνει τη γνωστή δήλωση ότι δεν είναι απόγονοι του Μεγαλέξανδρου αλλά Σλάβοι που έφτασαν στην περιοχή τον 7ο αιώνα.
Διγλωσσία και σύγκρουση
Λίγο αργότερα, στις 16 Δεκεμβρίου 1991, το Συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών της ΕΟΚ, παρόντος του Αντ. Σαμαρά, «επικύρωσε» τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας και αναγνώρισε τα τρία αποσχισθέντα κράτη ως ανεξάρτητες δημοκρατίες. Η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται ικανοποιημένη από την απόφαση, που καλούσε τα Σκόπια να μην προωθούν εχθρικές ενέργειες, περιλαμβανομένης και της ονομασίας. Σημειωτέον ότι με την υπογραφή Σαμαρά πέρασε ο κανονισμός 3567/91 της ΕΟΚ για εισαγωγή προϊόντων με αναφορά σε προέλευση και από τις δημοκρατίες «της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, της Κροατίας, της Μακεδονίας και της Σλοβενίας». Φαρδιά πλατιά, έμμεση αναγνώριση της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας»… Εναν μήνα μετά, τον Ιανουάριο του 1992, η Επιτροπή Μπανταντέρ μετά βαΐων και κλάδων αναγνώρισε επισήμως τη «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ως νέα κρατική οντότητα, αφού δέχτηκε τη δέσμευση του νεοπαγούς κράτους ότι δεν θα προχωρά σε προπαγάνδα εχθρική προς την Ελλάδα ή σε εδαφική αμφισβήτηση. Η επιστολή του τότε προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή δεν είχε ανασχέσει τη γνωμοδότηση της επιτροπής.
Οι τριβές μεταξύ Σαμαρά και Μητσοτάκη άρχισαν να γίνονται σφοδρές και πλέον διαμόρφωναν αλλοπρόσαλλη στρατηγική, την ίδια ώρα που οι διεθνείς πιέσεις για να βρεθεί συμφωνία μεταξύ των δυο χωρών εντείνονταν. Ο Αντ. Σαμαράς εμφανίζεται σκληρός και απέναντι στη γραμμή Μητσοτάκη που τον καλούσε να ακολουθήσει συμβιβαστική στάση στις Βρυξέλλες. Τον Φεβρουάριο γίνονται μεγάλα συλλαλητήρια, ενώ με επιστολή του προς τον πρωθυπουργό τον Μάρτιο του 1992 ο Αντ. Σαμαράς ζητάει σύγκληση συμβουλίου πολιτικών αρχηγών με πρόταση για κλείσιμο των συνόρων με την πΓΔΜ και μη αναγνώρισή της αν το όνομά της περιλαμβάνει τη λέξη «Μακεδονία».
Τον Απρίλιο εκείνης της χρονιάς προτείνεται από τον υπουργό Εξωτερικών της Πορτογαλίας το λεγόμενο «πακέτο Πινέιρο» για ονομασία «Νέα Μακεδονία», αλλά δεν έχει τύχη. Η σύγκρουση ανάμεσα σε πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών εξελίσσεται σφοδρή, ο Κων. Μητσοτάκης απομακρύνει τον Αντ. Σαμαρά από την κυβέρνηση και αναλαμβάνει ο ίδιος το υπουργείο Εξωτερικών. Συνεχείς συσκέψεις με πολιτικούς αρχηγούς. Επικρατεί η αντίληψη περί απόρριψης σύνθετης ονομασίας που να περιέχει τον όρο «Μακεδονία».
Εμπάργκο στη… λογική
Από το 1992 και μετά η αντιπαράθεση για το όνομα «Μακεδονία» και την ταυτότητα «Μακεδόνας» σε Ελλάδα και FYROM έφτασε να ταρακουνά κυβερνήσεις, να προκαλεί εθνικιστικές εκρήξεις, να φέρνει εσωτερικές συγκρούσεις, να επισύρει αντίμετρα και να αποτελεί μοχλό πίεσης από διεθνείς παράγοντες ισχύος: Γερμανία, ΗΠΑ, Γαλλία κ.ά. Ενίοτε έφτανε στα όρια υπερβολών (κατ’ άλλους τραγικών και ιλαρών μαζί καταστάσεων), που διαπερνούσε την… υψηλή πολιτική και άγγιζε την πραγματική ζωή. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα υπήρξαν ακόμη και αυτοσχέδια καλέσματα διά των ΜΜΕ, το 1992, να μην αγοράζουν οι Ελληνες καταναλωτές ιταλικά και ολλανδικά προϊόντα, σαν ποινή για τη φιλοσκοπιανή στάση των κυβερνήσεων αυτών των χωρών. Ομως αργότερα, όταν η ελληνική κυβέρνηση επίσημα είχε επιβάλει εμπάργκο κατά της FYROM, ο Τύπος ανέδειξε την περιπέτεια, τον Μάρτιο του 1993, ενός μωρού από τα Σκόπια που είχε υιοθετηθεί από Ελληνες. Υψώθηκε… εθνικογραφειοκρατικό τείχος εισόδου στη χώρα μας «γιατί τα ταξιδιωτικά έγγραφα που συνόδευαν το μωρό είχαν την ένδειξη “Δημοκρατία της Μακεδονίας”!» («Ριζοσπάστης», 4.5.1997). Υστερα από πολυήμερο και συνεχές πηγαινέλα των θετών γονιών σε Ελλάδα – πΓΔΜ επιτεύχθηκε τελικά να δοθεί βίζα για την είσοδο του βρέφους, με το σκεπτικό ότι η διαδικασία «δεν έθετε σε κίνδυνο τα “εθνικά συμφέροντα”»…
Μια στο σφυρί και μια στο πέταλο
Η διγλωσσία στο εσωτερικό της κυβέρνησης ΝΔ σε συνδυασμό με τα συλλαλητήρια επηρέασαν τις εξελίξεις. Κι έρχεται η στροφή. Ηταν τον Φεβρουάριο του 1993 που ο Κων. Μητσοτάκης διατύπωνε τη φράση ότι δεν έχει σημασία η ονομασία των Σκοπίων, «γιατί κανένας δεν θα το θυμάται σε δέκα χρόνια». Ερχεται και το λεγόμενο «πακέτο Ο’Νιλ» με αλλαγή της ονομασίας σε «Δημοκρατία της Μακεδονίας (Σκόπια)» χωρίς θετική κατάληξη. Στο μεταξύ, η πΓΔΜ γίνεται μέλος του ΟΗΕ με το ψήφισμα 817/1993 του Συμβουλίου Ασφαλείας και προσωρινή ονομασία «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Ο Ευάγγελος Κωφός, μέλος της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας το 1993, περιέγραφε αργότερα («Τα Νέα», 6.1.2012) ότι αφότου η πΓΔΜ μπήκε στον ΟΗΕ με την προσωρινή της ονομασία ο Γκλιγκόροφ είδε θετικά την πρόταση της ελληνικής πλευράς για «Νόβα Μακεντόνια» κατά τις διαπραγματεύσεις με τους Σάιρους Βανς και Ντέιβιντ Οουεν. Ομως, όπως σημειώνει ο διπλωμάτης, «την ώρα που εμείς ήμασταν ευτυχείς, χτυπάει το τηλέφωνο και ήταν ο Μητσοτάκης. “Μάζεψέ τα και γύρνα πίσω” μου λέει. Είκοσι βουλευτές της ΝΔ είχαν απειλήσει με άρση της εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση και ένας από τους λόγους, εκτός από την πρόθεση πώλησης 10% του ΟΤΕ, ήταν ότι δεν ήθελαν σύνθετη ονομασία».
Δύο μέρες μετά την ελληνική άρνηση απέρριπτε επίσημα την πρόταση και η κυβέρνηση των Σκοπίων. Τότε είχε γίνει λόγος για εμπλοκή Γρυλλάκη (στρατηγός, συνεργάτης Μητσοτάκη) και συνεννοήσεις του με Σκοπιανούς, ενώ λίγο αργότερα λέγεται ότι ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς είχε πιέσει τον Γκλιγκόροφ να αποδεχθεί την ονομασία «Σλαβομακεδονία» ή «Σλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας». Επιδιώχθηκε να γίνουν διμερείς επαφές με την Ελλάδα, κάτι το οποίο τελικά δεν προχώρησε. Είναι η εποχή που ο Κων. Μητσοτάκης έλεγε σε προεκλογική ομιλία του (1993) για συμφέροντα που έβαλαν τον Σαμαρά και έριξαν την κυβέρνηση.
Τον Φεβρουάριο του 1994, επί πρωθυπουργίας Ανδρέα Παπανδρέου, η χώρα μας προχωρά σε εμπάργκο κατά της πΓΔΜ ενώ ο Γκλιγκόροφ απορρίπτει πρόταση για όνομα «Ανω Μακεδονία» ή «Νέα Μακεδονία». Τον Σεπτέμβριο του 1995 υπογράφεται από τους υπουργούς Εξωτερικών Ελλάδας και πΓΔΜ, Κάρολο Παπούλια και Στέβκο Τσερβενκόφσκι, η λεγόμενη «ενδιάμεση συμφωνία», προκειμένου να οικοδομηθούν μέτρα εμπιστοσύνης (αλλαγή συμβόλου – άστρου Βεργίνας από τη σημαία κ.ά.) μέχρι να βρεθεί συμβιβαστική λύση.
Ονόματα που ανάβουν φωτιές
Η ονοματολογία ανεβάζει ανά περιόδους στα ύψη την αντιπαράθεση, από το 1998 με «Μακεδονία των Σκοπίων» έως το 2005 που ο Μάθιου Νίμιτς ρίχνει στο τραπέζι το όνομα «Republika Makedonija Skopje». Ενισχύονται σήμερα οι πληροφορίες ότι την εποχή εκείνη η ελληνική πλευρά διαπραγματευόταν αποδεχόμενη ως βάση συζήτησης το «Μακεδονία – Σκόπια».
Πρόσφατα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς αποκάλυψε ότι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις και όλοι αυτοί που τον «κατηγορούν και που παριστάνουν τους μακεδονομάχους και δεν δέχονται στη σύνθετη ονομασία το όνομα Μακεδονία» είχαν προτείνει και υιοθετήσει στις διαπραγματεύσεις με την πΓΔΜ το όνομα «Μακεδονία – Σκόπια» ως διεθνή ονομασία «και ταυτόχρονα δέχονταν στο εσωτερικό να διατηρηθεί το όνομα Μακεδονία σκέτο». Οπως έγραψε η «Εφημερίδα των Συντακτών» (5.6.2018), ο κ. Κοτζιάς χαρακτήρισε υποκριτική τη στάση του τομεάρχη Εξωτερικών της ΝΔ Γιώργου Κουμουτσάκου, καθώς σε συνέντευξή του στις 11 Ιανουαρίου 2007, ως μέλος τότε της διαπραγματευτικής ομάδας, έλεγε ότι «από τις αρχές του 2005 υπάρχει η πρόταση Μακεδονία – Σκόπια η οποία είναι συζητήσιμη». Αυτές οι ευθείες βολές εναντίον του απαντήθηκαν από τον κ. Κουμουτσάκο, που έγραψε στο Twitter: «Ο άνθρωπος που αποδέχθηκε για διαπραγμάτευση το κατάπτυστο “Μακεδονία του Ιλιντεν” και έχει ήδη συμβιβαστεί, κατηγορεί εκείνους που δεν συμβιβάστηκαν και δεν δέχθηκαν τίποτα».
Φρένο στις «γαλάζιες» παλινωδίες
Το 2008 επί κυβέρνησης ΝΔ έπεφταν βροχή τα ονόματα από τον Μάθιου Νίμιτς, όπως «Συνταγματική Δημοκρατία της Μακεδονίας», «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας», «Ανεξάρτητη Δημοκρατία της Μακεδονίας», «Νέα Δημοκρατία της Μακεδονίας» και «Δημοκρατία της Ανω Μακεδονίας». Ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής και η υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη από το 2007 προβάλλουν τη σύνθετη ονομασία erga omnes με διαγραφή κάθε είδους αλυτρωτισμού. Κατά τη διάσκεψη κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι τον Απρίλιο του 2008 με στόχο τη διεύρυνση, αποφασίστηκε τελικά ότι θα απευθυνθεί πρόσκληση στη FYROM για ένταξή της στο ΝΑΤΟ, «εφόσον λυθεί το ζήτημα του ονόματος κατά τρόπο αμοιβαίως αποδεκτό». Ομως η FYROM προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κατά της Ελλάδας τη 17η Νοεμβρίου 2008, η χώρα μας κλήθηκε να μη θέτει προσκόμματα στη χρήση της προσωρινής ονομασίας και τα δύο μέρη κλήθηκαν να διεξάγουν διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα των ΟΗΕ.
Το 2010 επί κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου υπήρχε η φημολογία ότι η λύση-συμφωνία ήταν κοντά. Παράλληλα, τα σενάρια για όνομα «Βαρντάρσκα», «Μακεδονία του Βαρδάρη» ή «Δημοκρατία της Μακεδονίας του Βαρδάρη» έδιναν και έπαιρναν. Αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2014, στο κοινοβούλιο ο τότε υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά Ευάγγελος Βενιζέλος ξεκαθάριζε ότι η θέση της Ελλάδας για την πΓΔΜ αφορά σύνθετη ονομασία με erga omnes, συνταγματική αναθεώρηση και εξοβελισμό αλυτρωτισμών. Παράλληλα, λίγο πριν από την εκπνοή του 2017 ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Πάγκαλος κατηγόρησε τον Ν. Κοτζιά μέσω Twitter ότι διαπραγματεύεται μυστικά και πρόσθεσε ότι «αναγκάζομαι να επαναφέρω την πρόταση, που είχα κάνει πριν 20 χρόνια στον Σαμαρά: Μακεδονική Δημοκρατία των Σκοπίων»…