Χρήστος Λάσκος
Ο τρόπος που εξελίχθηκαν τα πράγματα στη χώρα μας από το καλοκαίρι του 2015 κι έπειτα είχε κυριότατη συνέπεια την αναβάπτιση-ανάσταση όλου του φθαρμένου -σε βαθμό αποσύνθεσης- συστημικού προσωπικού.
Ολοκληρωτικά απαξιωμένοι δημοσιογράφοι, ιδεολογικοί κέρβεροι, που δεν τους έδινε σημασία πλέον κανείς, «πάγιο» πολιτικό προσωπικό είχαν απαξιωθεί σε τέτοιο βαθμό που σπάνια συμβαίνει στην Ιστορία. Αυτό το γεγονός, άλλωστε, ήταν μία από τις ισχυρότερες αποδείξεις πως ένα μεγάλο παράθυρο δυνατοτήτων άνοιγε για την κοινωνική πλειοψηφία στην Ελλάδα.
Η «επιχειρηματική τάξη» και οι άνθρωποί της ευρύτερα αδυνατούσαν να ψελλίσουν το δικό τους «αφήγημα» για την ελληνική καταστροφή. Με αποτέλεσμα η κατάστασή τους να είναι εξαιρετικά επισφαλής, παρ’ όλο που τα μνημόνια έκαναν τη δουλειά τους τέλεια σε ό,τι αφορά τη δημιουργία του «κράτους των αφεντικών», που είναι σήμερα η Ελλάδα.
Αυτό είναι που άλλαξε δραματικά μετά το 2015. Ετσι που, ενώ έχει εντελώς δίκιο ο Ηλίας Ιωακείμογλου όταν ισχυρίζεται πως η ελληνική άρχουσα τάξη δεν μπορεί να εξασφαλίσει την ενεργητική συναίνεση του κόσμου της εργασίας στο σχέδιό της, από την άλλη, οι κήνσορες και οι θεράποντές της έχουν ξανά μούτρα και μιλάνε.
Είναι λογικό. Από τη στιγμή που η εναλλακτική πορεία εγκρίθηκε και κάηκε πάραυτα, όσα συμβαίνουν έκτοτε μετατράπηκαν από απαράδεκτα σε αναπόφευκτα.
Τίποτε δεν είναι περισσότερο χαρακτηριστικό από την επανάκαμψη του ιδιωτικού ως παραγωγικού και «έντιμου». Αν επρόκειτο μόνο για τον στόμφο με τον οποίο ο Πορτοσάλτε και ο Μπάμπης Παπαδημητρίου μιλάνε για τον «ιδιωτικό τομέα» ως την «πραγματική οικονομία» και «τον κόσμο της παραγωγής» θα ήταν μικρό το κακό. Γίνεται μεγάλο, όμως, όταν σημαντικό τμήμα των εργαζομένων –κι ακόμη περισσότερο των ανέργων– αποκομίζει την άποψη πως το ιδιωτικό είναι το «ωραίον». Υπόρρητα, υποδόρια η καπιταλιστική τάξη κερδίζει μια μεγάλη ιδεολογική μάχη.
Οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι δεν είναι ανόητοι. Ξέρουν, έχουν σωματική γνώση της εξωφρενικής εκμετάλλευσης που υφίστανται από τους «ιδιώτες επιχειρηματίες». Ξέρουν πόσο αρπακτικά είναι τα αφεντικά τους –μικρά και μεγάλα– που πρόσφατα πάλι συνασπίστηκαν μην τυχόν κι αυξηθεί ο κατώτατος μισθός κατά κανένα δεκάρικο τον μήνα και στάξει η ουρά του αναπτυξιακού τους γαϊδάρου.
Το ξέρουν καλά. Αλλά αντί να οδηγούνται σε συντεταγμένη οργή και οργανωμένη αντίσταση, αισθάνονται σε τέτοιο βαθμό εγκαταλελειμμένοι, που αναζητούν, όσο και αν είναι απίθανη, και αυτοί την «ιδιωτική» λύση. Αυτό είναι που κατ’ εξοχήν αναβαθμίζει το «ιδιωτικό». Αν προσθέσουμε και την κυβερνητική ρητορική περί της Ελλάδας ως «επενδυτικού παραδείσου» ή περί του άλλου με τον Τοτό και την «υγιή επιχειρηματικότητα», είναι προφανές το απελπιστικό αδιέξοδο.
Ετσι επανακάμπτει η νεοφιλελεύθερη «διανόηση» και δημοσιολογία.
Από τη μεγάλη καπιταλιστική κρίση του 2008 αν κάτι έγινε φανερό είναι πως όλα τα ιερά και όσια του συστήματος, από τις ιδιωτικές τράπεζες μέχρι τους ιδιωτικούς οίκους αξιολόγησης ή τις ιδιωτικές χρηματοπιστωτικές αγορές, πήγαιναν για φούντο παρακαλώντας το κράτος για διάσωση – και το κράτος προσέτρεξε. Τόση αποτελεσματικότητα!
Επιπλέον, είναι απολύτως προφανές πως όλες οι ιδιωτικοποιήσεις των τελευταίων τριάντα χρόνων έχουν αποτύχει πλήρως, βάσει των διακηρυγμένων στόχων τους. Αντί να αυξήσουν την αποδοτικότητα, την παραγωγικότητα και τον ανταγωνισμό, έγιναν οχήματα για αρπαχτές υπέρ των μετόχων και σε βάρος των επενδύσεων, της ποιότητας των υπηρεσιών και των εργασιακών συνθηκών: το αγγλικό μεταθατσερικό παράδειγμα των ιδιωτικοποιημένων εταιρειών νερού, ενέργειας, σιδηρόδρομων και ταχυδρομείων είναι κραυγαλέο.
Από την άλλη, και λόγω της κρίσης, μεταξύ 2005 και 2015, η συμμετοχή των κρατικών εταιρειών στις πεντακόσιες μεγαλύτερες παγκοσμίως πέρασε από το 9% στο 23%, δείχνοντας τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητά τους όταν τα πράγματα ζορίζουν.
Και βέβαια κάρφος στο μάτι των νεοφιλελεύθερων είναι πως μια οικονομία με κυρίαρχο τον κρατικό τομέα, η Κίνα, είναι το πραγματικό «οικονομικό θαύμα» στα τελευταία τριάντα χρόνια – για να μη μιλήσουμε για την ιστορία του συνόλου της Νοτιοανατολικής Ασίας, όπου όλη η εντυπωσιακή ανάπτυξη υπήρξε εντόνως κρατικά καθοδηγούμενη.
Ή για τα ερευνητικά δεδομένα, που δείχνουν πως προϋπόθεση της καπιταλιστικής ανάπτυξης υπήρξε ιστορικά –παντού και πάντοτε– η κρατική χρηματοδότηση και η κρατική έρευνα – βασική και εφαρμοσμένη.
Η πιο αναγνωρισμένη παγκοσμίως ειδική στο θέμα, Mariana Mazzucato (Το επιχειρηματικό κράτος, εκδόσεις Κριτική), γράφει ενδεικτικά: «Από το ίντερνετ ώς τη νανοτεχνολογία, το σύνολο των θεμελιωδών εξελίξεων χρηματοδοτήθηκαν από το κράτος, με τις φίρμες να μπαίνουν στο παιχνίδι μόνο όταν οι αποδόσεις ήταν καθαρά διασφαλισμένες. Ολες οι ριζοσπαστικές τεχνολογίες πίσω από το iPhone υπήρξαν κρατικά προωθημένες – το ίντερνετ, το GPS, οι οθόνες αφής, ακόμη και ο ηχητικά ενεργοποιήσιμος Siri».
Κι όμως, οι νεοφιλελεύθεροι παπαγάλοι έχουν μούτρα και μιλάνε. Οι ντόπιοι, δε, γύρισαν κυριολεκτικά από τα αζήτητα και η σημερινή κυβέρνηση έχει μεγάλη ευθύνη γι’ αυτό.
Η επιστροφή τους εκεί που ανήκουν είναι βασικό καθήκον της Αριστεράς.