του Χρήστου Ξανθάκη
Ενα άρθρο που γράφτηκε την περασμένη Τετάρτη για τις δημοσκοπήσεις
Που πάμε όταν έχουμε αμφιβολίες; Επιστρέφουμε στους κλασικούς, στα αρχαία κείμενα, στην Αγία Γραφή. Για να αναζητήσουμε τις αιώνιες αλήθειες που κυβερνάνε τις ζωές όλων μας. Τις σταθερές, τις συντεταγμένες, πέρα από απ’ τα παραμυθάκια της καθημερινότητας. Το αυτό και με τη δημοσιογραφία. Όταν μπουρδουκλώνεσαι, όταν χάνεις τη μπάλα, όταν αρχίζεις να ανησυχείς για την επαφή σου με το περιβάλλον, σπεύδεις να αναζητήσεις τη σοφία των παλαιών γάτων. Των συναδέλφων εκείνων δηλαδή που γνώριζαν κάτι παραπάνω για τους μηχανισμούς της σύγχυσης και την ψυχολογία του μέσου, ανυπεράσπιστου πολίτη. Και αναγνώριζαν από χιλιόμετρα τις κάθε είδους λαμογιές…
Κάπως έτσι επέστρεψα κι εγώ στη σοφία του Νίκου Κακαουνάκη. Του συγχωρεμένου ρεπόρτερ και μετέπειτα εκδότη, που τα είχε δει όλα και κάτι παραπάνω στον πολυτάραχο βίο του. Θυμήθηκα λοιπόν κάποτε που είχε δημοσιεύσει μια δημοσκόπηση στο «Καρφί» και ήταν τα νούμερα λίγο μυστήρια, λίγο τζαζεμένα. Και ρωτήσανε τον Κακαουνάκη αν τα περίμενε ή αν είχε εκπλαγεί και αυτός όπως διάφοροι παρατηρητές των πολιτικών πεπραγμένων. Και είχε απαντήσει ευθαρσώς ο συγχωρεμένος: «Τι λέτε ρε; Θα παραγγείλω εγώ δημοσκόπηση και δεν θα μου βγάλει αυτό που θέλω;»
Αυτό ακριβώς θυμήθηκα τώρα που βλέπω τις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Τα γκάλοπ που δίνουν ισοπαλίες και αγωνίες και φώτο φίνις στο νήμα. Και θρίλερ, τι να σας πω, που θα μας κρατήσει σε εγρήγορση ως την τελευταία στιγμή. Ενώ οι στοιχηματζήδες το έχουν ξεκαθαρίσει ποιος θα είναι ο νικητής και ρίχνουν συνεχώς την απόδοση του στοιχήματος για την πρωτιά και όπου να ‘ναι θα το «κλειδώσουν» ή θα το φτάσουν στο 1,02 για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο και την τσέπη τους γεμάτη. Γιατί αυτοί πληρώνουν, μην το ξεχνάμε. Δεν πληρώνονται…
Αναρωτιέμαι ποιόν βολεύει αυτό το σκηνικό. Η μία εξήγηση είναι ότι βολεύει τον ΣΥΡΙΖΑ που θέλει να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους του Ιανουαρίου. Άρα μια χαρά του έρχεται να είναι στην καυτή ζώνη της ισοπαλίας και να τρέμουν οι κεντροαριστεροί ότι ξανάρχεται η Νέα Δημοκρατία και ο Άδωνις και η Βούλτεψη και ζήτω που καήκαμε. Θα πάει ή δεν θα πάει το χεράκι τους εκεί που πρέπει, θα το ρίξουν ή δεν θα το ρίξουν το κουκί έστω και βλαστημώντας; Η απάντηση δεν είναι και τόσο δύσκολη νομίζω.
Υπάρχει επίσης η ψήφος του λαμόγιου. Υπάρχει αυτό το 2% των συμπολιτών μας, που περιμένει ως το παρά πέντε για να δει προς τα πού θα γύρει η παλάντζα. Όχι για λόγους ιδεολογικής καθαρότητας αλλά διότι θέλει να διαπραγματευτεί την ψήφο του. Να την πουλήσει σε όσο το δυνατόν καλύτερη τιμή. Μια ελάχιστη μειοψηφία των συγκεκριμένων λαμόγιων διαθέτει σοβαρή πληροφόρηση και καταλαβαίνει προς τα πού φυσάει ο άνεμος. Τα περισσότερα ωστόσο είναι βυθισμένα στα μαύρα μεσάνυχτα και κοιτάνε να πιαστούν απ’ όπου μπορούνε. Μια σανίδα σωτηρίας ψάχνουνε, μπας και γυρίσει το ζάρι. Κρίμα δεν είναι να μην την βρούνε;