Συντάκτης: Μαρία Δήμα
Με καταθέσεις μαρτύρων συνεχίστηκε την Παρασκευή στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας η δίκη για την πυρπόληση του υποκαταστήματος της Marfin της οδού Σταδίου, πριν από έξι χρόνια από «διαδηλωτές», εν μέσω διαμαρτυρίας ενάντια στο πρώτο μνημόνιο.
Από την πυρκαγιά έχασαν τη ζωή τους τρεις υπάλληλοι: η έγκυος Αγγελική Παπαθανασοπούλου, ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης και η Παρασκευή Ζούλια, ενώ όσοι κατάφεραν να βγουν ζωντανοί από τις φλόγες καταθέτουν τις συγκλονιστικές μαρτυρίες τους ενώπιον του δικαστηρίου.
«Είχαμε άνωθεν εντολή ότι θα δουλέψουμε. Τους είπαμε ότι αναμένεται μια μεγάλη συγκέντρωση… Μας είπαν: Μην σας νοιάζει, πηγαίνετε να δουλέψετε. Ημουν στον ημιόροφο. Κάποια στιγμή βλέπω απέναντι μια ομάδα νεαρών κουκουκουλοφόρων που πέταγαν πέτρες. Μετά ακούω 2 με 3 μπαμ, έσπασε η τζαμαρία, πέταξαν μολότοφ. Έβγαζε ένα καπνό που δεν έχω ξαναδεί, γιατί και άλλη φορά μας είχαν πετάξει μολότοφ. Δεν τους είδα… Άκουσα τον θόρυβο. Αμέσως ο καπνός ανέβηκε πάνω πνιγήκαμε κυριολεκτικά. Ανεβήκαμε προς το πάνω. Φτάσαμε στον 3ο όροφο σε ένα μπαλκονάκι… Τα ματ πριν το περιστατικό ήταν μπροστά στην τράπεζα, υπήρχε μια διμοιρία. Μετά όμως έφυγαν, κυνηγώντας τους κουκουλοφόρους με τις πέτρες και τα ρόπαλα από απέναντι».
Αυτό υποστήριξε στο δικαστήριο η Ελευθερία Αθανασίου, υπάλληλος, νυν συνταξιούχος.
Ενώ η πρώην συνάδελφός της, Αθανασία Παπουτσή πρόσθεσε:
«Παρακολουθούσα την πορεία. Άκουσα φωνές: “μας καίνε, μας καίνε”. Πήγα προς τα πάνω, κλειστήκαμε σε ένα χώρο….Μου έκανε εντύπωση από την αρχή ότι έβλεπα νέα παιδιά. Άκουσα συναδέλφους μου να φωνάζουν: “μας καίνε”».
Από την πλευρά του, ο συνάδερφος της Δημήτρης Παπατζής, υποστήριξε καταθέτοντας ακολούθως:
«Μας είχαν στο στόχαστρο, φωνάζανε… Είδα ότι έχει σπάσει το τζάμι του ισογείου και ότι κάποια άτομα έριχναν εύφλεκτο υλικό. Πήρα πυροσβεστήρα, αλλά δεν τα κατάφερα. Έτσι ανεβήκαμε πάνω στον 2ο όροφο. Η φωτιά άρχισε σιγά σιγά να ανεβαίνει… Ήμουν εγκλωβισμένος στο μπαλκόνι, δεν ήξερα αν πρέπει να πηδήξω ή να καώ… Πετούσαν πέτρες. Παρείσφρησαν στην πορεία… Βλέπαμε να σπάνε τον “Ιανό” . Δεν ήταν οι διαδηλωτές που ήρθαν να διαδηλώσουν για το Μνημόνιο. Είχαν μπει μέσα στη πορεία. Είχαν καλύψει τα πρόσωπα τους. Στις 2 παρά 5 ακούσαμε το σπάσιμο… Εγώ εν τέλει πήδηξα από το μπαλκόνι… Όσο ήμουν στο μπαλκόνι δεν είδα κίνηση αλληλεγγύης προς εμάς… Υπήρχε μόνο ένας άνθρωπος που φώναζε: “Μέσα καίγονται, ρε παιδιά”».
Υπεράσπιση: Σύστημα πυρόσβεσης υπήρχε;
Μάρτυρας: Όχι δεν υπήρχε… Η τράπεζα είχε μια μοναδική έξοδο διαφυγής, η οποία καιγόταν… Ποιος θα πήγαινε να βγει από αυτήν την πόρτα;…
Ωστόσο κανένας από τους μάρτυρες δεν αναγνώρισε στα πρόσωπα των δύο κατηγορουμένων τους δράστες του εμπρησμού της Marfin και του βιβλιοπωλείου «Ιανός».
Τις τραγικές στιγμές που έζησαν μέσα στις φλόγες περιέγραψε και η τραπεζοϋπάλληλος Παναγιώτα Βασιλάκου:
«Επικοινώνησα με τον κάτω όροφο για το εάν είχαμε εντολές για το τι ώρα θα φεύγαμε εκείνη την ημέρα. Μου είπαν στις 3. Στις 2 παρά κάτι ακούσαμε φωνές: “μας καίνε, μας καίνε”… Είδα κάποιον. Φορούσε χακί και κρατούσε κάτι σαν μπουκάλα καταδύσεων και μπροστά είχε πράσινο λάστιχο ποτίσματος. Είχα την αίσθηση ότι πετούσε κάτι στη φωτιά που φούντωνε. Μετά από έξι χρόνια, όταν ανάβουμε την ψησταριά να ψήσουμε κρέας, με πιάνει πανικός. Είναι κάποια πράγματα που έχουν κάτσει μέσα μας. Ηταν γεροδεμένος, με έντονη τριχοφυΐα στα χέρια. Το πλήθος ήταν άγριο. Πετούσαν πέτρες παρόλο που φωνάζαμε ότι καιγόμαστε. Η φωτιά πρέπει να μπήκε γύρω στις 2 παρά 5. Άκουσα τον συναγερμό μετά. Όλο αυτό το πράγμα κράτησε 10 λεπτά. Βγήκα στο μπαλκόνι να δω αν έρχεται πυροσβεστική και δεν μπορούσαμε να γυρίσουμε πίσω. Η Παρασκευή πέθανε στο διπλανό μπαλκόνι και δεν την έβλεπα καν από τον καπνό».
Ο περιπτεράς Θεοδωρής Γιαννακούλιας αυτόπτης μάρτυρας της επίθεσης υποστήριξε:
«Γύρω στη 1.30 έπεσαν μερικά δακρυγόνα από μια διμοιρία των ΜΑΤ. Μου είπαν ότι στον Ιανό γίνονταν επεισόδια. Ήταν πάνω από 60 άτομα. Είχαν μοιρασμένες αρμοδιότητες. Εξι άτομα σπάγανε. Πρέπει να έσπασαν με βαριοπούλες. Η διμοιρία πήγαινε προς το Σύνταγμα. Πέρασα ανάμεσά τους. Φορούσαν τζόκεϊ και κουκούλες. Υπήρχε και μια κοπέλα ξανθιά με γαλλική κοτσίδα. Η ομάδα πέταξε τις μολότοφ και ξαναμπήκαν στην πορεία. Αυτοί όλοι που κάηκαν ήταν πελάτες μου. Εσπασαν την τζαμαρία με βαριοπούλες και σίδερα που είχαν βγάλει απο τον δρόμο».
Πρόεδρος: Αναγνωρίσατε τρία άτομα…
Μάρτυρας: Αυτά που αναγνώρισα ήταν την επόμενη ημέρα του συμβάντος… Μου έδειξαν φωτογραφίες που είχαν συλλέξει από τις κάμερες…. Είχα πρόσφατα τα γεγονότα.
Πρόεδρος: Κάνατε την αναγνώριση με σιγουριά…
Μάρτυρας: Απόλυτα σίγουρος δεν είναι κανένας…
Ο μάρτυρας μίλησε για ομάδα 50 με 60 άτομα, με αρχηγό ηλικίας 40 με 45. Ο μάρτυρας έδειξε προς τον Θ. Σίψα, τον «πιο ψηλό από όλους», όπως ανέφερε.
«Τον θυμάμαι να είναι μπροστά στα μάτια μου στην όλη διαδικασία», είπε. «Εγώ θυμάμαι την ομάδα που έβαλε τον εμπρησμό… Θυμάμαι τον συγκεκριμένο σωματότυπο να με προσπερνάει από αριστερά».
Μέλος δικαστηρίου: Ο συγκεκριμένος σωματότυπος ή ο συγκεκριμένος άνθρωπος, κύριε;
Μάρτυρας: Ο συγκεκριμένος σωματότυπος.
Μέλος: Είχε κάποιο χαρακτηριστικό στο περπάτημά του;
Μάρτυρας: Ήταν άκομψο αντρικό….
Εισαγγελέας: Ήταν μέλος της ομάδας των έξι;
Μάρτυρας: Εσείς πιάνεστε από μια λέξη…
Εισαγγελέας: Για τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο λέτε ότι πέρασε εξ αριστερών σας;
Μάρτυρας: Εντάξει αυτό.
Μέλος έδρας: Με έχετε μπερδέψει. Είστε βασικός μάρτυρας.
Ακολούθησε η κατάθεση του δημοσιογράφου Ηλία Προβόπουλου, ο οποίος είδε τους δράστες, αλλά δεν τους αναγνώρισε στα πρόσωπα των δύο κατηγορουμένων:
«Ο κύριος όγκος της πορείας ήταν στο Σύνταγμα. Εγώ από το πατάρι του Ιανού παρακολουθούσα. Ξαφνικά μέσα στην πορεία εμφανίζεται μια ομάδα ανθρώπων, ντυμένοι όλοι ίδια και με μαντίλια. Αυτή η ομάδα χωρίζεται στα δυο, η μία πάει στη Μαρφίν και η άλλη στον Ιανό. Ταυτόχρονα επιτέθηκαν με βαριοπούλα στον Ιανό. Μετά έριξαν υλικό μέσα και πήρε φωτιά. Κατάφεραν όμως να σβήσουν τη φωτιά. Ήταν ομάδα των 11 ατόμων, όπου ήταν η κοπέλα, ξανθιά, και ο αρχηγός τους, με ένα μαντίλι κόκκινο. Φαίνεται να δίνει εντολές και φοράει κόκκινο μαντίλι για να αναγνωρίζεται. Υπήρξε υποστηρικτική ομάδα, που τους προμήθευσε με μαντίλια, πέτρες κ.ά. Όλοι φορούσαν μαύρα, ο αρχηγός φορούσε τζιν».
Ο μάρτυρας τράβηξε φωτογραφίες, είχε μαζί του μηχανή. Του επιδείχθηκαν φωτογραφίες και εξήγησε τα στιγμιότυπα.
Ο μάρτυρας είχε αναγνωρίσει προανακριτικά ένα πρόσωπο από τον εμπρησμό της Μαρφίν.
«Έκανα ένα ρεπορτάζ, έκανα μια ανάλυση… Αυτά τα άτομα δεν ήταν τα συνηθισμένα που πάνε στις πορείες. Εκεί στηρίζω την άποψή μου αυτή, δεν τους είδα».
Πρόεδρος: Πώς καταλήξατε πως ήταν αυτός;
Μάρτυρας: Έχω παρακολουθήσει δεκάδες πορείες και, σχεδόν γνωρίζοντας τα άτομα που πάνε στις πορείες. Από τα συμφραζόμενα των φωτογραφιών αυτό βγαίνει. Βλέπω μόνο μέσα από τον φακό και βλέπω έναν ψηλό να σπάει τη Μarfin και να πετάει ένα καινούργιο μάλλον υλικό στην τράπεζα και παίρνει αμέσως φωτιά… Φόρεσαν μαντίλια τη στιγμή που ξεκίνησε η επιχείρηση. Με τρία λεπτά διαφορά έγιναν οι δυο επιθέσεις. Στη Μαρφίν είδα τρία άτομα. Τα είδα να βγάζουν από τα σακίδια γάντια και τα φορούσαν. Βλέπεις ότι φοράνε τα ίδια ρούχα… Μου έκανε εντύπωση
Πρόεδρος: Αυτά τα πρόσωπα που είδατε εκεί και μετά τα είδατε στις φωτογραφίες. Είπατε αυτά είναι?
Μάρτυρας: Ναι, έτσι είναι.
Πρόεδρος: Πείτε μας για τον Ιανό.
Μάρτυρας: Πέταξαν μια μολότοφ μέσα. Πήρε φωτιά, αλλά προλάβαμε και τη σβήσαμε.
Δεν αναγνωρίζει κανένα από τους κατηγορουμένους. Αυτοί που φωτογράφισε είναι άλλοι.
Ακολούθησαν οι καταθέσεις των πυροσβεστών που επιλήφθηκαν του περιστατικού: Κων. Αλεξόπουλος, Γ. Καλούδης και Ηλιάνα Πλατή.
Οι μάρτυρες είπαν ότι ειδοποιήθηκαν προφορικά στις 2 το μεσημέρι από πολίτες.
«Ήμασταν χαμηλά στη Σταδίου σε άλλο περιστατικό. Με το που φτάσαμε ξεκινήσαμε την κατάσβεση. Προσπαθούσαμε να διασώσουμε τους ανθρώπους στα μπαλκόνια. Η κατάσταση δεν ήταν τεταμένη όταν φτάσαμε. Αν και κάποιοι νόμιζαν ότι πήγαμε να τους διαλύσουμε, τους εξηγήσαμε ότι καίγονται άνθρωποι… Βγήκαμε μπροστά στην τράπεζα. Μια ομάδα 8 με 10 άτομα που μας εμπόδιζε.
Χτυπούσαν το καπό. 20 με 30 ετών, δε μπορώ να πω… νέοι. Είχαν καλυμένα πρόσωπα. Δεν ξέρω όμως αν τα άτομα αυτά γνώριζαν τι γινόταν παρακάτω… Δεν ξέρω. Κάποια στιγμή έφυγαν. Φτάσαμε το ισόγειο. Καιγόταν.
Υπήρχαν κανά δυο άτομα με πυροσβεστήρες, δεν ξέρω αν ήταν πολίτες ή υπάλληλοι. Είχε καεί όλο το ισόγειο και ο ημιόροφος, υπήρχε πολύ έντονος καπνός. Απεγκλωβίσαμε δύο γυναίκες από το μπαλκόνι… Ο καπνός ήταν πολύ πυκνός. Δεν υπέπεσε στην αντίληψή μου η αστυνομία να ρίχνει δακρυγόνα.
»Κόσμος μάς φώναζε: Φύγετε από δω. Υπήρχαν απειλητικές φωνές από κόσμο που ανέβαινε την πορεία. Ο κόσμος φώναζε και μας έβριζε. Έπρεπε να φυλάξουμε τα νώτα μας. Μας έβλεπαν σαν δημόσιους υπαλλήλους. Μας έλεγαν: “θα σας κάψουμε και εσάς”».
Πηγή: https://www.efsyn.gr