Περί επανακρατικοποίησης του ΟΣΕ

Κατά τη διάρκεια των Μνημονίων, οι δανειστές μάς έκαναν έναν ακόμα εκβιασμό: «Αν θέλετε να διαγραφούν τα δυσθεώρητα χρέη του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος, τότε ιδιωτικοποιήστε τους για ένα κομμάτι ψωμί. Είναι προαπαιτούμενο για την επόμενη δόση».

Του Μανώλη Κοττάκη 

Ο εκβιασμός αυτός ήταν ενταγμένος στη διανομή των «ιματίων» της ελληνικής δημόσιας περιουσίας μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που μετείχαν στο χρηματοδοτικό σχήμα του δανεισμού μας.

Άλλα τμήματα της δημόσιας περιουσίας ενδιέφεραν τους Γερμανούς, άλλα τους Ολλανδούς, άλλα τους Γάλλους, στη μοιρασιά κλήθηκαν να μετάσχουν και οι φίλοι μας οι Ιταλοί.

Κάπως έτσι αγόρασαν τον πολύπαθο Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλάδος αντί του ευτελούς τιμήματος των 45 εκατομμυρίων €. Όσο ακριβώς ήταν η ρήτρα του ποδοσφαιριστή Κώστα Μήτρογλου στο συμβόλαιο που είχε εκείνη την εποχή με ξένη ποδοσφαιρική ομάδα!

Έτσι μας προέκυψαν οι Ιταλοί, υπό το όνομα Hellenic Train. Είναι προφανές πως ό,τι συνέβη στο Λονδίνο επί Θάτσερ το ίδιο συνέβη και στην Ελλάδα επί τρόικας και επί Κυριάκου Μητσοτάκη. Η ιδιωτικοποίηση απέτυχε.

Αλλά δεν απέτυχε γιατί δεν επένδυσαν μόνο οι Ιταλοί. Απέτυχε γιατί ήταν ιδιόρρυθμη ιδιωτικοποίηση. Απέτυχε γιατί οι Ιταλοί άφησαν τη διοίκηση των τρένων σε εκπροσώπους του παλαιού πολιτικού συστήματος, με το οποίο συνδιοίκησαν. Απέτυχε γιατί ακόμη και οι οδηγοί, οι μηχανοδηγοί των αμαξοστοιχιών και οι σταθμάρχες ήταν ρουσφέτια και έμπιστοι κορυφαίων πολιτικών. Απέτυχε γιατί το κράτος, που είναι ο ιδιοκτήτης του σιδηροδρομικού δικτύου, δεν ενδιαφέρθηκε να το ανανεώσει και να το εκσυγχρονίσει, με συνέπεια τα τρένα να κινούνται παντού σε επικίνδυνες ράγες. Οι επενδύσεις στο τροχαίο υλικό όλα αυτά τα χρόνια ήταν ελάχιστες και, πάντως, ασύμβατες με τις ανάγκες του δικτύου.

Σήμερα, κάπου στον ορίζοντα, επανέρχεται, έστω θεωρητικά, το σενάριο της επανακρατικοποίησης του ΟΣΕ από τη φιλελεύθερη κυβέρνηση του κύριου Μητσοτάκη. Και επανέρχεται όχι γιατί απλώς απέτυχαν οι Ιταλοί να παράσχουν σοβαρό σιδηροδρομικό έργο, αλλά διότι κάποιος πρέπει να πληρώσει τη νύφη για το γεγονός ότι η εμπορική αμαξοστοιχία μετέφερε παράνομο φορτίο με λαθραία καύσιμα ή, κατ’ άλλους, εκρηκτικά.

Και για να μην αναλάβει την πολιτική και ποινική ευθύνη η κυβέρνηση για τον θάνατο 28 νέων ανθρώπων από τη φωτιά, κάποιοι θεωρούν ότι είναι δόκιμο να χρεωθεί αυτή η ευθύνη στην ιταλική εταιρία, η οποία θα εκδιωχθεί υπερηφάνως με καταλογισμό της. Ήδη οι ποινικές διαδικασίες, που άρχισαν με μήνυση εναντίον του διευθύνοντος συμβούλου της για ψευδορκία στην εξεταστική επιτροπή, δείχνουν τη διάθεση της κυβέρνησης να συγκρουστεί μαζί της.

Βεβαίως, δεν είναι εύκολα πράγματα αυτά. Και κανένας και καμιά πρωθυπουργός, όπως η Τζόρτζια Μελόνι, δεν θα ήταν διατεθειμένοι να επιτρέψουν να αναλάβει μια εταιρία το βαρύ ηθικό κόστος της ευθύνης για το λαθρεμπόριο καυσίμων ή εκρηκτικών που έκαναν ιδιώτες ή το κράτος με τα βαγόνια της. Εκτός κι αν δοθούν άλλα ανταλλάγματα, διακρατικά και διακριτικά.

Τούτων δοθέντων, για όποια πιθανότητα υπάρχει (έφτασε στα αυτιά μας το σενάριο αυτό – το επισημαίνουμε, αλλά δεν είμαστε βέβαιοι ότι είναι ακριβές), όποιος σκέφτεται την προσφυγή σε τέτοιες απεγνωσμένες λύσεις καλό θα ήταν να τις ξεχάσει.

Διότι τυχόν επανακρατικοποίηση του «αμαρτωλού» ΟΣΕ, ο οποίος ήταν άνδρο διαφθοράς επί των κυβερνήσεων, σημαίνει ότι θα πληρώσουν οι Έλληνες φορολογούμενοι, μεταξύ αυτών και οι γονείς των 57 θυμάτων, το κόστος της συγκάλυψης.

Συγκάλυψη με κρατικό χρήμα προερχόμενο από τις επαφές των φορολογουμένων, όμως, δεν νοείται. Συγκάλυψη δεν νοείται γενικώς. Εδώ που φθάσαμε, κανείς δεν συμβιβάζεται με τίποτε λιγότερο από την αλήθεια.

Απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.