Για την αποτρεπτική ισχύ της χώρας μας

Μου δόθηκε η δυνατότητα αυτές τις μέρες να συζητήσω με φίλους και συναδέλφους, να ακούσω τις σκέψεις και τις ανησυχίες τους, αυτά που πιστεύουν και θέλουν οι κάτοικοι της Μακεδονίας.

Του Δημήτρη Γαρούφα*

Παντού υπάρχουν η ίδια ανησυχία και θυμός για την προκλητικότητα της Τουρκίας αλλά και έκδηλη πικρία και σκεπτικισμός για τη δική μας στάση, με ανησυχία για το μέλλον. «Μας μιλούν για κανόνες Διεθνούς Δικαίου, αλλά ο Ερντογάν τούς γράφει στα παλιά του τα παπούτσια και κάνει αυτό που θέλει», «Η Ε.Ε καταδικάζει την Τουρκία, αλλά μέτρα εναντίον της δεν παίρνει. Εμείς θα μείνουμε με τα ψηφίσματα στο χέρι και η Τουρκία θα δημιουργεί τετελεσμένα γεγονότα», «Φοβάμαι ότι με τα ευχολόγια θα πάθουμε ό,τι πάθαμε το 1974 στην Κύπρο», «Αν σήμερα υποχωρήσουμε σε ό,τι ζητούν οι Τούρκοι, αύριο θα ζητήσουν περισσότερα» ήταν μερικές από τις απόψεις φίλων.

Είναι από τις λίγες φορές που οι πολίτες προβληματίζονται για την πορεία των εθνικών μας θεμάτων. Έχουν την αίσθηση ότι ο πολιτικός κόσμος αποφεύγει να πει ολόκληρη την αλήθεια στους πολίτες, οι οποίοι πλέον διαισθάνονται κάποια πράγματα με την κοινή λογική. Κανείς δεν θέλει πόλεμο με την Τουρκία, αλλά οι πολίτες κατανοούν καλύτερα από κάποιους πολιτικούς μας ότι για να έχει αποτρεπτική ισχύ η χώρα μας χρειάζεται και ισχυρές συμμαχίες, αλλά κυρίως ισχυρές ένοπλες δυνάμεις. Γιατί καλές οι συμμαχίες και τα ψηφίσματα διεθνών οργανισμών αλλά την κρίσιμη ώρα θα είμαστε μόνοι μας, όπως μόνοι μας βρεθήκαμε κι άλλες φορές. Και το Ισραήλ έχει πολύ πιο ισχυρές συμμαχίες από εμάς, αλλά την εθνική του ακεραιότητα και την ανεξαρτησία τις διασφαλίζει μόνο του και με τα όπλα όταν χρειάζεται.

Φίλος, πρώην υπουργός γειτονικής χώρας με ελληνική καταγωγή, που με επισκέφθηκε στο δικηγορικό μου γραφείο πριν από καιρό, μου έλεγε με έμφαση: «Προσέξτε αυτό που ξέφυγε από τα χείλη του πρωθυπουργού της Βουλγαρίας πριν από χρόνια. Ότι στηρίζουν όλοι την Ελλάδα, αλλά πρέπει μόνη της η Ελλάδα να βρει τρόπο να αντιμετωπίσει την Τουρκία που έγινε περιφερειακή δύναμη. Όλοι καταδικάζουν την Τουρκία, αλλά δεν κάνουν τίποτα περισσότερο γιατί υπάρχουν και άλλα συμφέροντα και ισχυρή επιρροή της Τουρκίας και στα Βαλκάνια».

Νομίζω πως ήλθε η ώρα η χώρα μας να αντιμετωπίσει κατάματα την αλήθεια. Η Τουρκία θα συνεχίσει να συμπεριφέρεται προκλητικά και θα αξιοποιήσει κάθε ευκαιρία δημιουργίας τετελεσμένων γεγονότων και ασφυκτικής πίεσης να διαπραγματευτούμε απευθείας από μειονεκτική θέση. Κανείς μας δεν θέλει πόλεμο, αλλά, για να έχουμε αποτρεπτική ισχύ έναντι της Τουρκίας, δεν αρκούν τα ψηφίσματα και οι δηλώσεις ξένων ηγετών. Πρέπει αυτά τα ψηφίσματα και οι δηλώσεις συμπαράστασης να συνοδεύονται από πραγματικές κυρώσεις προς την Τουρκία και να έχουμε ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις, ενώ ταυτόχρονα να δείχνουμε αποφασισμένοι να τις χρησιμοποιήσουμε όταν χρειαστεί για να διαφυλαχθεί η πατρίδα μας. Μόνο έτσι θα έχουμε πραγματική αποτρεπτική ισχύ, ενώ προσφέρουν κάκιστη υπηρεσία στη χώρα όσοι καλλιεργούν κλίμα ηττοπάθειας και ενδοτισμού με την έννοια παραχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων συνεκμετάλλευσης στο Αιγαίο, γιατί αν σήμερα ζητούν οικονομική συνεκμετάλλευση οι Τούρκοι, αύριο θα ζητήσουν περισσότερα.

Οι πολίτες είναι αδιάφοροι πλέον στις δηλώσεις καταδίκης της τουρκικής επιθετικότητας, διότι αυτές οι δηλώσεις και τα ψηφίσματα δεν λειτουργούν αποτρεπτικά. Δεν αισθάνεται κανένα κόστος από αυτά η Τουρκία, ενώ και οι δικοί μας πολιτικοί, αντί θριαμβολογιών για τα ευχολόγια ξένων χωρών, θα έπρεπε σιωπηρά και με ψυχραιμία, με ευρεία συναίνεση (γιατί πρόκειται για εθνικό θέμα), να ενισχύσουν την αποτρεπτική ισχύ της χώρας, κάνοντας αυτό που πρέπει και κυρίως δημιουργώντας πανίσχυρες ένοπλες δυνάμεις καλώντας και τους Έλληνες εφοπλιστές να συνδράμουν γενναία.

Τελειώνοντας θα ήθελα να υπενθυμίσω στην με ευρεία έννοια ηγεσία της χώρας τον Θουκυδίδη που από τα βάθη της ιστορίας μας υπενθυμίζει μια διαχρονική αρχή (σε μετάφραση Ε. Βενιζέλου), ότι «κατά την συζήτησιν των ανθρωπίνων πραγμάτων το επιχείρημα του δικαίου αξίαν έχει, όπου ίση υπάρχει δύναμις προς επιβολήν αυτού, ότι όμως ο ισχυρός επιβάλλει ότι του επιτρέπει η δύναμίς του και ο ασθενής παραχωρεί ότι του επιβάλλει η αδυναμία του».

*Δικηγόρος – πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.