Η πρόσφατη συνέντευξη του νομπελίστα οικονομολόγου Τζόζεφ Στίγκλιτζ και οι σχετικές δηλώσεις του τραπεζίτη Σάλλα γύρω από τη δραματική κατάσταση της οικονομίας μας κίνησαν τα χρόνια λιμνάζοντα ύδατα γύρω από τον προβληματισμό των εγκληματικών Μνημονίων. Και με ενθαρρύνουν να επιμείνω για πολλοστή φορά γύρω απ’ αυτά.
Της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη
Έχουν περάσει 15 χρόνια από την επιβολή του πρώτου Μνημονίου, που ακολουθήθηκε και από τα δύο άλλα. Στο διάστημα αυτό, οι συνέπειές τους διέλυσαν ολοσχερώς την οικονομία μας, φτωχοποίησαν τη μεσαία και χαμηλότερη τάξη και, το χειρότερο, ενθάρρυναν και εμπέδωσαν τα μυθεύματα περί «Γαλάζιας Πατρίδας».
Το περίεργο δεν είναι πως φτάσαμε μέχρι εδώ, καθώς τα ζοφερά αποτελέσματα των Μνημονίων όφειλαν να είναι αναμενόμενα από την αρχή. Αντιθέτως, ανεξήγητη είναι καταρχήν η απόλυτη σιωπή των εκάστοτε αρμοδίων γύρω από την καταστροφή της χώρας και τις ευθύνες γύρω από αυτήν. Το ίδιο ακατανόητες είναι και οι συχνές ενθουσιαστικές δηλώσεις τους για το πόσο καλά πηγαίνει η οικονομία.
Ας δούμε, λοιπόν, τη σωτηρία της. Το 2009, όταν ξέσπασε η κρίση, το χρέος της Ελλάδας ανερχόταν σε 270 δισ. ευρώ, ενώ σήμερα υπολογίζεται σε 407 δισ. ευρώ. Και, ως ποσοστό στο ΑΕΠ, το χρέος τότε ήταν 126% και βιώσιμο, με βάση τη σχετική βιβλιογραφία, ενώ σήμερα, ύστερα από 15 χρόνια σωτήριων, υποτίθεται, μέτρων, εκτιμάται στο 167%. Η σημαντική του μείωση των τελευταίων ετών οφείλεται κυρίως στον πληθωρισμό. Έτσι, λοιπόν, μας έσωσαν τα Μνημόνια, αλλά και χάρη σε αλχημείες επιχειρημάτων το χρέος που εκλήφθηκε ως καταστρεπτικό το 2009 τώρα, σοβαρά διογκωμένο, εκλαμβάνεται ωστόσο ως βιώσιμο.
Επίσης, είναι απορίας άξιον πώς και γιατί η Ε.Ε. καταλήφθηκε από πανικό, σε βαθμό που έσπευσε να καταδικάσει έναν ολόκληρο λαό, με το ελληνικό χρέος των 270 δισ., το 2009, μικρό ποσοστό στο συνολικό του Νότου των 2,2 τρισ. ευρώ., ενώ τώρα που έχει σημαντικά διογκωθεί όλα καλά.
Να σημειωθεί ακόμη ότι, στην περίπτωση του ελληνικού χρέους, δεν τηρήθηκε ένας απαράβατος κανόνας, παρά την επιμονή της Γαλλίας, που μάταια προσπάθησε να μας σώσει. Η Γερμανία, ωστόσο, ήταν αντίθετη. Αναφέρομαι στο χρέος που για να θεωρηθεί βιώσιμο απαιτείται ο ρυθμός ανάπτυξης της χρεωμένης οικονομίας να υπερβαίνει τον ρυθμό αύξησής του. Για αυτό και μάτωσε -και εξακολουθεί να ματώνει- ο ελληνικός λαός για να το εξυπηρετήσει. Εξαιτίας της θανατηφόρας λιτότητας.
Εύλογα, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα γιατί η Ε.Ε. από το 2009 και μετά μεταχειρίστηκε με τέτοια σκληρότητα το πιο αδύναμο μέλος της, την Ελλάδα. Και η απάντηση που φαίνεται ότι έχει επικρατήσει είναι πως η Ε.Ε. καταλήφθηκε από πανικό για πιθανή χρεοκοπία των γερμανογαλλικών τραπεζών, επειδή διέθεταν μεγάλη ποσότητα ελληνικών χαρτιών. Και ενώ αυτό το χρέος και αυτό το έλλειμμα θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με ήπιο τρόπο, με κάποιο δάνειο, σε συνδυασμό και με μέτρα ανάπτυξης, κατέληξαν ωστόσο στη δουλοποίηση ενός ολόκληρου λαού, στην υφαρπαγή της δημόσιας περιουσίας του, στη φτωχοποίησή του και την απόλυτη καταστροφή του.
Κάποιας μορφής Μνημόνια ήταν απαραίτητα, εφόσον υπήρχε χρέος. Σπεύδω να διευκρινίσω ότι το ανάθεμα δεν αφορά την ύπαρξη Μνημονίων, αλλά πολύ συγκεκριμένα τις παρακάτω έξι ανειλημμένες και εθνικά αυτοκτονικές υποχρεώσεις, που έγιναν αποδεκτές από τις μνημονιακές κυβερνήσεις. Πρόκειται:
-Πρώτον, για την παραίτηση από τον συμψηφισμό χρεών, παρότι η Γερμανία μάς χρωστά από την Κατοχή ποσό που υπερβαίνει κατά πολύ το δικό μας χρέος.
-Δεύτερον, για το αλύπητο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.
-Τρίτον, για την αποδοχή θανατηφόρου βαθμού λιτότητας, που απέκλειε εκ προοιμίου τη δυνατότητα ανάπτυξης.
-Τέταρτον, για την αποδοχή του Αγγλικού Δικαίου, προκειμένου να κρίνει ενδεχόμενη διαφορά ανάμεσα στην Ελλάδα και στους πιστωτές της.
-Πέμπτον, για τη συναίνεση αργοπορίας του κουρέματος του χρέους (επειδή το ζήτησαν οι πιστωτές), που όμως υπήρξε καταστρεπτική για τα δικά μας κοινωνικά ταμεία.
-Έκτον, η πλαστογράφηση του ΟΧΙ σε ΝΑΙ στο δημοψήφισμα του 2015.
Πώς και γιατί δεν αντέδρασε ο ελληνικός λαός εναντίον της θανατικής του καταδίκης;
Η απάντηση συνοψίζεται στις σελίδες του εξαιρετικού βιβλίου της Ναόμι Κλάιν «Το δόγμα του σοκ», που αναφέρεται στις μεθοδεύσεις οι οποίες επιβάλλονται σε λαούς, όταν επιχειρείται η εφαρμογή σκληρών και αδικαιολόγητων μέτρων. Να θυμηθούμε, λοιπόν, πώς παρουσίαζε τους Έλληνες μερίδα του γερμανικού Τύπου, πριν από την υπογραφή των Μνημονίων: ως λαό ανεύθυνο, που ζει πλουσιοπάροχα σε βάρος άλλων, που είναι τεμπέλης και επιδίδεται από το πρωί σε ουζοποσία, και για τους λόγους αυτούς πρέπει να τύχει παραδειγματικής τιμωρίας.
Έτσι υπογράφηκαν τα τρία Μνημόνια, με περιεχόμενο όχι απλώς εξευτελιστικό για ευρωπαϊκή χώρα του 21ου αιώνα, όχι απλώς εγκληματικό για τις συνθήκες εξαθλίωσης που επέβαλε, όχι απλώς μακροχρόνια καταστρεπτικό για την επιβίωση της ελληνικής οικονομίας, αλλά και ληστρικό για το σύνολο σχεδόν του δημόσιου πλούτου μας. Ο Μπαράκ Ομπάμα αποκαλύπτει σχετικά με την επιχείρηση αυτή του δόγματος του σοκ στα απομνημονεύματά του «Η Γη της Επαγγελίας» πώς μας περιέπαιζε ο Σόιμπλε (δηλαδή, όσους από εμάς ήταν πρόθυμοι να ξεγελαστούν), τρομοκρατώντας μας, ανάμεσα σε άλλα, και με grexit. Η αλήθεια είναι ότι, αν το τολμούσαμε στην απελπιστική κατάσταση που βρισκόμασταν (που ενδεχομένως και κάτω από προϋποθέσεις που όφειλαν να διερευνηθούν εμείς θα είχαμε σωθεί), οι γαλλογερμανικές τράπεζες θα έχαναν γύρω στο 1 τρισ. ευρώ. Αλλά πώς δέχθηκαν οι κυβερνήτες μας των κρίσιμων εκείνων ετών να υπογράψουν τέτοιους καταδικαστικούς όρους για την πατρίδα τους;
Η απάντηση αυτή αναμένεται επί 15 χρόνια. Αντ’ αυτής, έχει απλωθεί πέπλο σιωπής και απόλυτης αλληλεγγύης μεταξύ τους, που δεν διαταράχθηκε ούτε στο πρόσφατο συνέδριο της «Καθημερινής» για τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης. Στο οποίο, αν και δόθηκε η ευκαιρία για επιστροφή στο παρελθόν και εξομολογήσεις, οι συζητήσεις περιστράφηκαν γύρω από «ανέμους και ύδατα», αλλά δεν περιέλαβαν ούτε λέξη για Μνημόνια και για ευθύνες όσων τα υπέγραψαν.