Πριν εκπνεύσει το 2023, διεθνής εταιρεία κρουαζιέρας με σημαντική δραστηριότητα στην Ελλάδα δέχθηκε ένα αναπάντεχο αίτημα: θα ενδιαφερόταν να ναυλώσει για τουλάχιστον 18 μήνες σε ελληνική επιχείρηση της εφοδιαστικής αλυσίδας ένα πλοίο της προκειμένου να φιλοξενήσει 800 αλλοδαπούς εργαζόμενους που θα απασχοληθούν στην κατασκευή του νέου κέντρου logistics που αναπτύσσει στον Ασπρόπυργο; Και πόσο θα κόστιζε αυτό;
Ανάλογη βολιδοσκόπηση δέχθηκε και άλλη ναυτιλιακή εταιρεία με επιβατηγά πλοία. Και στις δύο περιπτώσεις τα αιτήματα ήρθαν από εταιρείες που έχουν επενδύσει σε σημαντικά κατασκευαστικά πρότζεκτ. Και αφορούν την φιλοξενία Ινδών εργαζομένων. Οι ναυτιλιακές θεώρησαν πρώιμα τα ερωτήματα εκτιμώντας πως δεν υπάρχει επαρκές πλαίσιο για την εισαγωγή εργαζομένων. Και όμως το πλαίσιο ψηφίστηκε πριν λίγες εβδομάδες. Πρόκειται για την τροπολογία στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τίτλο «Αναμόρφωση επαγγελματικής ασφάλισης, εξορθολογισμός ασφαλιστικής νομοθεσίας, συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, σύστημα διορισμού και προσλήψεων των εκπαιδευτικών της δημόσιας υπηρεσίας απασχόλησης και λοιπές διατάξεις», η οποία αφορά ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου.
Οπως πληροφορείται η «Καθημερινή» διά στόματος του υπουργού Εργασίας Αδωνι Γεωργιάδη, έως τα τέλη Μαρτίου αναμένεται να υπογραφούν οι πρώτες τρεις διακρατικές συμφωνίες που θα επιτρέψουν την εισαγωγή εργαζομένων από τις αντισυμβαλλόμενες χώρες. Στόχος είναι να καλυφθούν οι ανάγκες σε εργατικά χέρια σε κομβικούς κλάδους για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας όπως οι κατασκευές, ο τουρισμός και το λιανικό εμπόριο.
Θα ακολουθήσουν άλλες τρεις διακρατικές συμφωνίες ενώ όπως είναι γνωστό στην αγορά εργασίας υφίσταται ήδη και έχει ενεργοποιηθεί η διακρατική συμφωνία για την εισαγωγή εργαζομένων από την Αίγυπτο.
Οι πρώτες τρεις συμφωνίες θα υπογραφούν σύμφωνα με τις ίδιες πηγές με τη Γεωργία, τη Μολδαβία και την Ινδία. Θα ακολουθήσουν, εντός του πρώτου εξαμήνου εκτός απροόπτου, άλλες τρεις διακρατικές συμφωνίες με Βιετνάμ, Φιλιππίνες και Αρμενία. Εκ των συμφωνιών αυτών δεσπόζει λόγω του μεγέθους της χώρας προέλευσης των εργαζομένων αυτή με την Ινδία. Το θέμα είχε συζητηθεί από τα τέλη Αυγούστου κατά την επίσκεψη του Ινδού πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι στην Αθήνα και τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Οι σχέσεις Ελλάδας – Ινδίας αναβαθμίστηκαν έκτοτε σε «Στρατηγική Εταιρική Σχέση», χαρακτηρισμό που μέχρι στιγμής έχει δώσει το Νέο Δελχί μόνο στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Και καθώς οι πρόσφατες διερευνητικές επαφές ελληνικών επιχειρήσεων για δομές φιλοξενίας εργαζομένων αφορούσαν σε Ινδούς, καθίσταται σαφές πως είναι πιθανό η σχετική διακρατική συμφωνία να ενεργοποιηθεί πολύ νωρίτερα από ό,τι θα περίμεναν ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι.
Στην τροπολογία που ψηφίστηκε υπάρχει ειδική πρόβλεψη για την υπογραφή «διμερών συμφωνιών εργασιακής κινητικότητας». Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Εργασίας, απαιτούνται «νέες νόμιμες οδοί μετανάστευσης, τις οποίες παρέχουν οι διμερείς συμφωνίες εργασιακής κινητικότητας που, σε συνδυασμό με τη διοικητική αναβάθμιση του συστήματος της νόμιμης μετανάστευσης, θα δώσουν πραγματική λύση στο σημερινό πρόβλημα έλλειψης εργατικών χεριών αλλά και εργαζομένων υψηλότερης ειδίκευσης».
Επιπρόσθετες ανάγκες για εργατικά χέρια
Η περίοδος μετά την πανδημία, επανέφερε δυναμικά στο προσκήνιο διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής αγοράς εργασίας που σχετίζονται με την αδυναμία αντιστοίχισης των ζητούμενων και των προσφερόμενων θέσεων εργασίας. Παράλληλα η ισχυρή ανάκαμψη τομέων της οικονομίας, που είχαν συρρικνωθεί κατά την προηγούμενη δεκαετία, όπως οι κατασκευές, ο αγροδιατροφικός τομέας και ο κλάδος ενέργειας αλλά και η αλματώδης ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού δημιούργησαν επιπρόσθετες ανάγκες για εργατικά χέρια.
Οι επιχειρήσεις εκτιμούν ότι οι ανάγκες για αλλοδαπούς εργαζόμενους ξεπερνούν ίσως και τις 400.000 άτομα. Αυτό προκύπτει από τα 379.165 αιτήματα για την κάλυψη κενών θέσεων εργασίας από ξένους που δέχθηκε το προηγούμενο διάστημα το υπουργείο Εργασίας.
Μεγάλες ανάγκες καταγράφονται στον πρωτογενή τομέα αλλά σημαντικότατες είναι και αυτές σε τουρισμό, εστίαση, κατασκευές και ακολουθούν η βιομηχανία και οι υπηρεσίες. Τα αιτήματα αυτά αφορούν στην συντριπτική τους πλειονότητα σε ανειδίκευτους εργάτες γης και οικοδομής. Σύμφωνα με πληροφορίες προκρίνεται να επιτραπεί η εισαγωγή από τρίτες χώρες ενός αριθμού εργαζομένων που να αντιστοιχεί περίπου στο 35–40% των καταγεγραμμένων αναγκών. Αξίζει ίσως να αναφερθεί ότι το 65% των αιτημάτων (246.000) έρχεται από τον πρωτογενή τομέα. Και είναι χαρακτηριστικό πως ενώ οι περισσότερες κενές θέσεις (168.000) είναι για εποχιακούς εργαζόμενους (για παράδειγμα συγκομιδή φράουλας), εντοπίζονται και 70.000 κενά σε θέσεις εξαρτημένης εργασίας. Τα υπόλοιπα 133.000 κενά προέρχονται από τουρισμό και κατασκευές. Ωστόσο διατυπώνονται ανησυχίες πως δεν είναι καταγεγραμμένες όλες οι ανάγκες, ειδικά αν, όπως αναμένεται ευρέως, συνεχίσει το κατασκευαστικό ανεκτέλεστο να αυξάνεται και ο ελληνικός τουρισμός να αναπτύσσεται.