Ενόσω ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης πραγματοποιούσε τριήμερη επίσκεψη στο Λονδίνο, έχοντας ως μέρος της ατζέντας του το πάγιο αίτημα της Αθήνας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στον τόπο τους, ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα Μάθιου Λοτζ ενημέρωνε τη διευθύντρια του διπλωματικού γραφείου του Ελληνα πρωθυπουργού ότι ο Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ έλαβε την απόφαση να μην πραγματοποιήσει τη συνάντηση με τον ομόλογό του.
- Από τον Ιάσονα -Δημήτριο Τσέτσο
Αυτή η διπλωματική απρέπεια εκ μέρους της βρετανικής πλευράς φέρεται ότι προήλθε από τη συνέντευξη του Ελληνα πρωθυπουργού στο BBC, όπου δήλωσε ρητά ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα εκλάπησαν και πρέπει να γυρίσουν στην Αθήνα.
Μετά τον σάλο που προέκυψε από την αιφνίδια ακύρωση της συνάντησης Σούνακ – Μητσοτάκη, η «Espresso» ζητά τις εκτιμήσεις του διακεκριμένου ιδιωτικού ερευνητή και μετρ του εθνικού αγώνα ενάντια στην αρχαιοκαπηλία Γιώργου Τσούκαλη, ο οποίος αναφέρεται στη συνάντηση των δύο πρωθυπουργών, στην εξέλιξη των ερευνών για τις κλοπές στο Βρετανικό Μουσείο, αλλά και την πρόσφατη εύρεση αρχαιοτήτων στις Γούρνες Ηρακλείου από ιδιώτη.
«Σύμφωνα με τις πληροφορίες που κυκλοφορούν ευρέως, ο λόγος που ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή η συνάντηση των δύο πρωθυπουργών θα έλεγα ότι είναι οι ελληνικές αρχαιότητες. Σίγουρα η βρετανική πλευρά δεν επιθυμεί επ’ ουδενί να συζητηθεί το θέμα των αρχαίων και μάλιστα σε αυτή τη χρονική συγκυρία όπου βρίσκονται εκτεθειμένοι οι Βρετανοί, γιατί εκτός από την κλοπή των ελληνικών αρχαιοτήτων από τις αποθήκες του μουσείου -γεγονός που ομολόγησαν και οι ίδιοι με επικεφαλής τον πρόεδρο του μουσείου Τζορτζ Οσμπορν- υπάρχει εν εξελίξει μια έρευνα που βρίσκεται σε κομβικό σημείο και αφορά συγκεκριμένα ζητήματα».
Εξελίξεις στην έρευνα
Ερωτώμενος εάν υπάρχουν εξελίξεις στην έρευνα των βρετανικών Αρχών για το θέμα της κλοπής των ελληνικών αρχαιοτήτων από τον υπάλληλο του Βρετανικού Μουσείου και υπεύθυνο της ελληνικής συλλογής Πίτερ Τζον Χικς, ο πολύπειρος ερευνητής μάς απαντά ότι η έρευνα στοχεύει σε τρία σημεία: «Πρώτον, επειδή το διάστημα εκείνο που εκλάπησαν οι αρχαιότητες γινόταν μια ανακαίνιση στο μουσείο, το ζήτημα που εξετάζουν οι βρετανικές Αρχές είναι εάν υπήρχε κάποια αλλοίωση της λίστας των αρχαιοτήτων που φυλάσσονταν στις αποθήκες. Δεύτερον, εάν κάποια αντικείμενα έχουν αντικατασταθεί με πλαστά. Και αυτό, διότι, αφού ήταν αποθηκευμένα, είναι εύκολο κάποιος με σύγχρονες μεθόδους να δημιουργήσει ένα αντίγραφο, π.χ. ενός αμφορέα ή νομίσματος, να πάρει το αυθεντικό για να το πουλήσει και να βάλει το αντίγραφο στη θέση του! Τέλος, ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό και αν υπήρξαν άλλοι συνεργοί ή συνεργός».
Αναφορικά με την ύπαρξη πιθανών συνεργατών, ο κ. Τσούκαλης σημειώνει ότι «δεν είναι δυνατόν κάποιος άνθρωπος μόνος του να αφαιρέσει κάποιες αρχαιότητες που είναι αποθηκευμένες. Πρώτον, διότι υπάρχει φύλαξη 24 ώρες το 24ωρο. Πώς βγήκαν χωρίς να γίνουν αντιληπτές αυτές οι αρχαιότητες; Δεύτερον, εάν υπήρξε αλλοίωση της λίστας, μπορεί να την έκανε μόνος του ένας διευθυντής, ένας υπεύθυνος για τις ελληνικές αρχαιότητες; Για να το κάνει μόνος του, θα έλεγα ότι έχει μεγάλο ρίσκο και σίγουρα όλες αυτές οι αρχαιότητες δεν βγήκαν όλες μαζί. Βγήκαν τμηματικά. Επομένως, για να βγουν όλες αυτές οι αρχαιότητες και να βρεθούν στις γνωστές πλατφόρμες προς πώληση σε διάφορους ενδιαφερομένους, σημαίνει πολύ απλά ότι υπήρχαν και άλλοι συνεργοί ή συνεργός, γι’ αυτό άλλωστε γίνεται και αυτή η έρευνα».
Επιπλέον, αναφέρει ότι «μέσα στους επόμενους μήνες θα υπάρξουν ραγδαίες εξελίξεις και θα ασκηθούν σημαντικές διώξεις. Από τότε που ανακαλύφθηκε όλο αυτό το σκάνδαλο με τις ελληνικές αρχαιότητες, επεκτάθηκαν οι έρευνες στα τρία αυτά θέματα. Είναι μια υπόθεση που απασχολεί ιδιαίτερα τη Βρετανική Αστυνομία και γίνεται μεθοδική έρευνα στην παραμικρή λεπτομέρεια. Μάλιστα, έχουν δοθεί καταθέσεις από πάρα πολλούς υπαλλήλους, οι οποίοι βρίσκονται εντός του πυρήνα των ερευνών και ενδεχομένως κάποιοι από αυτούς να αποδειχθεί ότι ήταν συνεργάτες του ανθρώπου που κατηγορείται για την αφαίρεση των αντικειμένων και ήταν υπεύθυνος για τη φύλαξη και τη συντήρηση των ελληνικών αρχαιοτήτων».
Πάντως, σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον διακεκριμένο ερευνητή, «η συγκυρία λέει ότι στο σημείο όπου βρίσκονται οι έρευνες συμφέρει την ελληνική πλευρά αλλά δεν συμφέρει τους Βρετανούς να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση. Και αυτό διότι δεν ξέρουν σε τι κατάσταση μπορεί να βρεθούν από την εξέλιξη των ερευνών, τι άλλες ελληνικές αρχαιότητες μπορεί να βρεθούν ή να έχουν αντικατασταθεί, καθώς και πόσοι εμπλέκονται στο σκάνδαλο. Οπότε το αφήγημα των Βρετανών ότι στην Ελλάδα δεν μπορεί να υπάρξει κατάλληλη φύλαξη των αρχαιοτήτων έχει καταρριφθεί και ομολόγησαν και οι ίδιοι εμμέσως πλην σαφώς, ότι το σύστημα ασφαλείας στο Βρετανικό Μουσείο είναι διάτρητο».
Ο Λεβέντης Κρητικός που παρέδωσε τα αρχαία
Αφού μιλήσαμε για το θέμα του Βρετανικού Μουσείου, αναφερθήκαμε και στην τυχαία εύρεση αρχαιοτήτων από πολίτη στην Κρήτη και την επακόλουθη παράδοσή τους στις Αρχές: «Πριν από λίγες ημέρες ένας λεβέντης Κρητικός μάς παρέδωσε αρχαιότητες ανυπολόγιστης αξίας, τις οποίες βρήκε τυχαία εκτελώντας εργασίες, κάπου επιμελώς κρυμμένες. Προφανώς κάποιος ή κάποιοι τις είχαν κρύψει εκεί, ώστε λίγο αργότερα να τις πάρουν και να τις διοχετεύσουν στα γνωστά δίκτυα της αρχαιοκαπηλίας».
«Πρόκειται για αρχαιότητες που πραγματικά κόβουν την ανάσα, παρότι στην αρχή, όταν τα είδαμε, δεν αντιληφθήκαμε αμέσως τι συμβαίνει. Οταν, όμως, οι αρχαιολόγοι αποφάνθηκαν την πραγματική τους αξία, συνειδητοποιήσαμε τη μοναδικότητά τους» αναφέρει ο κ. Τσούκαλης και συνεχίζει: «Συγκεκριμένα, πρόκειται για μια μαρμάρινη αντρική κεφαλή, ένα τμήμα πήλινης κεφαλής από ειδώλιο φτιαγμένο σε μήτρα ρωμαϊκής περιόδου, ακέραιο είδωλο κυκλαδικού τύπου, γυναικεία μορφή, με τα χέρια ενωμένα της τρίτης χιλιετίας προ Χριστού, μια απόληξη χάλκινου ξίφους με κεντρική νεύρωση μινωικής περιόδου, οστέινο εργαλείο με τέσσερις οπές, σπασμένο στα τρία μέρη, που δεν έχει ακόμα αποφανθεί η Εφορία Αρχαιοτήτων σε ποια περίοδο ανήκει, ένα πήλινο γυναικείο αναθηματικό εδώλιο φτιαγμένο σε μήτρα κλασικής περιόδου, ένα τμήμα στλεγγίδας κλασικής ή ρωμαϊκής περιόδου καθώς και μια βυζαντινή πόρπη από χαλκό του 7ου αιώνα μ.Χ. Μιλάμε για ανυπολόγιστης αξίας αρχαιότητες».
«Αξίζει να αναφερθούμε στον συγκεκριμένο άνθρωπο, διότι σε μια εποχή που υπάρχει έλλειψη από φωτεινά παραδείγματα, αντί να μπει στον πειρασμό να βρει κάποιον να τα πουλήσει και να πλουτίσει, μου τηλεφώνησε ο ίδιος και ζήτησε τη βοήθειά μου προκειμένου να παραδοθούν στις αρμόδιες Αρχές, επειδή φοβόταν μην μπλέξει» λέει και καταλήγει: «Το μήνυμα που θέλω να περάσω είναι το εξής: να μη φοβάται ο κόσμος να ενημερώσει τις Αρχές όταν βρίσκει αρχαία. Οποιος πηγαίνει να υποδείξει αρχαιότητες που βρήκε δεν έχει κανέναν λόγο να φοβάται. Αλλωστε, η κίνησή του αυτή δείχνει τη διάθεσή του να τα υποδείξει στις Αρχές για να παραδοθούν στην Εφορεία Αρχαιοτήτων. Είναι μια αγκύλωση που πρέπει να ξεπεραστεί, γιατί, εάν, για παράδειγμα, αυτός ο άνθρωπος δίσταζε να με ειδοποιήσει, ενδεχομένως ύστερα από λίγες ημέρες οι κακοποιοί θα τα έπαιρναν και θα τα πωλούσαν στο εξωτερικό».