Θεωρητικά, η Πόπη Τσαπανίδου έλαβε μια σωστή για την ίδια απόφαση, όταν άφησε το γερό τηλεοπτικό της συμβόλαιο για να επιλέξει ένα πρωτοκλασάτο πολιτικό πόστο. Η θέση της εκπροσώπου Τύπου στο φιλόδοξο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε συνδυασμό με μια «εγγυημένη» βουλευτική έδρα μέσω του ψηφοδελτίου Επικρατείας, διασφάλιζε απόλυτα την προοπτική της στο νέο γήπεδο της πολιτικής, ακόμα και με ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στην κάλπη.
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Στην πράξη, όμως, όλα πήγαν στραβά για τη δημοσιογράφο. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη συντριβή βιβλικού μεγέθους, μια εξέλιξη μη αναμενόμενη ως προς την κλίμακά της. Η «σίγουρη» έδρα της Τσαπανίδου εξαϋλώθηκε. Και αμέσως μετά τις πρώτες εκλογές έγινε ξεκάθαρο ότι δεν βλέπει μέλλον στο κόμμα, τηρώντας για αρκετές μέρες μια δυσεξήγητη σιγή ασυρμάτου.
Προχθές, ξανά ύστερα από ένα διάστημα σιωπής μετά τις δεύτερες εκλογές, ανακοίνωσε ότι φεύγει από το κόμμα. Κανείς δεν ένιωσε έκπληξη, σε αντίθεση με τον απόλυτο αιφνιδιασμό όταν ανακοινώθηκε το όνομά της από τον Τσίπρα στις 28 Δεκεμβρίου. Η Πόπη Τσαπανίδου ήταν μια προσωπική επιλογή του Αλέξη Τσίπρα. Δεν ανήκε στον ΣΥΡΙΖΑ, ουδέποτε υπήρξε στέλεχος της Κουμουνδούρου. Από τη στιγμή που ο πρώην πρωθυπουργός παραιτήθηκε από την προεδρία, η δική της φυγή έμοιαζε αυτονόητη.
Αλλωστε, και το κλίμα στην Κουμουνδούρου έδειχνε βαρύ εξαρχής για την ίδια. Αρκετά «παραδοσιακά» στελέχη δεν έκρυβαν ότι δυσανασχετούσαν με την επιλογή Τσίπρα. Θεωρούσαν την Τσαπανίδου μια «ξένη» για το κόμμα, δίχως δεσμούς με τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν την «πολέμησαν» ανοιχτά, αλλά δεν την «πίστεψαν» κιόλας.
Ο απολογισμός του περάσματός της από την πολιτική σκηνή δεν είναι εύκολος. Η θητεία της δεν κράτησε πολύ και οι δύο προεκλογικές περίοδοι ήταν ένα, έτσι κι αλλιώς, διάστημα ειδικών συνθηκών. Το συμπέρασμα είναι μάλλον γκρίζο, μια μίξη από καλές και κακές στιγμές, επιτυχίες αλλά και γκάφες. Αυτό που αποδείχθηκε σίγουρα είναι ότι η Πόπη Τσαπανίδου έχει λάμψη, ευγλωττία και άνεση μπροστά στον τηλεοπτικό φακό, αλλά και ότι είναι άπειρη ως πολιτικός. Και ίσως τελικά να μην της ταιριάζει καν η πολιτική.
Σε ένα εξάμηνο-φωτιά με δύο εκλογικές μάχες, κάθε λάθος μετρά διπλά και τρίδιπλα. Η Τσαπανίδου δεν τα απέφυγε. Οπως στις αρχές Απριλίου, όταν δήλωνε ότι αν χάσει ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι επειδή ο κόσμος θα έχει παραπλανηθεί και δεν κατάλαβε πόσο καλό είναι το πρόγραμμα του κόμματός της.
Τον Ιανουάριο είχε πει για την επενδυτική βαθμίδα ότι «θυμίζουμε στον κ. Μητσοτάκη πως την έχει αναβάλει 12 φορές», ενώ όλοι γνωρίζουν ότι η επενδυτική βαθμίδα δεν δίνεται από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης. Οταν εμφανίστηκε μετά τις πρώτες εκλογές δήλωσε πως «οι προοδευτικοί πολίτες είναι σοκαρισμένοι με το αποτέλεσμα», χαρακτηρίζοντας ουσιαστικά το 41% που επέλεξε τη Ν.Δ. ως οπισθοδρομικό, πρακτική διόλου έξυπνη για ένα κόμμα που δεν θέλει να στεγανοποιείται από δυνητικούς ψηφοφόρους, ειδικά όταν ακολουθεί δεύτερη κάλπη.
Όταν «ισοπέδωσε» on camera τον Σκέρτσο
Είχε, όμως, και επιτυχημένες στιγμές, ειδικά όταν οι συνθήκες απαιτούσαν τσαγανό. Οπως όταν «ισοπέδωσε» on camera τον Ακη Σκέρτσο για το μπακαλοτέφτερο που κράδαινε το στέλεχος του Μαξίμου στα κανάλια ως πρόγραμμα δήθεν εγκεκριμένο από το Λογιστήριο του κράτους. Ηταν, επικοινωνιακά, ένας μικρός θρίαμβος της Τσαπανίδου ως εκπροσώπου Τύπου, που, για να είμαστε δίκαιοι, δεν έμεινε αρκετό χρόνο στο πόστο της, ώστε να ξετυλίξει την πραγματική της δυναμική στον ρόλο.
Μπορούσε να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική παρεμβαίνοντας ακόμα και τηλεοπτικά για να αντιπαρατεθεί με ένα ολόκληρο πάνελ. Οπως συνέβη σε εκπομπή του ΣΚΑΪ, όταν οι παριστάμενοι εκτόξευαν ειρωνείες για τον Τσίπρα ότι είναι ο «μίμος του Ανδρέα Παπανδρέου». Η Τσαπανίδου έβγαλε δυναμισμό υπερασπιζόμενη τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ.
Από τη μια, η Τσαπανίδου έδωσε έναν επικοινωνιακό αέρα στον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα τάιμινγκ που το κόμμα το είχε ανάγκη. Από την άλλη, το αποτέλεσμα των εκλογών δεν δικαιώνει ούτε την ίδια ούτε τον Τσίπρα. Ασφαλώς και δεν έχει μεγάλο μερίδιο στην ήττα, όμως έχει όσο αναλογεί στη θέση της ως επικοινωνιακού «όπλου» ενός κόμματος πρωταθλητισμού σε διπλή προεκλογική καμπάνια.
Μέχρι χθες η Πόπη Τσαπανίδου δεν είχε ανακοινώσει τι θα κάνει στο μέλλον. Ακόμα, όμως, και η επιστροφή στη δημοσιογραφία δεν φαντάζει πια το ίδιο εύκολη.
Μέχρι να κατέβει στην πολιτική, η παρουσιάστρια δεν είχε δώσει ποτέ δικαιώματα σε κανέναν για να της φορέσει κομματική ταμπέλα. Ηταν μια φωτεινή εξαίρεση σε έναν μιντιακό τοπίο στο οποίο οι πιο αναγνωρίσιμοι «συστημικοί» δημοσιογράφοι διαλέγουν κομματικά στρατόπεδα, αντί να στέκονται απέναντί τους και να κάνουν τη δουλειά τους. Η ίδια φρόντισε επιμελώς σε μια δημοσιογραφική πορεία τριών δεκαετιών να κρατήσει «ουδέτερο» προφίλ. Δεν υπήρξε ποτέ «τηλε-ευαγγελιστής» ή «ραδιο-ευαγγελιστής» του εκάστοτε Μαξίμου ή οποιουδήποτε πολιτικού χώρου, όπως πάρα πολλοί άλλοι που συνεχίζουν να δηλώνουν δημοσιογράφοι, ενώ είναι φερέφωνα και κολαούζοι.
Αυτή η εκτίμηση, που είχε κερδίσει τόσα χρόνια η Τσαπανίδου με την προσεκτική και ακέραιη στάση της δημοσιογραφικά, τώρα πλέον φαίνεται να κλυδωνίζεται. Στο εξής, ίσως δυσκολευτεί να πείσει τους κακοπροαίρετους ότι όσα λέει ως παρουσιάστρια συνεχίζουν να έχουν πολιτική «αχρωματοψία».
Βιογραφικό
Γεννήθηκε το 1967 και κατάγεται από το Βαλτοτόπι Κιλκίς. Είναι Πόντια, μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη και ξεκίνησε τη δημοσιογραφία πολύ νωρίς, όταν στα 16 της άρχισε να εργάζεται στην εφημερίδα «Μακεδονία». Το 1987 άρχισε την τηλεοπτική καριέρα της στην εκπομπή «Τρεις στον αέρα» της ΕΡΤ. Στη συνέχεια ανέλαβε ενημερωτικές εκπομπές και δελτία ειδήσεων στη δημόσια τηλεόραση, στον Σκάι, στο Mega, στον ΑΝΤ1, στο Star και το Open. Το 2011 δημιούργησε τον ιστότοπο ipop.gr. εχει εργαστεί και σε ραδιοφωνικούς σταθμούς, ενώ έχει συμμετάσχει ως guest star σε τηλεοπτικές σειρές και ταινίες. Στις 28 Δεκεμβρίου ανέλαβε εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, θέση από την οποία παραιτήθηκε προχθές.