Αν το Βρετανικό Μουσείο αποφάσιζε μια μέρα να επιστρέψει όσα εκθέματα διατηρεί από πρακτικές αποικιοκρατίας, θα ξέμενε με ένα τσαγερό κι ένα t-shirt των Beatles. Κι αυτό ακριβώς είναι που τρέμουν οι Βρετανοί. Οτι αν δεχτούν επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα θα ανοίξει το κουτί της Πανδώρας, όπως παραδέχτηκε την Τρίτη και η υπουργός Πολιτισμού Μισέλ Ντόνελαν.
- Από τον Βασίλη Γαλούπη
Το διαμάντι στο στέμμα του αποικιοκρατικού ταμπού του Βρετανικού Μουσείου είναι τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Από το 1982 και την πρώτη απόφαση της UNESCO για την επιστροφή των Μαρμάρων, κρατά μια άκαμπτη στάση. Στην πραγματικότητα, η Βρετανία κρύβει το κεφάλι της στην άμμο για την αρπαγή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Οσα «επιχειρήματα» έχει κατά καιρούς προβάλει για να τη μη επιστροφή τους μπορούν να καταρριφθούν και με νομικούς και με ηθικούς όρους.
Η ιστορία της βίας κατά του Παρθενώνα άρχισε το 1799, όταν ο Βρετανός λόρδος Ελγιν έστειλε στην Αθήνα τον γραμματέα του Χάμιλτον και έξι καλλιτέχνες, με σκοπό την καταγραφή, μέτρηση και λήψη εκμαγείων των μνημείων της Ακρόπολης, ώστε να μπορέσουν να τα αφαιρέσουν. Η σχεδίαση του πλιάτσικου κράτησε εννέα μήνες. Το 1801 απέσπασε τουρκικό φιρμάνι και ξεκίνησε τον «κανιβαλισμό», που διήρκεσε μέχρι το 1810. Βρετανοί ιστορικοί αποκαλούσαν από τότε τον Ελγιν «ξεδιάντροπο κλέφτη».
Η κακοποίηση των αριστουργημάτων συνεχίστηκε κι αφότου έφτασαν στην Αγγλία. Αρχικά τα στοίβαξαν σε καρβουναποθήκη κι έτσι προξένησαν τεράστιες ζημιές, λόγω υγρασίας. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 οι υπάλληλοι του Βρετανικού Μουσείου εξέλαβαν τη φυσιολογική οξείδωση στην επιφάνειά τους ως βρομιά, την οποία πήγαν να καθαρίσουν με χάλκινα… εργαλεία. Κατέστρεψαν έτσι λεπτομέρειες και διέβρωσαν τα Γλυπτά.
Παγκοσμίως, ο πρώτος που ζήτησε την επιστροφή των Μαρμάρων ήταν ο Βρετανός ιστορικός Φρ. Χάρισον με οκτασέλιδο άρθρο του, το 1890, στο λογοτεχνικό περιοδικό «Nineteenth Century». Ο Χάρισον εξυβρίστηκε για το άρθρο από τον διευθυντή του περιοδικού, Νόουλς, στον οποίο απάντησε ο Καβάφης με κριτική του στο περιοδικό «Rivista Quindicinale» της Αλεξάνδρειας.
Τον Ιανουάριο του 1941 έγινε πρόταση στη Βουλή των Κοινοτήτων για την επιστροφή των «Ελγινείων» μετά τη λήξη του πολέμου, στο πλαίσιο της κοινής πολεμικής προσπάθειας Ελλάδας – Βρετανίας. Εν τέλει η βρετανική κυβέρνηση δεν δέχτηκε.
Η Ελλάδα ποτέ δεν έπαψε να διεκδικεί την επιστροφή. Η πρώτη φορά που άνοιξε το θέμα ήταν το 1982, όταν η Μελίνα Μερκούρη μίλησε στη Διάσκεψη των Υπουργών Πολιτισμού της UNESCO, στο Μεξικό. Εκτοτε πέρασαν σχεδόν 41 χρόνια και το ενδεχόμενο επιστροφής παραμένει σε θεωρητικό επίπεδο. Κάτι που παραδέχτηκε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην πρόσφατη συνάντησή του με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μεταφέροντας πια τις όποιες προσδοκίες για μετά τις εκλογές.
Σε αυτές τις τέσσερις δεκαετίες έχουν αλλάξει πολλές κυβερνήσεις και πρωθυπουργοί. Ανδρέας Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Σημίτης, Καραμανλής, Γ. Παπανδρέου, Σαμαράς, Τσίπρας και Κυρ. Μητσοτάκης. Η «κυριακάτικη δημοκρατία» επιχειρεί σήμερα να απαντήσει σε ένα εύλογο ερώτημα: Τι έκανε και τι δεν έκανε η κάθε κυβέρνηση για την επιστροφή των Μαρμάρων.
Η Βρετανία, ωστόσο, εξακολουθεί να αγνοεί:
- Την υπ. αριθμ. 4/09 απόφαση της UNESCO την 3η Αυγούστου 1982 για επιστροφή των Γλυπτών.
- Τη βρετανική επιτροπή που συστάθηκε την ίδια χρονιά στο Λονδίνο για τα Μάρμαρα της Ακρόπολης.
- Το ψήφισμα περί επιστροφής του 1999 από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
- Τις 17 διεθνείς επιτροπές που ήδη από τα μέσα της δεκαετίας 2000 είχαν αρχίσει να πιέζουν.
- Και όλες τις προτάσεις των ελληνικών κυβερνήσεων που δεν περιλαμβάνουν την παραδοχή της ιδιοκτησίας από το Βρετανικό Μουσείο.
Η αλήθεια είναι ότι για την Ελλάδα υπήρξαν χαμένες ευκαιρίες ειδικά τα χρόνια πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, όπως και κυβερνήσεις που δεν είδαν «ζεστά» το θέμα. Υπήρξαν κι άλλες που επιχείρησαν να αξιοποιήσουν προεκλογικά τη συζήτηση περί επιστροφής, δημιουργώντας ελπίδες χωρίς αντίκρισμα. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι πως η στάση της βρετανικής πλευράς παραμένει άκαμπτη σε κάθε πρόταση, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, ναρκοθετώντας εν τέλει όλες τις προσπάθειες.
Από τη Μελίνα η πρώτη μεγάλη μάχη
Στις 29 Ιουλίου 1982 η Μελίνα Μερκούρη, με το εκτόπισμα της διεθνούς ακτινοβολίας της, έβγαλε έναν λόγο, που σήμερα χαρακτηρίζεται ιστορικός. Μεταξύ άλλων είπε στη Διάσκεψη Υπουργών Πολιτισμού της UNESCO, στο Μεξικό: «Χαίρομαι που οι σχέσεις Ελλάδας – Αγγλίας είναι τόσο φιλικές, ώστε να μπορώ να μιλώ εγκάρδια. Εχετε καταλάβει ότι θα σας μιλήσω γι’ αυτά τα Μάρμαρα, που αλλού αποκαλούνται Ελγίνεια Μάρμαρα, αλλά που για εμάς θα ’ναι πάντα τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Πιστεύω ότι ήρθε ο καιρός αυτά τα Μάρμαρα να γυρίσουν πίσω, στον γαλάζιο ουρανό της Αττικής. Οι Αγγλοι φίλοι μας τα φύλαξαν καλά. Σήμερα, με σταθερή φωνή απαιτούμε τα Μάρμαρά μας. Μένω με την ελπίδα».
Από τότε μέχρι σήμερα άλλαξαν και μεσολάβησαν πολλά. Παρά ταύτα, ακόμα με εκείνη την ελπίδα έχουμε μείνει. Πάντως, η ομιλία της Μερκούρη προκάλεσε την υπ. αριθμ. 4/09 απόφαση της UNESCO, την 3η Αυγούστου 1982, για επιστροφή των Γλυπτών.
Τέσσερα χρόνια αργότερα η Μερκούρη επανέφερε το αίτημα με ακόμα μία συναισθηματικά φορτισμένη ομιλία της στην Οξφόρδη, σε debate για την επιστροφή των Γλυπτών, παρουσία και του τότε 21χρονου φοιτητή Μπόρις Τζόνσον. «Ελπίζω να δω τα Μάρμαρα πίσω στην Αθήνα προτού πεθάνω. Αν, όμως, έρθουν αργότερα, εγώ θα ξαναγεννηθώ» έλεγε συγκινημένη η Μερκούρη.
Χρόνια μετά αποκαλύφθηκαν δύο επιστολές που είχε στείλει ο Τζόνσον στη Μερκούρη το 1986. Η στάση τού μετέπειτα πρωθυπουργού της Βρετανίας ήταν τότε παθιασμένα υπέρ της επιστροφής, κατηγορώντας τις βρετανικές κυβερνήσεις για «αδιαλλαξία». Ωστόσο, όταν δεκαετίες μετά κλήθηκε από θέση εξουσίας να αποφασίσει, ήταν κι αυτός αρνητικός.
Οι δύο «άφαντοι» πρωθυπουργοί
Δύο ήταν οι πρωθυπουργοί που οι κυβερνήσεις τους δεν είχαν να παρουσιάσουν καμία ουσιαστική δράση για το θέμα των Μαρμάρων. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Γιώργος Παπανδρέου δεν ανέλαβαν σημαντικές πρωτοβουλίες για να στηρίξουν όσα έκαναν οι προκάτοχοί τους ή έστω να κρατήσουν ζεστό το θέμα.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, παρά τη γνωστή… αγάπη του για την αρχαιολογία, βρέθηκε ανάμεσα σε αλλεπάλληλες εκλογικές διαδικασίες, σκάνδαλα κι, εν τέλει, «έπεσε». Ο δε Γιώργος Παπανδρέου με το «καλημέρα» βούτηξε στα βαθιά νερά του… Καστελορίζου και το μνημονιακό τσουνάμι τον οδήγησε σε παραίτηση.
Η ιδέα Σημίτη για δανεισμό και τα ταπεινωτικά παρακάλια στον Μπλερ
Η εποχή που η Ελλάδα είχε τους περισσότερους μοχλούς πίεσης ήταν σε σχεδόν όλη τη διακυβέρνηση Σημίτη. Από τον Σεπτέμβριο 1997, όταν ανέλαβε η χώρα τους Ολυμπιακούς Αγώνες 2004. Ηταν μια χρυσή ευκαιρία που, δυστυχώς, χάθηκε και από προεκλογικές σκοπιμότητες.
Η χώρα μας ήταν στο επίκεντρο όλου του κόσμου εκείνη την επταετία. Η φωνή της ακουγόταν δυνατότερα από ποτέ. Την ίδια περίοδο ανακοίνωνε και σχέδια για νέο υπερσύγχρονο Μουσείο Ακρόπολης. Ολα έμοιαζαν ιδανικά. Το αποτέλεσμα ήταν και πάλι μηδενικό.
Το 2000 ο Σημίτης κατέθεσε επίσημη πρόταση στη βρετανική πλευρά, που προέβλεπε τη διατήρηση της ιδιοκτησίας των Μαρμάρων από το Βρετανικό Μουσείο με την ταυτόχρονη επιστροφή τους στην Ελλάδα υπό τη μορφή μακροχρόνιου δανεισμού.
Η απάντηση ήρθε τον Ιούνιο του 2000 από την υπουργό Πολιτισμού της Βρετανίας Αλαν Χόγουορθ, που έκανε λόγο για ανίσχυρα και μη πειστικά επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς.
Οι ελληνικές πιέσεις αυξήθηκαν εκ νέου όσο πλησίαζαν οι εκλογές του 2004. Τον Αύγουστο του 2003 το BBC αποκάλυψε διάλογο Σημίτη – Μπλερ στη Σύνοδο Κορυφής, με τον πρώτο να εκλιπαρεί ταπεινωτικά για τα Μάρμαρα ως βοήθεια εν όψει κάλπης: «Υπάρχει δημοσιότητα στο θέμα. Θα ήθελα να ξέρω αν μπορούμε να κάνουμε κάτι. Ξέρεις, έχουμε εκλογές του χρόνου και ίσως αυτό μπορεί να φανεί χρήσιμο».
«Όχι» από Καραμανλή στον… τρίμηνο δανεισμό με αναγνώριση ιδιοκτησίας
Τον Οκτώβριο 2007 το θέμα της επιστροφής των Γλυπτών επαναφέρει ο Κώστας Καραμανλής, κατά την ξενάγηση του τότε προέδρου της Κομισιόν Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο στο υπό ανέγερση νέο Μουσείο της Ακρόπολης.
«Οι συνθήκες έχουν πια ωριμάσει» είπε ο Ελληνας πρωθυπουργός: «Με την κατασκευή και λειτουργία του νέου Μουσείου καταρρίπτεται και το τελευταίο επιχείρημα εκείνων που αρνούνται την ικανοποίηση ενός δίκαιου αιτήματος».
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όμως, απέφυγε να πάρει θέση. Το Βρετανικό Μουσείο έσπευσε να απαντήσει για ακόμα μια φορά αρνητικά: «Το Μουσείο Ακροπόλεως, αν και είναι μια μεγάλη επιτυχία, δεν αλλάζει στο παραμικρό τη θέση μας».
Οι πιέσεις είχαν αυξηθεί διεθνώς προς τη βρετανική πλευρά σε εκείνο το τάιμινγκ, με τη διευθύντρια Επικοινωνίας του Βρετανικού Μουσείου Χάνα Μπόλτον να αποκαλύπτει στον Σκάι ότι έγινε πρόταση στην ελληνική κυβέρνηση να επιστρέψουν τα Γλυπτά «για διάστημα τριών μηνών!», υπό τον όρο να αναγνωριστεί η κυριότητα του Βρετανικού Μουσείου πάνω στα Μάρμαρα.
Η ελληνική κυβέρνηση απάντησε αρνητικά, με το αιτιολογικό ότι «τυχόν αποδοχή μιας τέτοιας πρότασης θα ισοδυναμούσε με τη νομιμοποίηση της υφαρπαγής των Γλυπτών και τον τεμαχισμό του μνημείου πριν από 207 χρόνια».
Η αντίδραση Σαμαρά και τα αλλοπρόσαλλα του ΣΥΡΙΖΑ
Σκληρή στάση κράτησε και ο Σαμαράς στα περί δανεισμού. Εναν μήνα πριν από τις εκλογές του 2015 αντέδρασε έντονα στην απόφαση του Βρετανικού Μουσείου να δανείσει σε μουσείο της Αγίας Πετρούπολης ένα από τα «Ελγίνεια Μάρμαρα» που εκλάπησαν από την Ακρόπολη.
«Προκαλεί τον ελληνικό λαό αυτή η απόφαση» δήλωνε ο τότε πρωθυπουργός, συμπληρώνοντας: «Το τελευταίο μέχρι σήμερα βρετανικό δόγμα περί “αμετακίνητων” Γλυπτών του Παρθενώνα παύει να ισχύει. Οπως καταρρίφθηκε με τη λειτουργία του Μουσείου της Ακρόπολης και το άλλο “επιχείρημά” τους, αυτό της έλλειψης ανάλογου χώρου που θα μπορούσε να τα φιλοξενήσει».
Το Βρετανικό Μουσείου απάντησε ότι «είμαστε διατεθειμένοι να δανείσουμε τα “Ελγίνεια”, φτάνει να υπάρχουν εγγυήσεις για την επιστροφή τους στο Βρετανικό Μουσείο. Η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να τα δανειστεί έτσι».
Με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία υπήρξε μια κακοφωνία διαφορετικών απόψεων και θέσεων για τα Μάρμαρα, που δεν οδήγησε σε κανένα αποτέλεσμα.
Ο υπουργός Πολιτισμού Αρ. Μπαλτάς είχε προκαλέσει χάος στο τέλος του 2015, όταν αρχικά δήλωσε με ηττοπάθεια ότι η τάση που υπάρχει είναι να μην προχωρήσουμε σε νομική διεκδίκηση των Μαρμάρων διότι κινδυνεύουμε να χάσουμε την υπόθεση.
Για τον λόγο αυτό, μάλιστα, η ελληνική πλευρά δεν είχε παραλάβει τη σχετική γνωμοδότηση που είχε συντάξει βρετανικό νομικό γραφείο με επικεφαλής την Αμάλ Αλαμουντίν.
Μετά και τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης ο Μπαλτάς επιχείρησε να τα «μαζέψει». Ουσιαστικά επέμεινε στην άποψη για μη δικαστική διεκδίκηση, διαβεβαιώνοντας, ωστόσο, ότι «συνεχίζουμε προφανώς να διεκδικούμε».
Ομως, το 2017 οι «Times» δημοσίευσαν, επικαλούμενοι δηλώσεις της υπουργού Πολιτισμού Λυδίας Κονιόρδου, ότι η Ελλάδα ετοιμάζει προσφυγή στο Διεθνές Δίκαιο για να ανακτήσει τα κλεμμένα Μάρμαρα. Το υπουργείο Πολιτισμού διέψευσε κι έκανε λόγο για παραποίηση των υπουργικών δηλώσεων.
Το 2018 ο Τσίπρας συναντήθηκε με την τότε πρωθυπουργό της Βρετανίας Τερέζα Μέι. Ο Ελληνας πρωθυπουργός επανέλαβε το αίτημα για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, σημειώνοντας ότι «για εμάς αποτελεί ένα κρίσιμο ζήτημα, που έχει και μια ιδιαίτερη ηθική φόρτιση». Σημείωνε ότι ήταν ένα καλό τάιμινγκ για να εορταστεί η έξοδος της Ελλάδας από τα Μνημόνια.
Η Τερέζα Μέι αφού είπε πολλά καλά λόγια για την Ελλάδα, απάντησε ουσιαστικά στο αίτημα «ευχαρίστως ναι, αλλά όχι».
Θέαμα αλλά όχι ουσία από Κυριάκο
Στην εποχή Κυριάκου Μητσοτάκη το θέμα των Μαρμάρων του Παρθενώνα ήταν ψηλά εξαρχής στην κυβερνητική ατζέντα κι «έπαιζε» συχνά στα ΜΜΕ, με συνεντεύξεις και συναντήσεις του πρωθυπουργού. Η αρχική πρόταση Μητσοτάκη ήταν να εκτεθούν τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Αθήνα το 2021, με τη μορφή δανεισμού, ως μία πρώτη κίνηση πριν από την οριστική επιστροφή τους.
Το 2021 ο Μητσοτάκης έγραφε άρθρο στην «Daily Mail» πως ο Mπόρις Τζόνσον γνωρίζει ότι έχει μία μοναδική ευκαιρία να τερματίσει μια αδικία που βαραίνει τις ψυχές των Ελλήνων. Ο Τζόνσον, όμως, δήλωσε αναρμόδιος, παραπέμποντας στο Βρετανικό Μουσείο.
Από τον Μάιο 2022 υπήρξε μια κινητικότητα, με τον Μητσοτάκη να αναλαμβάνει προσωπικά το θέμα, δίχως να ενημερώνει κανέναν στη Βουλή ή στο κόμμα του, αλλά η φόρα κόπηκε όταν αντέδρασε αρνητικά η Λιζ Τρας τον Οκτώβριο. Στα μέσα αυτής της εβδομάδας ήρθε ένα ακόμα «όχι» απαξίωσης από τη Βρετανίδα υπουργό Πολιτισμού Μισέλ Ντόνελαν.
Λίγες ώρες πριν ο Ελληνας πρωθυπουργός έβλεπε πια ότι προεκλογικά δεν θα υπάρξει εξέλιξη και, μιλώντας στη Σακελλαροπούλου, έκανε λόγο πλέον για προοπτική επιστροφής… μετά την κάλπη.