Του Φάνη Ζώη
f.zois@naftemporiki.gr
Σε σύγχρονες βάσεις επιδιώκει να θέσει τη λειτουργία των αστικών και υπεραστικών ΚΤΕΛ το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών.
Το υπουργείο καταθέτει το φθινόπωρο προς διαβούλευση το νομοσχέδιο με τίτλο: «Δημόσιες υπεραστικές και αστικές τακτικές οδικές μεταφορές επιβατών».
Με το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, που θα συμπληρώσει το υφιστάμενο πλαίσιο του 2013, επιδιώκεται να ανοίξει ο δρόμος για τη μερική απελευθέρωση της αγοράς στο πλαίσιο των επιταγών της Κομισιόν.
Η ανάθεση των υπεραστικών γραμμών που εκτελούνται σήμερα από τα ΚΤΕΛ θα γίνεται με ανοιχτούς διαγωνισμούς ανά γεωγραφική περιοχή. Εκτιμάται ότι οι πρώτοι διαγωνισμοί θα μπορούν να προκηρυχθούν στις αρχές του 2023.
Ειδικότερα, αντικείμενο του νομοσχεδίου είναι ο σχεδιασμός, η οργάνωση και λειτουργία δικτύων δημοσίων τακτικών υπεραστικών και αστικών οδικών επιβατικών μεταφορών που συνδέουν τα αστικά κέντρα μεταξύ τους και εξασφαλίζουν την οδική μεταφορά επιβατών από οικισμούς προς τα αστικά ή διοικητικά κέντρα ή προς άλλες περιοχές ή προορισμούς με εργασιακό, εκπαιδευτικό, ιστορικό ή τουριστικό ενδιαφέρον.
Επίσης οριοθετείται η ρύθμιση της χορήγησης αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμετάλλευσης δημοσίων τακτικών υπεραστικών και αστικών γραμμών ή δικτύων, καθώς και η ρύθμιση αποζημιώσεων, που φτάνουν και τα 10.000 ευρώ, σε αντιστάθμιση για τη μη εκπλήρωση υποχρεώσεων παροχής δημοσίων οδικών τακτικών υπεραστικών και αστικών επιβατικών μεταφορών.
Σημειώνεται ότι για τις ευρύτερες μητροπολιτικές περιοχές της Αττικής και της Θεσσαλονίκης η παροχή των αστικών οδικών μεταφορών αποτελεί αρμοδιότητα στη μεν πρωτεύουσα του ΟΑΣΑ και των θυγατρικών του, ΟΣΥ και ΣΤΑΣΥ, ενώ στη Θεσσαλονίκη των ΟΣΕΘ κι ΟΑΣΘ.
Οι αντιδράσεις του 2018
Υπενθυμίζεται ότι το 2018 είχαν υπάρξει αντιδράσεις εξαιτίας της πρόβλεψης από την προηγούμενη κυβέρνηση, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την αδιάλειπτη παροχή υπηρεσιών δημοσίου συμφέροντος, της ανάληψης αστικών δρομολογίων στις
δύο πόλεις από τα ΚΤΕΛ με την υπογραφή σχετικής σύμβασης με τους παραπάνω αρμόδιους φορείς οδικών συγκοινωνιών.
Βάσει αυτής της πρόβλεψης, ενισχύθηκαν μέσα στην πανδημία οι ελλειμματικοί στόλοι λεωφορείων των δύο πόλεων.
Όσον αφορά τώρα τις υπόλοιπες περιοχές, οι αστικές και υπεραστικές οδικές μεταφορές με λεωφορεία παρέχονται είτε από Ανώνυμες Εταιρείες, όπως τα ΚΤΕΛ, είτε από μεμονωμένους μεταφορείς, όπως συμβαίνει συνήθως στα νησιά.
Σημειώνεται ότι τα παραπάνω έχουν ήδη διαμορφωθεί ως θεσμικό πλαίσιο, από τον νόμο 4199/2013 για τις υπεραστικές μεταφορές και τον 4568/2018 για τις αστικές μεταφορές, αλλά αυτό που δεν είχε θεσπιστεί είναι ο τρόπος με τον οποίο θα γίνεται η διαγωνιστική διαδικασία για τις αστικές και υπεραστικές μεταφορές.
Επίσης, προκειμένου να συμμετάσχει κάποιος στον διαγωνισμό, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17, θα πρέπει να διαθέτει:
– Τον προβλεπόμενο απαιτούμενο αριθμό λεωφορείων υπεραστικού ή αστικού ή ημιαστικού τύπου.
– Τις απαιτούμενες εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης.
– Την απαιτούμενη στελέχωση, την εμπειρία στην εκτέλεση των υπεραστικών και αστικών οδικών επιβατικών μεταφορών.
– Τα συστήματα τηλεματικής και ενιαίας πληροφόρησης και ενιαίας έκδοσης εισιτηρίων.
Τέλος, με το άρθρο 33 η Ρυθμιστική Αρχή Επιβατικών Μεταφορών (ΡΑΕΜ) που συστάθηκε και συγκροτήθηκε με το ν.4199/2013, αλλά ουδέποτε συγκροτήθηκε και λειτούργησε, καταργείται από την ημερομηνία έκδοσης της κοινής απόφασης των υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών. Οι 23 θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού μεταφέρονται στη Γενική Διεύθυνση Μεταφορών του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών και οι υπόλοιπες 10 θέσεις μεταφέρονται στη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 12 για την ίδρυση και λειτουργία σταθμών άφιξης και αναχώρησης υπεραστικών λεωφορείων απαιτείται άδεια της αρμόδιας Περιφέρειας, που χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 79/2004.
Σταθμοί και εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης επιβατών αποτελούν και οι χώροι που διατηρούνται από τους συγκοινωνιακούς φορείς ή από εξουσιοδοτημένους πράκτορες αυτών σε διάφορα σημεία των πόλεων, του ιδίου ή άλλου νομού που εξυπηρετούν για τη διευκόλυνση του επιβατικού κοινού, όπως για την έκδοση εισιτηρίων, κρατήσεις θέσεων και διακίνηση ασυνόδευτων μικροδεμάτων.