Ακριβό είναι το φαγητό σε αρκετά ελληνικά νησιά, με τους τουρίστες να είναι ιδιαίτερα προβληματισμένοι για τους προϋπολογισμούς των διακοπών τους.
Σε νησί της… ακρίβειας από νησί των ανέμων τείνει να μετονομαστεί η Μύκονος, καθώς όπως φαίνεται οι τιμές έχουν πάρει την ανηφόρα πριν την απόβαση των τουριστών.
Η άνοδος όλων των προϊόντων είναι κάτι που παρατηρείται σε όλη τη χώρα, ως επακόλουθο του πολέμου στην Ουκρανία και των ανατιμήσεων στα καύσιμα.
Ωστόσο, οι αυξήσεις που καταγράφονται στη Μύκονο αγγίζουν τα όρια της αισχροκέρδειας, με αρκετούς τουρίστες να μετανιώνουν για την επιλογή της ως τουριστικού προορισμού.
Ο γύρος των 23 ευρώ
Μετά το περιστατικό με τα πανάκριβα καβουροπόδαρα των εκατοντάδων ευρώ, αρκετοί από τους τουρίστες του νησιού στράφηκαν σε άλλου είδους διατροφή, πιο γρήγορη και… παραδοσιακή, όπως το σουβλάκι.
Όμως και εκεί, οι τιμές έχουν πάρει την ανιούσα, με το σουβλάκι να ξεπερνά σε πολλές περιπτώσεις τα 5 ευρώ στα δημοφιλή νησιά των Κυκλάδων.
Αυτή που είναι… άπιαστη, είναι η μερίδα γύρου που ξεκινά από τα 17 ευρώ και φτάνει μέχρι τα 23€!
Την ίδια ώρα, στη Μύκονο αν θέλει κανείς να πιει ένα καφέ θα πρέπει να δώσει τουλάχιστον 5 ευρώ, για ένα σάντουιτς περίπου 10 ευρώ, για μία μπάλα παγωτό θα δώσει 7 ευρώ, ενώ ένα μπουκαλάκι νερό των 500 ml κοστίζει σε πολλές περιπτώσεις δύο ευρώ.
Πέρα από τη διατροφή, εκτός ελέγχου είναι και οι τιμές στη διασκέδαση. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα ποτό σε Νάξο ή Ίο κοστίζει τουλάχιστον 15 ευρώ.
Αγγίζει τα 4 ευρώ το σουβλάκι
Όπως φαίνεται οι αυξήσεις στο σουβλάκι είναι γενικότερο φαινόμενο, και θα συνεχιστούν όσο αυξάνονται οι τιμές σε ενέργεια και πρώτες ύλες.
Μπορεί μέχρι πρόσφατα το σουβλάκι να χαρακτηριζόταν ως η «φθηνή λύση» για φαγητό, πλέον όμως για να φάει σουβλάκια μια οικογένεια χρειάζονται περίπου 20 ευρώ.
Μιλώντας στο OPEN, ο ιδιοκτήτης ψητοπωλείου στο Χαϊδάρι Άρης Χρονόπουλος σημείωσε ότι στις αρχές του χρόνου το τυλιχτό κόστιζε 2,70 ευρώ. Στη συνέχεια αναγκάστηκε να το αυξήσει τον Μάρτιο στα 3€ και τον επόμενο μήνα θα φτάσει τα 3,30 ευρώ. Μάλιστα, τόνισε ότι παρά τη δυσαρέσκεια των πελατών, οι συγκεκριμένες ανατιμήσεις είναι μονόδρομος για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων εστίασης.