Συντάκτης: Παντελής Κωνσταντινάκος *
Τα φαινόμενα της βίας ως αρνητικά κοινωνικά συμπτώματα, είτε αφορούν άτομα, επιχειρήσεις και θεσμούς είτε ανάλογα αναφέρονται στον χώρο του αθλητισμού, πρέπει να εκτιμηθούν ως συγκοινωνούντα και αλληλοεπηρεαζόμενα από ίδια προσδοκώμενα συμφέροντα.
Η αιτιολόγηση της βίας επιστημολογικά ερμηνεύεται μέσω του αποτελέσματος ως συμβάν-γεγονός το οποίο σε κάθε περίπτωση είναι το ίδιο αφού οι συνέπειες αντανακλούν την χωρίς «έγκριση» αρνητική επέμβαση «γνωστών-αγνώστων», όπου άμεσα ή έμμεσα επιδιώκουν οφέλη για κάποιες κοινωνικο-οικονομικές ομάδες-πρόσωπα.
Τα διαχρονικά φαινόμενα της βίας, τρομοκρατικά ή στον χώρο του αθλητισμού, συνεχίζονται ανεξάρτητα από μέτρα, νόμους και πολιτικές αποφάσεις που έχουν παρθεί από τους εκάστοτε διοικούντες και δείχνουν τις ανεπάρκειες μιας κοινωνίας που δεν μπορεί λόγω ανικανότητας να αντιμετωπίσει ένα τέτοιο σοβαρό πρόβλημα.
Φυσικά, το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό, αλλά στη χώρα μας, ειδικά, οι εκάστοτε κυβερνώντες απλώς αναπαράγουν τις εναλλασσόμενες πολιτικές με μεθόδους, μέσα και πρόσωπα που τουλάχιστον δείχνουν ότι η διάρκειά τους είναι προσωρινή, προσωπική και αντιεπιστημονική, χωρίς φιλοσοφία, στρατηγική, έρευνα, ερμηνεία και διαπιστωτικές αναφορές.
Η πρόταση για δημιουργία ανεξάρτητης αρχής όχι μόνο για τον χώρο του αθλητισμού αλλά και για την τρομοκρατία θα έπρεπε να είναι χθεσινή απόφαση, η οποία ωστόσο όσο δεν υπάρχει τόσο τα φαινόμενα της βίας θα επανέρχονται με τους εκάστοτε υπευθύνους να ομιλούν και να εξαγγέλλουν μέτρα και νόμους…
Τελικά, οι πολιτικοί δείχνουν μια διαχρονική συνέπεια στην ίδια φιλοσοφία και λειτουργία απέναντι στο κοινωνικό σύμπτωμα της βίας, για το οποίο στο ελάχιστο που τους αφορά θα μπορούσε να ερμηνευτεί και ως πολιτική επιλογή, αφού μια αντίθετη παρέμβαση με τις συνεπαγόμενες συνέπειές της θα δημιουργούσε συγκρουσιακές καταστάσεις με «συμφέροντα» υψηλής πολιτικο-οικονομικής ισχύος.
Εκτίμησή μας, ύστερα από τριακονταετή πείρα-μελέτη, κυρίως στον χώρο του αθλητισμού –και όχι μόνο–, είναι ότι όσο οι πολιτικές δυνάμεις δεν αποφασίζουν για αποσύνδεση, ανεξαρτητοποίηση και αυτονόμηση του μέσου-οργάνου που θα αναλάβει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της βίας –τρομοκρατικής ή αθλητικής–, δεν θα μπορέσουμε να έχουμε ουσιαστικά αποτρεπτικά αποτελέσματα.
Φυσικά κανείς δεν έχει το μαγικό ραβδί της άμεσης λύσης, απλώς κάποια στιγμή θα πρέπει τουλάχιστον να σχεδιαστεί μια σοβαρή πρόταση μελέτης με σκοπό την πρόληψη-αντιμετώπιση του συμπτώματος της βίας, έτσι ώστε η εκάστοτε επαναφορά της να μη θεωρείται και ερμηνεύεται ως λογικό επακόλουθο μιας κοινωνικής εξέλιξης.
* πανεπιστημιακός