Σε μια… κανονική χώρα αυτό θα σήμαινε παραίτηση του υπουργού Υγείας και άμεση επέμβαση εισαγγελέα. Στην Ελλάδα της κυβέρνησης Μητσοτάκη «δεν τρέχει κάστανο»
Στις δυτικές δημοκρατίες, όταν συντελείται ένα συνεχιζόμενο έγκλημα, τότε η Δικαιοσύνη επιλαμβάνεται της υπόθεσης και στέλνει τον υπεύθυνο ή τους υπευθύνους ενώπιον του δικαστηρίου. Η καταδίκη του ενόχου λειτουργεί ως ηθική δικαίωση των θυμάτων και ως προστασία των κεκτημένων του δικαίου και της νομιμότητας. O νόμος είναι υπεράνω προσώπων και η προστασία της ανθρώπινης ζωής και του κοινωνικού συνόλου πάνω από τις πολιτικές σκοπιμότητες.
Όμως, στην Ελλάδα της εποχής της πανδημίας και της κυβέρνησης Μητσοτάκη τίποτα από όλα αυτά δεν ισχύει και τίποτα δεν επιβεβαιώνεται… Η χώρα μπορεί να θρηνεί πάνω από 26.500 ζωές, οι επιδημιολόγοι μπορεί να μιλούν για «άδικους θανάτους» και οι γιατροί να κάνουν λόγο για «εγκληματική υποστελέχωση των νοσοκομείων», όμως δεν κουνιέται φύλλο και φυσικά δεν λογοδοτεί κανένας. Μάλιστα, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο.
Η ζωή για τους κυβερνώντες και όσους πήραν τις καταστροφικές αποφάσεις συνεχίζεται κανονικά, οι υπουργοί εξακολουθούν να υποστηρίζουν πως με την πολιτική τους «έσωσαν ζωές» και η επιστημονική επιτροπή του Υπουργείου Υγείας να κρύβεται πίσω από τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης και τα ευφυολογήματα του Μαξίμου.
Όμως, όσο κι αν η κυβέρνηση επιχειρεί να συγκαλύψει τις ευθύνες της για τα τραγικά λάθη που έγιναν στη διαχείριση της πανδημίας, τα ντοκουμέντα μιλούν, εκθέτοντας προσωπικά τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά και τους εντολοδόχους του, που είτε βρίσκονται στις υπουργικές καρέκλες, είτε νομιμοποίησαν με επιστημονική επίφαση όσα δραματικά έλαβαν χώρα τα τελευταία δύο χρόνια στην Ελλάδα.
Η τελευταία απόδειξη των εγκληματικών χειρισμών της κυβέρνησης στο ζήτημα της πανδημίας ήρθε το πρωί της Τρίτης από τον ίδιο τον ΕΟΔΥ. Ο οργανισμός που υποτίθεται πως σήκωσε στις πλάτες του τη μάχη κατά του κορωνοϊού παραδέχθηκε σε δημόσιο έγγραφο πως πάνω από 16.500 ασθενείς πέθαναν αυτά τα δύο χρόνια εκτός Μονάδων Εντατικής Θεραπείας.
Σε οποιαδήποτε χώρα της δυτικής Ευρώπης, το στοιχείο αυτό θα ισοδυναμούσε με ομολογία παταγώδους αποτυχίας στη διαχείριση της πανδημίας, παραίτηση του υπουργού Υγείας και άμεση εμπλοκή του εισαγγελέα για διερεύνηση της υπόθεσης. Για τον Θάνο Πλεύρη, όμως, στη θητεία του οποίου ως υπουργού Υγείας η χώρα θρηνεί πάνω από 13.000 θανάτους, το έγγραφο του ΕΟΔΥ «δεν είπε κάτι καινούργιο».
Είναι τραγικό και συνάμα απίστευτο να επιβεβαιώνεται μέσω δημόσιου εγγράφου πως 16.500 άνθρωποι πέθαναν στη χώρα, χωρίς το κράτος να τούς παράσχει τα δέοντα, χωρίς να τούς δοθεί η ευκαιρία να παλέψουν με τον κορωνοϊό. Όμως, αυτά δεν φαίνεται να λένε τίποτα στην κυβέρνηση.
Όπως τίποτα δεν είχε πει στον πρωθυπουργό και η μελέτη Τσιόδρα – Λύτρα για την κατάσταση των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας στη χώρα, για το χάσμα που χωρίζει τα νοσοκομεία περιφέρειας και πρωτεύουσας, αλλά και για το γεγονός πως με πάνω από 400 διασωληνωμένους το Σύστημα Υγείας «φρακάρει», με αποτέλεσμα την υπονοσηλεία ασθενών. Βέβαια, η λίστα των ζητημάτων που αποκαλύπτει την κυβερνητική αναλγησία δεν τελειώνει εδώ.
Παραδοσιακά, οι κυβερνήσεις αποστρέφονται την αλήθεια, όταν αυτή συγκρούεται με το αφήγημά τους, όμως τα τελευταία δύο χρόνια τα πράγματα ξέφυγαν πέρα από κάθε μέτρο, ειδικά στο ζήτημα διαχείρισης της πανδημίας.
Η κυβέρνηση κώφευσε μπροστά στις αποκαλύψεις της «δημοκρατίας»
Η κυβέρνηση κώφευσε μπροστά στις αποκαλύψεις της «δημοκρατίας» για το ζήτημα των ψευδο-ΜΕΘ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η εφημερίδα αποκάλυψε και έφερε στο φως της δημοσιότητας ότι η πλειονότητα των νέων ΜΕΘ που ευαγγελιζόταν πως δημιούργησε η κυβέρνηση είναι επικίνδυνες, καθώς δεν πληρούν καμιά εκ των προδιαγραφών που απαιτεί το Υπουργείο Υγείας, το οποίο άλλωστε δεν έδωσε κάποια πειστική απάντηση, και η Δικαιοσύνη προσποιήθηκε ότι το θέμα δεν υπάρχει.
Το ίδιο έκανε και μπροστά στον σάλο που προκάλεσε η δημοσιοποίηση από τη «δημοκρατία» των πρακτικών της συνεδρίασης της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων. Η εφημερίδα αποκάλυψε πως η επιτροπή, η οποία θα έπρεπε να λειτουργεί ως κέντρο λήψης αποφάσεων για τα ζητήματα δημόσιας υγείας, μετατράπηκε σε πειθήνιο όργανο των υπουργών, οι οποίοι αποφάσιζαν με πολιτικά κριτήρια τι μέλλει γενέσθαι με τα μέτρα. Κανείς δεν απάντησε γι’ αυτό και, φυσικά, και εδώ η Δικαιοσύνη έκανε πως το θέμα δεν υπάρχει.
Η κυβέρνηση, όμως, αδιαφόρησε και για την άλλη μεγάλη αποκάλυψη της «δημοκρατίας», για τα διπλά βιβλία του ΕΟΔΥ, που απεδείκνυαν ότι ο τρόπος καταγραφής των κρουσμάτων ήταν ένα… μπάχαλο, με αποτέλεσμα να λαμβάνονται μέτρα που δεν ανταποκρίνονταν στην επιδημιολογική εικόνα της χώρας. Και εδώ η Δικαιοσύνη σιώπησε.
Στην πραγματικότητα, κάθε φορά που η δημοσιογραφική έρευνα έφερνε στο φως της δημοσιότητας λάθη, παραλείψεις και άστοχες επιλογές, τόσο περισσότερο η κυβέρνηση γινόταν αλαζονική και επιθετική. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την περίφημη δήλωση του Γιώργου Γεραπετρίτη, ότι «εάν είχαμε 5.000 ΜΕΘ, θα είχαμε και περισσότερους νεκρούς», ή τον Ακη Σκέρτσο να δηλώνει πως «μετά την πάροδο της πανδημίας θα εκλείψει ο λόγος να έχουμε πάρα πολλές ΜΕΘ»; Ποιος μπορεί, τέλος, να ξεχάσει τον κ. Πέτσα να λέει πως «αν φτιάχναμε ΜΕΘ, θα πετούσαμε λεφτά»;
Ομολογία φόβου και ενοχής η νομοθέτηση του ακαταδίωκτου
Για να διασφαλίσει η κυβέρνηση ότι αυτοί που συμμετείχαν στις καταστροφικές αποφάσεις για τη διαχείριση της πανδημίας θα έμεναν στο απυρόβλητο, έφτασε στο σημείο να νομοθετήσει το ακαταδίωκτο όλων των πολιτικών και επιστημονικών προσώπων. Και αν για ορισμένους η θέσπιση του ακαταδίωκτου είναι μια κίνηση που φαντάζει λογική, η απαγόρευση να κληθούν ακόμα και ως μάρτυρες αποτελεί ομολογία φόβου και ενοχής.
Όσο κι αν η κυβέρνηση επιχειρεί να αφήσει πίσω της την περίοδο του κορωνοϊού, «σφυρίζοντας» το τέλος της πανδημίας, η ανάμνηση όλων όσοι βασανίστηκαν ή έχασαν τη ζωή τους χωρίς το κράτος να τους παράσχει τη δέουσα φροντίδα θα συνεχίσει να υπάρχει και οι δικοί τους άνθρωποι θα εξακολουθήσουν να ζητούν δικαίωση. Όσο κι αν η κυβέρνηση θέλει να κλείσει στόματα, τόσο τα ντοκουμέντα θα μιλούν και θα την εκθέτουν…