Πολύ ενδιαφέρουσα η συζήτηση που άνοιξε χθες στο Kοινοβούλιο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και για τον ρόλο της Ιστορίας στις εθνικές μας επιλογές και για το γεγονός ότι η Ελλάδα απέδειξε, κατά την εκτίμησή του, ότι τις περισσότερες φορές στάθηκε στη σωστή πλευρά της.
Από τον Μανώλη Κοττάκη
Αφορμή για την επισήμανσή του αυτή βεβαίως αποτέλεσε η απόφασή του να στείλει οπλισμό στην Ουκρανία, αλλά και να μετάσχει γενικότερα με πλήρη υποστήριξη στο σχέδιο της Δύσης για την επιβολή οικονομικών κυρώσεων εις βάρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ αυτών της απόφασης αποκλεισμού της από το δίκτυο διατραπεζικών συναλλαγών Swift. Απόφαση την οποία, αν εννοούσε πραγματικά η Δύση και δεν άφηνε «παραθυράκια» για τη μη εφαρμογή της, θα είχε ως συνέπεια η Ελλάδα και όλες οι άλλες χώρες να μην μπορούν να εξοφλούν τη Ρωσία για την προμήθεια φυσικού αερίου και να την οδηγήσουν έτσι, μέσα στον χειμώνα, στη διακοπή της τροφοδοσίας προς τις ελληνικές επιχειρήσεις και τα ελληνικά νοικοκυριά. Θα επανέλθω, όμως, σε αυτό στο τέλος του σημειώματος. Διότι εδώ προέχει να εξετάσουμε με αναδρομή στα ιστορικά δεδομένα πόσα κέρδισε και πόσα έχασε η Ελλάδα, όταν ήταν σε αυτό που ο πρωθυπουργός ονομάζει «σωστή πλευρά της Ιστορίας». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήμασταν στη σωστή πλευρά της Ιστορίας όταν τελείωσε ο Εμφύλιος Πόλεμος. Η Ελλάς ευτύχησε να παραμείνει στη σφαίρα επιρροής της Δύσης, και έτσι ο ελληνικός λαός δεν γνώρισε την οδυνηρή εμπειρία να ζήσει τα «αγαθά» του υπαρκτού σοσιαλισμού και των σοβιετικών δημοκρατιών, όπως η φτώχεια και οι δικτατορίες. Αντιθέτως, η ελληνική οικονομία χρηματοδοτήθηκε γενναία από το Σχέδιο Μάρσαλ.
Η ένταξη της Ελλάδας στη Δύση οφείλεται βεβαίως στη νίκη των αστικών δυνάμεων στον Εμφύλιο Πόλεμο, αλλά και σε τυχαία γεγονότα που οδήγησαν την Ελλάδα στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα θα ήταν άχρηστη για τον Τσόρτσιλ, εάν δεν ήλεγχε μέσω της κατοχής της τα Στενά του Σουέζ, με συνέπεια με αυτόν τον τρόπο να κατοχυρώνει και να ασφαλίζει την κυριαρχία της Αγγλίας στις αποικίες της στην Απω Ανατολή, ειδικά στην Ινδία. Η Αγγλία ήθελε την Ελλάδα στο δυτικό μπλοκ για να ελέγχει μέσω αυτής τους θαλάσσιους δρόμους που οδηγούν στην Ινδία. Σήμερα επίσης γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα δεν ανήκε στο πεδίο των ενδιαφερόντων του Στάλιν. Άφησε τον Εμφύλιο Πόλεμο να εξελιχθεί για να την ανταλλάξει με τις χώρες που βρίσκονταν στην περίμετρο ασφαλείας του, όπως η Πολωνία, η Τσεχοσλοβακία και η Ουγγαρία. Καταφέραμε να βρεθούμε λοιπόν στη σωστή πλευρά της Ιστορίας και στη σφαίρα επιρροής της Δύσης και επειδή το θέλαμε, αλλά και από γεγονότα που μας ξεπερνούσαν.
Η τροπή των πραγμάτων θα μπορούσε να είναι και διαφορετική. Ειδικώς αν ο Στάλιν δεν εγκατέλειπε τους αντάρτες. Ως επιβράβευση για την ένταξή μας σε αυτή τη σφαίρα επιρροής, λάβαμε από τη διάδοχο της Μεγάλης Βρετανίας, Αμερική, σημαντική ενίσχυση, πράγματι. Το Σχέδιο Μάρσαλ και τα πλοία Liberty βοήθησαν την ελληνική κοινωνία να βγει από το τούνελ της φτώχειας και την ελληνική ναυτιλία να αναπτυχθεί. Κάπου εδώ, όμως, φοβόμαστε ότι τελειώνει η σωστή πλευρά της Ιστορίας για εμάς…
Σήμερα γνωρίζουμε ότι η κατάλυση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, με το πραξικόπημα του 1967, έγινε σε πλήρη γνώση της Αμερικής – της «σωστής πλευράς της Ιστορίας». Γι’ αυτό άλλωστε και ο πρόεδρος Κλίντον, κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα το 1999, ζήτησε συγγνώμη γι’ αυτό από τον ελληνικό λαό. Σήμερα, επίσης, γνωρίζουμε ότι η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο έγινε σίγουρα με την ανοχή των Ηνωμένων Πολιτειών – της «σωστής πλευράς της Ιστορίας»! Γι’ αυτό άλλωστε οι Κύπριοι αδερφοί μας οργάνωναν διαδηλώσεις στο κέντρο της Νέας Υόρκης, το 1975, αποκαλώντας τον υπουργό Εξωτερικών της «σωστής πλευράς της Ιστορίας» «χασάπη». Σήμερα γνωρίζουμε ότι τα Ιμια έγιναν «γκρίζα ζώνη» τον Ιανουάριο του 1996, όταν, με βάση δημοσιευμένα έγραφα, το υπουργείο Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών είχε στη διάθεσή του χαρτί που του έστειλε η ιταλική κυβέρνηση, από το οποίο προέκυπτε σαφώς η ελληνικότητα των βραχονησίδων μας. Σήμερα, επίσης, γνωρίζουμε ότι τα Σκόπια αναγνωρίστηκαν ως «Μακεδονία» το 2005 από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών – της «σωστής πλευράς της Ιστορίας»!
Η Ελλάδα, όλα αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν, υπήρξε άψογη στις συμμαχικές της υποχρεώσεις. Διέθετε κάθε χρόνο το 2% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της, ακόμα και όταν ο λαός της πεινούσε με τα Μνημόνια, για εξοπλισμούς και αμυντικές δαπάνες. Οσες φορές μάς ζητήθηκε να δείξουμε συμμαχική αλληλεγγύη και να δώσουμε κάπου το «παρών», το κάναμε. Στον πόλεμο της Κορέας ήμασταν παρόντες. Στον πόλεμο του Ιράκ, στον Περσικό Κόλπο ήμασταν παρόντες – με τη φρεγάτα «Ελλη». Στο Κοσσυφοπέδιο, το οποίο αποτελεί το λίκνο τον αδελφών μας Σέρβων, ήμασταν παρόντες με στρατό. Στο Αφγανιστάν, το ίδιο!
Πάντοτε εμείς ήμασταν στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Οι σύμμαχοί μας δεν ήταν ποτέ συνεπείς στα ραντεβού τους… Μόνο στη μάχη για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ μάς βοήθησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και εδώ, όπως προκύπτει από τα απομνημονεύματα του προέδρου Ομπάμα, επειδή θίγονταν πρωτίστως τα δικά τους συμφέροντα. Ο πρόεδρος Πούτιν αρνήθηκε και τότε, μολονότι του ζητήθηκε, να εμπλακεί στα εσωτερικά της νομισματικής ένωσης της Ευρώπης και ενός μέλους της, όπως η Ελλάδα, ακολουθώντας ακριβώς τον δρόμο του Στάλιν.
Σήμερα, η Ελλάδα αποφασίζει να στείλει όπλα στην Ουκρανία, υπολογίζοντας, όπως διακηρύχθηκε από το βήμα της Βουλής, ότι σε αντίθετη περίπτωση δεν θα είχε το ηθικό πλεονέκτημα να ζητήσει το ίδιο για τον εαυτό της σε περίπτωση που βρισκόταν αντιμέτωπη με την Τουρκία! Και με πρόσθετο επιχείρημα ότι τον ίδιο δρόμο ακολούθησαν η Γερμανία, η Σουηδία και η Πορτογαλία, χωρίς όμως να αναφερθεί ότι τον αντίθετο δρόμο -να μη στείλουν όπλα- ακολούθησαν, χωρίς να κατηγορηθούν ότι είναι στη λάθος πλευρά της Ιστορίας, η Ισπανία και η Ιταλία. Ευελπιστούμε λοιπόν σε συμμαχική βοήθεια, αν βρεθούμε απέναντι στην Τουρκία. Μόνο που ξεχνάμε δύο πράγματα: Εμείς δεν έχουμε ανάγκη από όπλα, αλλά από στρατό. Οπως από στρατό έχει ανάγκη και η Ουκρανία. Αλλά έμεινε κι αυτή μόνη, κι ας βρέθηκε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας! Ξεχνάμε, επίσης, κάτι ακόμη: Δεν αρκεί να είναι η αγωγή μας κοσμιοτάτη για να έχουμε τη βοήθεια που θα χρειαστούμε την κρίσιμη στιγμή.
Το μέγα ζήτημα για τους συμμάχους τότε δεν θα είναι αν στείλαμε καλάσνικοφ και ρουκέτες στον Ζελένσκι, αλλά πώς αξιολογούν την Ελλάδα και πώς αξιολογούν την Τουρκία στον συμμαχικό σχεδιασμό. Από την απάντηση που θα δώσουν θα κριθεί αν πράγματι είμαστε εμείς στη σωστή πλευρά της Ιστορίας ή αν είναι οι γείτονες Τούρκοι, που έσπευσαν εγκαίρως να στρίψουν το τιμόνι, πρώτα εξοπλίζοντας τον Ζελένσκι με υπερσύγχρονα drones, έπειτα χαρακτηρίζοντας «πόλεμο» τη σύρραξη και, τέλος, κλείνοντας τα Στενά του Βοσπόρου. Θα έχει ενδιαφέρον τότε να δούμε αν θα υπάρξει συμμαχικό αντίδωρο για τον οπλισμό που στείλαμε στην Ουκρανία. Η προϊστορία δεν μας κάνει αισιόδοξους, ευχόμαστε όμως ο πρωθυπουργός να έχει δίκιο και να μην έχει κάνει λάθος εκτίμηση.
Όσον αφορά τις ελληνορωσικές σχέσεις, τέλος, οι οποίες γνωρίζουν -και με ευθύνη της Μόσχας- ραγδαία επιδείνωση, ας σημειωθεί μόνο αυτό: Ταμείο θα γίνει ανάλογα με την έκβαση του πολέμου. Αν ο Πούτιν βαλτώσει στην Ουκρανία, τότε έχει καλώς – άξιζε το ρίσκο. Αν τυχόν όμως καταφέρει και μεταφέρει ακολούθως τη σύρραξη, με ό,τι αυτό σημαίνει, στα Βαλκάνια, για τα ελληνικά συμφέροντα αυτό δεν θα είναι καλή εξέλιξη. Η κυβέρνηση, επίσης, πρέπει να απαντήσει εγκαίρως με πραγματιστικούς όρους αν μπορεί να αντικαταστήσει από άλλες πηγές την τροφοδοσία της ελληνικής οικονομίας με ρωσικό φυσικό αέριο, το οποίο σήμερα καλύπτει σχεδόν το 50% των αναγκών μας. Αν μπορεί, έχει καλώς. Αν όμως οι πλατφόρμες του υγροποιημένου φυσικού αερίου που θα δημιουργηθούν στην Αλεξανδρούπολη καθυστερήσουν να κατασκευαστούν -διότι αυτά δεν γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη-, τότε θα έχουμε πρόβλημα. Η σωστή πλευρά της Ιστορίας και η ιδεολογική ανάλυση δεν μας σώζουν σ’ αυτή την περίπτωση. Μακάρι να μην το ζήσουμε – το εύχομαι ειλικρινά.