Οι μεγαλοστομίες του σύγχρονου ”σουλτάνου” εξ Ανατολών δίνουν και παίρνουν απ’ την ημέρα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία (24/2/’22). Ήταν που ήταν καβάλα στο άλογο των νεοοθωμανικών φαντασιώσεών του ο… ”Grand Turk * της εποχής μας, τώρα καλπάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα στην κλίμακα των επιδιώξεών του ως… ”Ευρωπαίος”.
Αυτό έδειξε τουλάχιστον ο Ταγίπ Ερντογάν σε μια απ’ τις ομιλίες του, όταν — υποδεχόμενος στο προεδρικό μέγαρο 17 βουλευτές τουρκικής καταγωγής οι οποίοι έχουν εκλεγεί σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες — είπε με στόμφο ότι η Τουρκία είναι ευρωπαϊκή χώρα, αφού ως Οθωμανική αυτοκρατορία είχε φτάσει μέχρι την Αυστρία και την Μολδαβία, αλλά και νότια, στη σημερινή Ουκρανία, πράγμα που για εκείνον είναι απόδειξη ότι τα ευρωπαϊκά εδάφη είναι ”κατά βάθος” τουρκικά.
Καλώς ή κακώς, ωστόσο, τα λεγόμενα του Τούρκου Προέδρου δεν απασχολούν την πολιτική ηγεσία μας, γιατί το μείζον γι’ αυτήν είναι να παράσχει βοήθεια στην Ουκρανία, χωρίς να μπορούμε να αποκλείσουμε και αποστολή ελληνικού στρατού στο Κίεβο απέναντι στα ρωσικά στρατεύματα, αν υποχρεωθούμε να το κάνουμε ως μέλη του ΝΑΤΟ.
Ήδη στέλνουμε αμυντικό εξοπλισμό και ανθρωπιστική βοήθεια με C130, αλλά και πολεμικό υλικό — πυρομαχικά με προορισμό την Ουκρανία μέσω Πολωνίας, τυφέκια AK-47 Καλάσινκοφ και εκτοξευτές ρουκετών μιας χρήσης RPG-18) — χωρίς να αποκλείεται και αποστολή μαχητικών, κίνηση αυτοκτονική κατ’ εμέ και παντελώς ανεύθυνη.
Είναι φανερό, δυστυχώς, ότι η κυβέρνηση – υπό το κράτος αδικαιολόγητου πανικού ή ζήλου (στην προσπάθεια να παρουσιαστεί σε Αμερικανούς και Ευρωπαίους ως βασιλικότερη του βασιλέως) — κάνει σπασμωδικές κινήσεις τρέμοντας προφανώς τις συνέπειες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Συνέπειες που αφορούν όχι μόνο την Οικονομία μας (λόγω της αναστολής ροής της ενέργειας και των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία), αλλά και την καθημερινότητα των Ελλήνων πολιτών, καθώς και την επιβίωση των Ομογενών κατοίκων της Ουκρανίας, χωρίς να παραβλέπονται οι επιπτώσεις σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Κι αυτό το τελευταίο έχει άμεση σχέση με το δίπορτο της Τουρκίας στην ουκρανική κρίση. Με την άσκηση ισορροπίας, δηλαδή, που κρατάει ο Ταγίπ Ερντογάν θέλοντας απ’ την μια να τηρήσει τις δεσμεύσεις της χώρας του έναντι του ΝΑΤΟ (πράγμα που μεταφράζεται σε καταδίκη της ρωσικής εισβολής) κι από την άλλη να μη χαλάσει τις σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας (βλ. αρνητική στάση του στο θέμα κυρώσεων εναντίον της απ’ τη Δύση).
Κάτι που δεν πρέπει να προσπεραστεί αβρόχοις ποσί** ούτε απ’ την ελληνική ούτε απ’ την κυπριακή ηγεσία, γιατί δείχνει ότι η Τουρκία προσδοκά τη μελλοντική στήριξη της Ρωσίας στις διεκδικήσεις της για Αιγαίο και Κύπρο.
Τα δεδομένα αυτά έχουν στριμώξει ασφαλώς την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αναγκάζοντάς την να περιορίσει τη γραμμή άμυνάς της μόνο στο επικοινωνιακό επίπεδο, όπου επιδίδεται με υπερβάλλοντα ζήλο κατά της Ρωσίας, στην προσπάθειά της να ρίξει από τώρα τις αποκλειστικές ευθύνες στον Πούτιν για την έκρηξη ακρίβειας λόγω της εκτίναξης των τιμών του φυσικού αερίου (σ.σ τα αποθέματά μας σ’ αυτό διαρκούν μόνο για 9 μέρες), μετά το πράσινο φως που εξέπεμψε ο Ρώσος Πρόεδρος για την έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία.
Όλα αυτά πρόκειται να επιβαρύνουν ασφαλώς έτι περαιτέρω την ελληνική Οικονομία, που διανύει φάση εσπευσμένης και δαπανηρής απολιγνιτοποίησης, κάτι για το οποίο δε φαίνεται να έχει μετανιώσει η κυβέρνηση και — κατά τη συνήθειά της — ψάχνει να βρει αλλού τους φταίχτες, για να προλάβει το πολιτικό κόστος.
Η διαμόρφωση δυσμενών συνθηκών στην ελληνική Οικονομία απασχολεί, δικαιολογημένα, τον πρωθυπουργό, ο οποίος έκανε ήδη προτάσεις στην ΕΕ για αντιμετώπιση των έκτακτων καταστάσεων στον τομέα αυτό, χωρίς όμως αποτέλεσμα (βλ: 1. Προώθηση χρηματοδοτούμενου απ’ την Ευρωπαϊκή Ένωση Κοινού Ταμείου με στόχο την προμήθεια φυσικού αερίου των ευρωπαϊκών χωρών και 2. Αίτημα για ευρωπαϊκά έκτακτα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων).
Τον προβληματισμό της για τη διαμόρφωση συνθηκών που προδιαγράφουν τα χειρότερα τα οποία έρχονται στην Οικονομία μας εξέφρασε πρόσφατα και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας στη συνάντησή της με τον πρωθυπουργό.
– […] Είμαστε στην αρχή μιας νέας εποχής και η γεωπολιτική αναταραχή η οποία θα προκληθεί θα έχει οικονομικές επιπτώσεις… Πρέπει να είμαστε έτοιμοι για σημαντικές αναταράξεις στην αγορά ενέργειας. […] Το τίμημα για το οποίο πρέπει να αγωνιστούμε είναι πολύ υψηλό. Η χώρα μας βρέθηκε πάντα, στα 201 χρόνια ανεξαρτησίας και αγώνα για την ελευθερία, στη σωστή μεριά της Ιστορίας και το ίδιο θα κάνει και τώρα, είπε μεταξύ άλλων.
Δεν ξέρω πώς ερμηνεύετε εσείς τα λόγια της κ. Σακελλαροπούλου, η οποία παρεμπιπτόντως — στην τελευταία συνάντησή της με τον Κυριάκο Μητσοτάκη — ”ξέπλυνε” δια της σιωπής τον Αττίλα χαρακτηρίζοντας τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ως την ”πρώτη τόσο σημαντική επίθεση εναντίον ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ευρώπη”.
Αν μας τα θύμισε όλα αυτά η κυρία Πρόεδρος — βάζοντας μέσα και το ”τίμημα της ελευθερίας” — για να μας τρομάξει, τα κατάφερε. Γιατί μόνο αψήφιστα δεν πρέπει να παίρνουμε τέτοιες προειδοποιήσεις.
Αρκεί να ανατρέξουμε δια της αναδρομής στον Φεβρουάριο του 2005, όταν η τότε Πρόεδρος της Βουλής Άννα Ψαρούδα Μπενάκη — κατά την προσφώνησή της στον νεοεκλεγέντα τότε ΠτΔ Κάρολο Παπούλια — προειδοποίησε τον ελληνικό λαό για τα δεινά που θα έρθουν για τον ίδιο και τη χώρα μας (”κίνδυνοι περιορισμού των εθνικών συνόρων” κλπ).
Στην περίπτωση ωστόσο που αντιμετωπίζουμε τώρα, το χειρότερο που μας απειλεί (χωρίς να αποκλείουμε το απρόβλεπτο μιας παγκόσμιας σύρραξης ή την έκρηξη της κρίσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις) είναι οι εξωφρενικές ανατιμήσεις στην ενέργεια και, συνακόλουθα, στις τιμές των τροφίμων.
Αυτός είναι άλλωστε σοβαρός λόγος για να αρχίσει να συζητείται στα ΜΜΕ το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών, έστω κι αν τις ξορκίζουν οι κυβερνητικοί και δεν τις ζητούν στην πλειοψηφία τους οι πολίτες όχι γιατί όλα βαίνουν καλώς, αλλά γιατί διαμορφώνονται συνθήκες διακύβευσης της ειρήνης στο ευρωπαϊκό περιβάλλον.
Ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς (για να θυμηθώ την κινεζική ρήση ”Είθε να ζήσεις σε ενδιαφέροντες καιρούς”). Άρα πολύ επικίνδυνους για τον κόσμο, πολύ περισσότερο για την Ελλάδα και την Κύπρο πάνω από τις οποίες επικρέμαται ως δαμόκλειος σπάθη ο τουρκικός αναθεωρητισμός.
Και τώρα, με αφορμή την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, προστέθηκε ένας ακόμα πονοκέφαλος για αμφότερες. Στην περίπτωση της Κύπρου, ευτυχώς, ο Ν. Αναστασιάδης (λογικά σκεπτόμενος) δεν βγήκε μπροστά με κραυγές καταδίκης της Ρωσίας, έστω κι αν η ενέργεια της τελευταίας προσιδιάζει με την τουρκική εισβολή του ’74 στο έδαφος της Μεγαλονήσου.
Δεν βγήκε γιατί λογάριασε τη δύναμή της όχι μόνο γεωπολιτικά, αλλά και διπλωματικά, χωρίς να ξεχνά τη διαχρονικά υποστηρικτική στάση της προς την Κύπρο (βλ. ρωσικά βέτο και ψηφίσματα κατά της παρουσίας τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο και υπέρ των κυπριακών συμφερόντων στο Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ).
Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχει διαφοροποιηθεί η στάση της Ρωσίας στο Κυπριακό, συγκριτικά με την παλαιότερη, λόγω της στρατηγικής σχέσης της με την Τουρκία.
Συνελόντι ειπείν η Κύπρος σέβεται και λογαριάζει την υπερδύναμη Ρωσία και (καλώς) σιωπά, σε αντίθεση με τους δικούς μας που συντάχθηκαν με ενθουσιασμό στο πλευρό των συμμάχων κατά της Ρωσίας, σαν να έσβησαν απ’ τη μνήμη τους τις ευθύνες του ΝΑΤΟ για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το ’74 και για τους ανελέητους βομβαρδισμούς το ’99 κατά των αμάχων της Γιουγκοσλαβίας…
Το τι θα έπρεπε να συμβεί από τη μεριά μας είναι, νομίζω, εύκολα αντιληπτό. Κριτική αποδοκιμασίας της ρωσικής εισβολής, χωρίς τους ασυνήθιστα επιθετικούς, οξείς καταγγελτικούς τόνους (βλ. δηλώσεις Βαρβιτσιώτη-Μητσοτάκη) κατά της Ρωσίας που υψώθηκαν για να πάρουμε τα εύσημα της Αμερικής.
Η τελευταία επιλογή, ασφαλώς, είναι δείγμα της ποδηγετούμενης από τις ΗΠΑ πολιτικής στρατηγικής μας. Στρατηγικής την οποία ακολουθούμε διακυβερνητικά στη σχέση μας με τη Ρωσία, γι’ αυτό και η στάση των πολιτικών εκπροσώπων μας ισοδυναμεί με επιθετική κίνηση προς αυτήν.
Κι αυτό τη στιγμή που η Ρωσία έχει διαμηνύσει στο Μαξίμου δια της πρεσβείας της στην Αθήνα ότι αδίκως κατηγορείται ως υπαίτια για το θάνατο των 10 Ελλήνων στην Ουκρανία, οι οποίοι– κατά τη ρωσική θέση — βομβαρδίστηκαν απ’ το νεοναζιστικό Τάγμα Αζόφ και όχι από τη Ρωσική Αεροπορία.
Πέρα απ’ αυτό όμως θα έπρεπε να λάβουμε υπόψη μας ότι ο Βλαδίμηρος Πούτιν μάς έχει ήδη στο στόχαστρό του λόγω της αμερικανικής βάσης στην Αλεξανδρούπολη, πράγμα που — αντί να μας κάνει να ρίξουμε τους τόνους και να γίνουμε πιο εγκρατείς στις δηλώσεις μας — μας ώθησε να βάλουμε τη δική μας… σφραγίδα στο ”ειδύλλιό” του με τον Ταγίπ Ερντογάν, κι ας χάσκει ορθάνοιχτο το μέτωπο με την Τουρκία.
Μέτωπο πολύ επικίνδυνο που απαιτεί να έχουμε περισσότερους φίλους, παρά εχθρούς. Πολύ περισσότερο φίλους ισχυρούς όπως η Ρωσία, την εύνοια της οποίας χάσαμε προ ετών. Γι’ αυτό και επιδίωξή μας θα έπρεπε να είναι, τουλάχιστον, η διασφάλιση της ουδετερότητάς της στο θέμα των ελληνοτουρκικών διαφορών και η διατήρηση της διαχρονικά υποστηρικτικής στάσης της προς την Κύπρο στο Κυπριακό.
Στάσης η οποία περνά πολύ δύσκολη φάση στις μέρες μας λόγω των αμοιβαίων συμφερόντων Ρωσίας-Τουρκίας και της πρόσδεσης Ελλάδας και Κύπρου στο άρμα του ξένου παράγοντα και δη του αμερικανικού, αν και ο παράγων Γερμανία θα έπρεπε να λογαριάζεται περισσότερο λόγω της προϊστορίας του και όχι να υποτιμάται.
Τρανταχτή απόδειξη που συνηγορεί στον προειδοποιητικό υπαινιγμό μου είναι το γεγονός ότι ο Γερμανός Καγκελάριος Όλαφ Σολτς — μιλώντας σε έκτακτη συνεδρίαση της Bundestag με αφορμή τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία — ανακοίνωσε εξοπλισμούς 100 δισ. ευρώ καταρρίπτοντας για πολλοστή φορά απ’ το 1955 την απόφαση της Συνδιάσκεψης του Πότσνταμ*** για αφοπλισμό της Γερμανίας…
Λεξιλόγιο
* Grand Turk (Gran Turco απ’ τους Ιταλούς) αποκαλείτο ο σουλτάνος Μεχμέτ Β’ (Μωάμεθ Β’ Πορθητής).
**Αβρόχοις ποσί: Με στεγνά πόδια, χωρίς κόπο, αψήφιστα.
*** Συνδιάσκεψη Πότσνταμ (17 Ιουλίου-2 Αυγούστου 1945). Η τελευταία διασυμμαχική διάσκεψη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που καθόρισε την τύχη της ηττημένης Γερμανίας, η οποία υποχρεώθηκε να υπογράψει τα τέσσερα ”Ds”: Αφοπλισμό (Disarmament) — Αποναζιστικοποίηση (Denazification) — Εκδημοκρατισμό (Democratisation) — Αποκέντρωση (Decentralization), μετά από αίτημα των νικητών του πολέμου.