Της Δήμητρας Πανανού
Ως απτή απόδειξη ότι η επιστήµη µπορεί, ακόµη και κάτω από δύσκολες συνθήκες, να αναπτύξει αποτελεσµατικά εµβόλια κατά της COVID-19 χαρακτηρίζουν την πρόσφατη ανακοίνωση των πολύ ενθαρρυντικών δεδοµένων της φαρµακευτικής εταιρείας Pfizer κορυφαίοι Ελληνες επιστήµονες. Σε µια προσπάθεια να «αποκωδικοποιήσουν» τις νέες εξελίξεις, απαντούν, µέσω της Realnews, σε καίρια ερωτήµατα που αφορούν τον χρόνο έγκρισης και παραγωγής αλλά και τη διάθεση των εµβολίων, ενώ επισηµαίνουν τις προκλήσεις που θα πρέπει να ξεπεράσουν οι χώρες -ανάµεσα σε αυτές και η Ελλάδα- προκειµένου να ανταποκριθούν µε αποτελεσµατικό τρόπο στο δύσκολο εγχείρηµα εµβολιασµού του πληθυσµού. «Οι πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι το εµβόλιο της Pfizer ήταν περισσότερο από 90% αποτελεσµατικό ως προς την πρόληψη της νόσου τρεις εβδοµάδες µετά την πρώτη και µία εβδοµάδα µετά τη δεύτερη δόση του εµβολίου.
Η δοκιµή θα συνεχιστεί, εποµένως οι αρχικές εκτιµήσεις για την αποτελεσµατικότητα του εµβολίου ενδέχεται να αλλάξουν. Ακόµα, όµως, και σε αυτή την περίπτωση, η αναµενόµενη αποτελεσµατικότητα θα παραµείνει άνω του 50%», αναφέρει ο πρύτανης του ΕΚΠΑ και καθηγητής Αιµατολογίας-Ογκολογίας, Θάνος ∆ηµόπουλος, σχολιάζοντας τα καλά νέα. Παράλληλα, τονίζει ότι εντός της τρίτης εβδοµάδας του Νοεµβρίου θα είναι διαθέσιµα τα απαραίτητα δεδοµένα ασφαλείας, µε την παρακολούθηση του µισού των συµµετεχόντων για τουλάχιστον δύο µήνες, ώστε να κατατεθεί από την Pfizer στον Αµερικανικό Οργανισµό Φαρµάκων και Τροφίµων (FDA) αίτηση για έγκριση επείγουσας χορήγησης. Σύµφωνα µε τον κ. ∆ηµόπουλο, µε βάση τα ενθαρρυντικά αποτελέσµατα των προκαταρκτικών µελετών ως προς την ασφάλεια και την αποτελεσµατικότητα των εµβολίων που βασίζονται στο mRNA (BNT162b2 της εταιρείας Pfizer και mRNA-1273 της εταιρείας Moderna), προκρίνονται σε σχέση µε τα εµβόλια που βασίζονται σε αδενοϊό (ChAdOx1 της εταιρείας AstraZeneca και Ad.26.COV2.S της εταιρείας Johnson & Johnson) ως προς την πιθανότητα πρώιµης έγκρισης από τις ρυθµιστικές Αρχές σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
To πρώτο εξάµηνο του 2021
«Με βάση τα σηµερινά δεδοµένα, αναµένεται έγκριση εµβολίου από τις αρχές του 2021 κι έπειτα, ενώ η έγκριση στο τέλος του 2020 αποτελεί το ιδανικό σενάριο. Είναι πολύ πιθανό εντός του 2021 να έχουµε παραπάνω από µία εγκρίσεις εµβολίων, κάτι που είναι ιδιαίτερα σηµαντικό, ώστε να εξασφαλιστεί η πληθυσµιακή κάλυψη σε παγκόσµιο επίπεδο», λέει ο πρύτανης του ΕΚΠΑ. Σύµφωνα µε ανακοίνωση της εταιρείας Pfizer, εντός του 2020 αναµένεται να παραχθούν 50 εκατοµµύρια δόσεις εµβολίου, που συνολικά θα ανέλθουν σε 1,3 δισεκατοµµύρια δόσεις το 2021.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση, για λογαριασµό όλων των κρατώνµελών, διαπραγµατεύεται την προµήθεια εµβολίων από τις εταιρείες που τα αναπτύσσουν και τα παράγουν. Ο κ. ∆ηµόπουλος εξηγεί ότι «η συµφωνία µε την Pfizer και την Ευρωπαϊκή Ενωση είναι η τέταρτη αυτού του είδους. Η χώρα µας συµµετέχει και στις τέσσερις συµφωνίες και αναµένεται ότι εντός του πρώτου εξαµήνου του 2021 θα έχει διαθέσιµες τις πρώτες παρτίδες εµβολίων για στοχευµένο εµβολιασµό».
Απαιτούνται µελέτες
Αισιόδοξος ως προς την παραγωγή ενός εµβολίου ή εµβολίων που θα πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις ασφάλειας και αποτελεσµατικότητας εµφανίζεται και ο καθηγητής Μικροβιολογίας, αντιπρύτανης ΕΚΠΑ, Αθανάσιος Τσακρής, ξεκαθαρίζοντας, ωστόσο, ότι πρόκειται για πολύπλοκες διαδικασίες, που απαιτούν µελέτες σε βάθος χρόνου. «Κρίνοντας απ’ όσα έχουν ήδη ανακοινωθεί, είµαστε πολύ κοντά στην επείγουσα αδειοδότηση και στη συνέχεια στη διάθεση εµβολίων.
Οι σύγχρονες τεχνολογίες που εφαρµόζονται στην παρασκευή τους, όπως αυτή του αγγελιoφόρου RNA (mRNA), τα καθιστούν πιθανότατα ικανά να αντιµετωπίσουν έναν ιό µε ιδιαίτερα πολύπλοκη συµπεριφορά και ανοσιακή απάντηση, παράγοντες που ανέβαζαν τον πήχυ δυσκολίας. Παρ’ όλα αυτά, αυτές οι δύο παράµετροι, δηλαδή της ασφάλειας και της αποτελεσµατικότητας, πρέπει να εκτιµηθούν σε µεγαλύτερο βάθος χρόνου, τόσο από τις µελέτες της φάσης 3, που είναι ήδη σε εξέλιξη, όσο και από εκείνες της φάσης 4, που αφορούν την ευρεία χορήγηση των εµβολίων στην κοινότητα», υπογραµµίζει ο κ. Τσακρής. Αναφερόµενος στο εµβόλιο της Pfizer, ξεκαθαρίζει ότι τα µέχρι στιγµής δεδοµένα ως προς την αποτελεσµατικότητα αφορούν το πολύ µικρό χρονικό διάστηµα επίδρασης µετά τη χορήγηση της δεύτερης δόσης, ενώ δεν έχει εξακριβωθεί αν καλύπτονται όλες οι ηλικίες. Σύµφωνα µε τον κ. Τσακρή, στο σηµείο αυτό θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σηµασία στην προστασία που παρέχει το εµβόλιο στους ηλικιωµένους και στις ευπαθείς οµάδες, όπως είναι τα άτοµα µε µεταβολικά νοσήµατα και σακχαρώδη διαβήτη, τα οποία συνήθως παρουσιάζουν µειωµένη ανοσιακή ανταπόκριση στη χορήγηση των εµβολίων.