Πρόκειται για ένα έγγραφο που αποκαλύπτει σήμερα η εφημερίδα “Νέα Κρήτη” με ημερομηνία 16 Μαρτίου 2020, πέντε ημέρες δηλαδή μετά το πρώτο lockdown…
Την ώρα που η χώρα έχει εισέλθει στο δεύτερο lockdown μέσα στο 2020, μια επιστολή κορυφαίων Ελλήνων ερευνητών, λοιμωξιολόγων και επιδημιολόγων , η οποία εστάλη προς τον πρωθυπουργό, το υπουργείο Υγείας αλλά και αρμόδιους φορείς πριν από κάποιους μήνες και δεν «είδε» ποτέ το φως τη δημοσιότητας, έρχεται να δώσει απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα αναφορικά με το τι δεν έγινε τους τελευταίους μήνες στην διαχείριση της πανδημίας.
Επίσης είναι άκρως αποκαλυπτική αναφορικά με την ριζική αλλαγή στη στάση κάποιων εκ των προαναφερθέντων επιστημόνων σε σχέση με τα όσα ζητούσαν πριν από λίγους μήνες.
Πρόκειται για ένα έγγραφο που αποκαλύπτει σήμερα η εφημερίδα “Νέα Κρήτη” με ημερομηνία 16 Μαρτίου 2020, πέντε ημέρες δηλαδή μετά το πρώτο lockdown, και υπογράφεται από 9 κορυφαίους επιστήμονες στο είδος τους, πολλοί εκ των οποίων στη συνέχεια διαδραμάτισαν ή διαδραματίζουν κομβικούς ρόλους, είτε στην Ειδική Επιτροπή των Λοιμοξιωλόγων του υπουργείου Υγείας, που εισηγείται όλα τα μέτρα για τον SARS-CoV-2 στην Ελλάδα, είτε τέθηκαν επικεφαλής επιτροπών και προγραμμάτων που χρηματοδοτήθηκαν για την αντιμετώπιση του νέου κορωνοϊού στην Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, την υπέγραφαν οι: καθ. Εμμανουήλ Δερμιτζάκης (Ιατρική Σχολή Πανεπιστήμιου Γενεύης, πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας), καθ. Παγώνα Λάγιου (διευθύντρια Εργαστηρίου Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ), καθ. Γκίκας Μαγιορκίνης (Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, ΕΚΠΑ), καθ. Βασίλης Γοργούλης (Τμήμα Ιστολογίας και Παθολογίας, ΕΚΠΑ), δρ. Βασίλης Γρηγορίου (πρόεδρος Δ.Σ. Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών), καθ. Δημήτρης Θάνος (πρόεδρος Επιστημονικού Συμβουλίου Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών – ΙΙΒΕΑΑ), καθ. Γιώργος Κόλλιας (πρόεδρος Ερευνητικού Κέντρου Βιοϊατρικών Επιστημών “Αλέξανδρος Φλέμινγκ”), καθ. Νεκτάριος Ταβερναράκης (πρόεδρος Δ.Σ. Ιδρύματος Τεχνολογίας Έρευνας – ΙΤΕ), και καθ. Κωνσταντίνος Σταματόπουλος (διευθυντής Ινστιτούτου Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών-ΙNAB, ΕΚΕΤΑ).
Τι ανέφερε η επιστολή
Η επιστολή ορθά-κοφτά από τον πρόλογό της αναφέρεται σε ένα «επιθετικό» μοντέλο για τεστ στον ιό,«…όχι μόνο για το κομμάτι της διάγνωσης αλλά και για το κομμάτι της “ανάγνωσης” του πληθυσμού», που «θα δώσει τη δυνατότητα τόσο να εντοπιστούν εν δυνάμει πυρήνες όσο και να γίνει γενικότερα καλύτερη μοντελοποίηση της δυναμικής του ιού και να ληφθούν μέτρα με υψηλότερη ανάλυση και αποτελεσματικότητα με βάση την ακριβέστερη αποτύπωση της πραγματικής διασποράς». Δηλαδή, ένα μαζικό, με πρωτόκολλα, επιδημιολογικό “σάρωμα” με scanning (έρευνα) – screening (διαλογή) στην κοινότητα, όλης της χώρας, ώστε να φανεί η ταχύτητα, τα σημεία, ο τρόπος και οι τόποι διασποράς του ιού, για στοχευμένες στρατηγικού τύπου παρεμβάσεις, με στόχο και η κοινωνία να λειτουργεί απρόσκοπτα και να θωρακίζονται εκείνες οι ομάδες του πληθυσμού που κρίνεται ότι πρέπει να προστατευτούν ανάλογα με την ανθρωπογεωγραφία και την ταχύτητα διασποράς του νέου κορωνοϊού.
Μάλιστα, όπως σημείωναν τότε με έμφαση, η ένταση αυτού του μεγάλου επιδημιολογικού ελέγχου θα έπρεπε να συμπίπτει με το που θα έληγε το lockdown της 11ης Μαρτίου, ακριβώς για να μη χαθεί ούτε μια μέρα με το που «χαλαρώσουν τα μέτρα», ώστε να μη βρεθούμε ξανά στην ίδια κατάσταση!
Όπως σημειώνεται, «…είναι σημαντικό να ξεκινήσουν τα τεστ άμεσα και να είμαστε έτοιμοι όταν χαλαρώσουν τα μέτρα να πραγματοποιούμε “επιθετικό” εργαστηριακό έλεγχο ώστε να συνεχιστεί συστηματικά η παρακολούθηση της εξέλιξης της επιδημίας, καθώς δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση τους επόμενους μήνες… Σε αυτό το πλαίσιο, προτείνουμε την κινητοποίηση όλων των διαθέσιμων διαγνωστικών υποδομών στην Ελλάδα (ακαδημαϊκά και ερευνητικά κέντρα, νοσοκομειακά εργαστήρια με τεκμηριωμένη εμπειρία στις αναλυτικές μεθοδολογίες που είναι σχετικές με την ανίχνευση του ιού) ώστε να μπορεί να καλυφθούν πρώτα οι βασικές ανάγκες (ίσως με brute force και με πιο παραδοσιακές και χρονοβόρες εργαστηριακές προσεγγίσεις) και, σε δεύτερο επίπεδο, να καταστεί εφικτή η διενέργεια χιλιάδων εξετάσεων ανά ημέρα ώστε να αντιμετωπιστεί καλύτερα η επιδημία και να λαμβάνονται πιο αποτελεσματικά μέτρα στον σωστό χρόνο. Όλα αυτά μπορούν και πρέπει να γίνουν χωρίς να διακοπεί ή να επηρεαστεί το υπάρχον σύστημα διάγνωσης και ιατρικής παρέμβασης…».
Μάλιστα τότε, ρητά και κατηγορηματικά, οι υπογράφοντες, κάποιοι εκ των οποίων σήμερα είναι από τους βασικούς εισηγητές του νέου lockdown ως τη «μόνη λύση» στην ταχύτητα, όπως λένε, διασποράς του ιού, σημείωναν εμφατικά:
«Τρεις είναι οι άμεσοι στόχοι:
- Συμβολή στην κάλυψη άμεσων αναγκών για εξέταση με βάση το υπάρχον σχέδιο, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αριθμός των ασθενών αυξάνει εκθετικά
- Εντατική παρακολούθηση θετικών στα τεστ ατόμων ώστε να γίνεται γρήγορα απομόνωση των ίδιων και των ατόμων του άμεσου περιβάλλοντός τους.
- Screening στον πληθυσμό με συγκεκριμένο σχέδιο, για να κατανοήσουμε τη δυναμική και να προβλέψουμε γενικευμένες ή εστιασμένες εξάρσεις».
Μάλιστα στην επιστολή αυτή, της 16ης Μαρτίου, αποκαλύπτουν και ότι ήδη «…προς αυτή την κατεύθυνση έχει πραγματοποιηθεί συνεννόηση με τους επικεφαλής των περισσότερων κέντρων που συνυπογράφουν το συγκεκριμένο κείμενο και με μέλη της Επιτροπής του υπουργείου Υγείας (καθ. Τσιόδρας, καθ. Λάγιου, καθ. Μαγιορκίνης). Προκαταρκτική συζήτηση έχει πραγματοποιηθεί και με τον ΕΟΔΥ (κ. Σαπουνάς) όσον αφορά στην εντατική παρακολούθηση ατόμων θετικών στα test.
– Προτείνουμε τη σύσταση τεχνικής επιτροπής για την άμεση κατάρτιση του παραπάνω σχεδίου υπό το συντονισμό της Επιτροπής του υπουργείου Υγείας.
– Προτείνουμε επίσης την αναστολή όλων των μη επειγόντων πειραμάτων μοριακής βιολογίας για ερευνητικούς σκοπούς σε όλους τους προαναφερθέντες φορείς, ώστε να γίνει καταγραφή αντιδραστηρίων και αποθήκευσή τους για χρήση προς εξέταση ασθενών για COVID-19 σε τυχόν έλλειψη αντιδραστηρίων…».