O Eρντογάν μπορεί να παίξει, ή και να παίζει ήδη, το τελευταίο του χαρτί στη μεθόριο του Έβρου και στα περάσματα του Αιγαίου. Στην Συρία χάνει το στοίχημα της Ινλτίμπ και μετρά φέρετρα με νεκρούς Τούρκους στρατιώτες. Στην Μόσχα μπορεί να είναι χρήσιμος ως γεωπολιτικό πιόνι, αλλά ο στρατηγικός σύμμαχος του Πούτιν είναι ο Άσαντ.
Στο εσωτερικό της Τουρκίας βλέπει την τουρκική λίρα να κατρακυλά και το ΔΝΤ να βρίσκεται, για μια ακόμη φορά, στην πόρτα της τουρκικής οικονομίας. Και μαζί, βλέπει την δημοτικότητά του σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ομοίως δε και εκείνη του κόμματός του ΑΚΡ.
Όλα αυτά αρκούν για να παίξει το χαρτί του ύστατου εκβιασμού απέναντι στην Ευρώπη και το ΝΑΤΟ – να απασφαλίσει εντελώς το όπλο του προσφυγικού και να στείλει στα σύνορα εκατοντάδες χιλιάδες, Σύρους ή μη, εκτοπισμένους. Το κάνει ήδη από χθες σε αναγνωριστικό επίπεδο, σε απ’ ευθείας σύνδεση με όλα τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, και με δωρεάν πούλμαν και οδηγίες σε SMS στους πρόσφυγες και μετανάστες που βρίσκονται στην τουρκική επικράτεια – κατά προτίμηση, δε, σε όσους βρίσκονται στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης και στα παράλια.
O στόχος αυτού του εκβιασμού είναι πασιφανής και σχεδόν δεδηλωμένος. Ο Ερντογάν ανεβάζει επίπεδο στην εργαλειοποίηση του προσφυγικού για να εκβιάσει την εμπλοκή του ΝΑΤΟ στον πόλεμο της Συρίας. Εκείνο που ζητά είναι η ενεργοποίηση των άρθρων 4 και 5 της Συμμαχίας περί «συλλογικής αλληλεγγύης» και «συλλογικής άμυνας» – δηλαδή, την εμπλοκή νατοϊκών δυνάμεων στην δημιουργία των περίφημων ζωνών τουρκικού ελέγχου στην περιοχή της Ιντλίμπ.
Είναι ένα δώρο που δεν πρόκειται να πάρει από τους συμμάχους όχι τόσο γιατί δεν το δικαιούται – η Τουρκία δεν μάχεται σε δικό της έδαφος για να επικαλείται «συλλογική άμυνα» – αλλά, πολύ απλά, διότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ενδιαφέρονται σε αυτήν την φάση να επιστρέψουν στο πολεμικό μέτωπο της Συρίας.
Ο Ερντογάν όμως θα επιμείνει γιατί αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να παραμείνει ζωντανός. Θα στέλνει, μικρότερες ή μεγαλύτερες, στρατιές και καραβιές με πρόσφυγες στα σύνορα και θα απειλεί την Μέρκελ και την Ευρώπη με «κατακλυσμό» από τζιχαντιστές.
Κι εδώ, όπως τονίζουν έμπειροι διπλωμάτες, αρχίζει ξανά το παιχνίδι της διπλής υποκρισίας και της ελληνικής αδράνειας. Διότι εκείνο που πραγματικά συμβαίνει είναι πως ήδη, από το βράδυ της Πέμπτης, η Τουρκία έχει εγκαταλείψει μονομερώς την κοινή δήλωση του 2016 με την ΕΕ, δηλαδή την ευρωτουρκική συμφωνία για το προσφυγικό. Η Άγκυρα όμως υποκρίνεται πως δεν το έχει πράξει και η Ευρώπη υποκρίνεται πως την πιστεύει.
Έχοντας ήδη στείλει περί τους χίλιους πρόσφυγες στην ουδέτερη ζώνη στον Έβρο, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου δεν είχε κανένα πρόβλημα χθες να δηλώσει ότι «ελήφθησαν διαβεβαιώσεις ότι η Τουρκία παραμένει προσηλωμένη στην Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας». Και από την πλευρά της, ούτε η Κομισιόν είχε πρόβλημα να ανακοινώσει πως «οι τουρκικές αρχές επιβεβαίωσαν επίσημα ότι δεν υπάρχει αλλαγή στην επίσημη πολιτική και αναμένουμε ότι θα εξακολουθήσει να ισχύει αυτό».
Το ερώτημα δεν είναι προς τι η αμοιβαία υποκρισία, καθότι και η Ευρώπη έχει προ πολλού και σιωπηλά εγκαταλείψει το σκέλος της συμφωνίας που την αφορά – εκείνο της απορρόφησης συγκεκριμένων ποσοστώσεων προσφύγων σε όλα τα κράτη μέλη. Το ερώτημα είναι τι προτίθεται, εάν προτίθεται, να πράξει η ελληνική κυβέρνηση εκτός από το να βάλει τον στρατό και την αστυνομία να φυλάει σύνορα, χερσαία και θαλάσσια.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο χθεσινό του τηλεφώνημα με την Μέρκελ της «πρότεινε» να συγκαλέσει η Γερμανία σύνοδο κορυφής της ΕΕ με αντικείμενο την τήρηση της ευρωτουρκικής συμφωνίας. Οι ίδιες πηγές τονίζουν πως, στο σημείο που έχει φθάσει η κατάσταση, πρόκειται για κίνηση άνευ περιεχομένου, στόχου και ουσίας.
«Εάν η Αθήνα περιμένει από το Βερολίνο να πάρει την πρωτοβουλία, σε λίγο θα βλέπουμε την νέα Ειδομένη σε απ’ ευθείας σύνδεση από τον Έβρο», λέει χαρακτηριστικά έμπειρος διπλωμάτης. Και προσθέτει πως η Ελλάδα έπρεπε ήδη – «χθες, και όχι σήμερα» – να έχει ζητήσει η ίδια από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σύγκλιση συνόδου κορυφής για την «μονομερή κατάργηση της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας». Και να ζητήσει επίσης ανάληψη των ευθυνών της Ευρώπης για το προσφυγικό «εδώ και τώρα» με διαμοιρασμό των προσφυγικών ροών στα κράτη μέλη.
Το εάν θα το πετύχει είναι αβέβαιο, «οφείλει όμως πια όχι να το ζητήσει, αλλά να το απαιτήσει» όπως λένε οι ίδιες πηγές. Διότι εάν δεν καταδείξει, «με κάθε τρόπο και κάθε μέσο» ότι το πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό και όχι ελληνικό, τότε σε λίγο καιρό η Μόρια μπορεί να μοιάζει με παράδεισο.