Η πιθανότητα μιας πολεμικής σύρραξης της χώρας μας με την Τουρκία έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια ακόμα και θεσμικούς παράγοντες στην υιοθέτηση απόψεων, όπως: «Να τα βρούμε με την Τουρκία», «Τι θέλετε δηλαδή; Να κάνουμε πόλεμο;», «Συνεκμετάλλευση ή σύγκρουση» κ.λπ.
Την ίδια άποψη με διαφορετικό τρόπο είχε διατυπώσει μετά την κρίση στα Ίμια ο τότε πρωθυπουργός κ. Σημίτης που είχε δηλώσει: «Οι προηγμένες χώρες αποφεύγουν συγκρούσεις και δεν παρασύρονται σε αυτές».
Του ΛΑΜΠΡΟΥ ΤΖΟΥΜΗ
Σε όλους αυτούς που διατυπώνουν παρόμοιες απόψεις και στον κ. Σημίτη να υπενθυμίσουμε ότι πράγματι, οι προηγμένες χώρες αποφεύγουν τις συγκρούσεις και δεν παρασύρονται σε αυτές, εκτός αν κινδυνεύει η εθνική τους κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα.
Συμπληρώνονται 24 χρόνια από την κρίση στα Ίμια και θα ήταν σκόπιμο μέσα από αυτή να εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα για την αντιμετώπιση μιας ενδεχόμενης παρόμοιας “θερμής κατάστασης”, αλλά και παρέμβασης των ΗΠΑ για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Μετά την κρίση, άλλωστε, διέρρευσαν ενδιαφέροντα στοιχεία μέσω δηλώσεων, βιβλιογραφίας και τον αποχαρακτηρισμό απόρρητων τηλεγραφημάτων των ΗΠΑ.
Είναι σκόπιμο λοιπόν να επισημανθούν τα εξής: Το ζήτημα αντιμετώπισης της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί στα Ίμια μετά την προσάραξη του πλοίου “Φιγκέν Ακάτ”, τις ρηματικές διακοινώσεις των δύο χωρών για το ιδιοκτησιακό καθεστώς, τον “πόλεμο των σημαιών” και την αποστολή ελληνικών δυνάμεων επί της ανατολικής βραχονησίδας, ετέθη σε σύσκεψη του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας της Τουρκίας την 29η Ιανουαρίου και ενώ στα επιχειρησιακά επιτελεία των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων επικρατούσε ηρεμία.
Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης, ο Τούρκος αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών Ντενίζ Μπαϊκάλ, παρουσιάζοντας την κατάσταση από την πλευρά του υπουργείου του πρότεινε τη λύση του πολέμου. Ο αρχηγός του τουρκικού ναυτικού Γκιουβέν Ερκαγιά ανέφερε ότι η πρόταση Μπαϊκάλ, δημιούργησε αναταραχή, εξέπληξε τους πάντες και η ιδέα της πολεμικής αναμέτρησης προκάλεσε φόβο. Στη συνέχεια ο Ινάλ Μπατού, βοηθός υφυπουργός Εξωτερικών έριξε την ιδέα κατάληψης της δυτικής Ίμια, άποψη την οποία υιοθέτησε η πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ. Η κατάληψη της βραχονησίδας τέθηκε σε προτεραιότητα από την Τσιλέρ πριν προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα των Αμερικανών.
Γενικευμένη αντιπαράθεση
Τα ανωτέρω καταδεικνύουν ότι η Τουρκία δεν ήταν διατεθειμένη να οδηγηθεί σε μια σύρραξη μεγάλης κλίμακας με την Ελλάδα που θα μπορούσε ίσως να διαταράξει την καθεστωτική σταθερότητα του τουρκικού κράτους. Η Άγκυρα είχε σκοπό με την κατάληψη της δυτικής Ίμια να δημιουργήσει τετελεσμένα και να θέσει σε εφαρμογή την καινοφανή θεωρία των “γκρίζων ζωνών”.
Με την ενέργεια αυτή θα διέθετε ένα διαπραγματευτικό όπλο στις εν συνεχεία συζητήσεις με την επιδιαιτησία των ΗΠΑ. Η εν λόγω τακτική της Τουρκίας σε ότι αφορά την επίτευξη των στόχων της –πάντα εκ του ασφαλούς– θα πρέπει να τύχει της ανάλογης εκμετάλλευσης από ελληνικής πλευράς.
Η Ελλάδα θα πρέπει να εκπέμπει το μήνυμα ότι είναι διατεθειμένη να οδηγηθεί σε μια γενική αντιπαράθεση και δεν θα περιοριστεί σε ένα θερμό επεισόδιο, με το οποίο η Τουρκία θα επιθυμούσε να μας οδηγήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Η προβληματική στάση ΗΠΑ
Σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ και τη στάση τους κατά τη διάρκεια της κρίσης, είναι σκόπιμο να αναφερθούν τα εξής: Την 30η Ιανουαρίου, ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Γκλιν Ντέιβις σε συνέντευξη Τύπου ζητά αυτοσυγκράτηση από τις δύο πλευρές και δηλώνει ότι οι δύο χώρες πρέπει να τα βρουν, καθόσον οι νησίδες Ίμια είναι αμφισβητούμενες μεταξύ δύο συμμάχων του ΝΑΤΟ. Σε ερώτηση ενός εκ των δημοσιογράφων «εάν η Γερμανία ζητήσει από την Πολωνία μέρος του εδάφους της θα συμβουλεύατε την κυβέρνησή της να συνομιλήσει με τους Γερμανούς;», ο Ντέιβις ανέφερε: «Δεν θα καθίσω εδώ να σας δώσω ένα είδος νομικής εξήγησης για το ποιος είναι ο ιδιοκτήτης του νησιού».
Παρά το γεγονός ότι στις 31 Ιανουαρίου ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ιταλία, Μπαρτόλομιου, με τηλεγράφημα που απέστειλε κατέστησε σαφές ότι «η θέση της Ιταλίας ήταν ότι τα Ίμια είχαν εκχωρηθεί από τη Ρώμη στην Αθήνα και η Ελλάδα έχει δίκιο», εν τούτοις η Ουάσινγκτον και μετά το πέρας της κρίσης επέλεξε την εύκολη οδό των ίσων αποστάσεων και της ουδετερότητας. Στο πλαίσιο αυτό ζήτησε: «Βρείτε τα ή επιλύστε τη διαφορά δια της διπλωματίας».
Η αποκλιμάκωση της κρίσης και το “γκριζάρισμα” της περιοχής γίνεται μετά την παρέμβαση των ΗΠΑ με τη φράση «Όχι πλοία, όχι στρατεύματα, όχι σημαίες». Η εν λόγω στάση του Ποντίου Πιλάτου πρέπει να μας προβληματίσει για τυχόν επιδιαιτησία των ΗΠΑ σε μια ενδεχόμενη μελλοντική ελληνοτουρκική κρίση. Στην όποια παρέμβαση είναι καθοριστικός ο χρόνος που θα πραγματοποιηθεί αυτή, δηλαδή πριν ή μετά τη δημιουργία τετελεσμένων καταστάσεων. Κανείς δεν επιτρέπεται να διατηρεί την αυταπάτη παροχής εγγυήσεων ασφαλείας και προάσπισης της εθνικής μας κυριαρχίας, από οποιαδήποτε ξένη δύναμη.
ΠΗΓΗ: slpress.gr