Η Ελλάδα διολισθαίνει σε κράτος περιορισμένης κυριαρχίας – Η περίπτωση της ΑΟΖ

Η πραγματικότητα και η Ιστορία ρωτάνε, όχι εμείς. Γιατί λοιπόν δεν ανακηρύξαμε την ΑΟΖ μας από τη δεκαετία του 1990 μέχρι σήμερα; Γιατί δεν την ανακηρύξαμε το 2004 όταν μας παρακάλαγε ο Τάσσος Παπαδόπουλος. Είναι ο μόνος Έλληνας πολιτικός που από το 1922 και μετά επέφερε πλήγμα στην Τουρκία, ανακηρύσσοντας την ΑΟΖ της Κύπρου, έστω κι αν η Τουρκία κατέχει παράνομα το 37% του εδάφους της κι αρνείται την οριοθέτηση (που έπεται της ανακήρυξης ΑΟΖ);

Ποια ήταν τότε η ανταπόκριση όλης της πολιτικής μας τάξης; Κατηγορούσε τον Τάσσο Παπαδόπουλο ότι μας οδηγεί σε πόλεμο με την Τουρκία! Έγκυρες εφημερίδες έγραφαν, μάλιστα, ότι η τότε υπουργός Εξωτερικών Μπακογιάννη έκοψε και την καλημέρα στον τότε Πρόεδρο της Κύπρου! Γιατί, λοιπόν, δεν ανακηρύξαμε ΑΟΖ και δεν την οριοθετήσαμε με την Κυπριακή Δημοκρατία τόσα χρόνια, όπως δεν έπαψαν να μας το ζητάνε οι Κύπριοι, ώστε να αποκτήσουμε οι δυο χώρες του Ελληνισμού θαλάσσια σύνορα, που είναι ο εφιάλτης της Τουρκίας; Γιατί δεν θελήσαμε από το 1959 να καταλάβουμε τι σημαίνουν δύο ελληνικά κράτη;

Η απάντηση λύνει όλα τα ζητήματα. Για όποιον προτιμά να βαυκαλίζεται, η Τουρκία με την εκτός διεθνούς δικαίου συμφωνία με την Λιβύη πέτυχε αυτό που ήθελε: Μια ψευτονομιμοποίηση, όπως με το ψευδοκράτος που όμως κάνει μια χαρά την δουλειά του, ώστε να εκμεταλλευθεί τους υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου. Ξεκίνησε με τις παράνομες γεωτρήσεις στην Κύπρο και δεν αντιδράσαμε.

Τώρα, “σβήνει” το Καστελλόριζο, βάζει την Κρήτη στο στόχαστρο και έχει πολλές πιθανότητες να πετύχει τον στόχο της. Και εμείς, αδύναμοι από επιλογή και όχι εν τοις πράγμασι, το μόνο που κάνουμε είναι να επικαλούμαστε το διεθνές δίκαιο, το οποίο καταπατά συστηματικά κι ανενδοίαστα η Τουρκία. Έτσι, θα συρθούμε σε διαπραγματεύσεις, υποκύπτοντας στην απειλή πολέμου (η απολύτως επιτυχημένη στρατηγική του Ερντογάν) και θα παραχωρήσουμε ό,τι έχουν προαναγγείλει εσχάτως, οι Κοτζιάς-Κατρούγκαλος, οι Δένδιας-Ντόκος κι όσοι συνεισφέρουν κινδυνολογώντας (Μπακογιάννη, Παναγιωτόπουλος, Αποστολάκης κ.α.). Όπως παραχώρησε η προηγούμενη κυβέρνηση το όνομα της Μακεδονίας στους Σλάβους των Σκοπίων.

Υπενθυμίζουμε ότι η Βουλγαρία δεν αναγνωρίζει “μακεδονική” γλώσσα, την οποία αναγνώρισε η Ελλάδα, Την θεωρεί βουλγαρική, ιδίωμα της οποίας και είναι άλλωστε. Στην ελληνική πολιτική τάξη δεν άρκεσε η Μικρασιατική Καταστροφή, στην οποία μας οδήγησαν. Συνέχισαν με την παράδοση της Κύπρου στην Τουρκία (Καραμανλής-Αβέρωφ με τη συμφωνία της Ζυρίχης, χούντα με την απόσυρση της μεραρχίας και με το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου).

Αλλαγή σκυτάλης περιορισμένης κυριαρχίας

Την σκυτάλη ανέλαβε για το Σκοπιανό η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Κι όλοι μαζί ολιγωρούν σήμερα έναντι της Τουρκίας, αποφεύγοντας να πράξουν τα εθνικά επιβαλλόμενα σχετικά με την ΑΟΖ. Γιατί δεν την ανακηρύσσουν έστω και τώρα; Γιατί δεν καταθέτουν συντεταγμένες με βάση την αρχή της μέσης γραμμής, ώστε να καταδείξουν διεθνώς τη θέση της Ελλάδας για τα όρια της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ της;

Η διάσταση, δυσαρμονία μεταξύ της πολιτικής τάξης και του ελληνικού λαού είναι εφιαλτική. Οι πολιτικοί μας πράττουν σαν να είναι πολιτικοί άλλης χώρας. Κι όταν ο ελληνικός λαός διαμαρτύρεται για τις τουλάχιστον παράδοξες αποφάσεις της ηγεσίας, συκοφαντείται ανενδοίαστα. Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήριζαν εθνικιστές και ακροδεξιούς όσους διαμαρτύρονταν για τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Η πορεία είναι, φοβάμαι, προδιαγεγραμμένη: με απόλυτη ενοχή της πολιτικής τάξης, αλλά και συνυπευθυνότητα του ελληνικού λαού που δεν αντιδρά αποφασιστικά, πορευόμαστε προς μία de facto δορυφοροποίηση από την Τουρκία. Μας προϊδεάζει τακτικά και ο Σημίτης, άλλωστε. Τι συμβαίνει, λοιπόν; Γιατί δεν αγαπάμε την πατρίδα μας, γιατί είμαστε τόσο υποχωρητικοί σε όλα προς όλους, γιατί δεν διεκδικούμε ποτέ τίποτα, γιατί ζητιανεύουμε διεθνή στήριξη; Δεν βαρεθήκαμε τόσες δεκαετίες;

Το συμπέρασμα από τις πράξεις και τις συνεχείς παραλείψεις της πολιτικής μας ηγεσίας είναι ότι δεν θέλει να υπερασπισθεί τα δίκαια και τα συμφέροντά μας ούτε στα Βαλκάνια, ούτε στο Αιγαίο, ούτε στην Κύπρο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Έχει επιλέξει την σταδιακή παραχώρηση, πιστεύοντας ότι έτσι δεν θα απειληθεί το “κράτος των Αθηνών”. Στην ουσία, πρόκειται για εθελούσια έξοδο από την διεθνή πολιτική. Χωρίς στρατηγική, χωρίς θέληση κι αποφασιστικότητα, επιλέγουμε να ασχολούμαστε με την ανύπαρκτη πια διαμάχη Δεξιάς-Αριστεράς και τον εμφύλιο. Εκτός ιστορίας, εκτός χρόνου.

Δεν υπάρχει προηγούμενο

Κράτος με τέτοια πολιτική τάξη που για δεκαετίες το οδηγεί από ήττα σε ήττα, δεν έχει προηγούμενο, αλλά πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε: Δεν θέλουν. Έχουν άλλες προτεραιότητες: την εξουσία, το κόμμα τους, την προβολή τους. Γι’ αυτό δεν οργανώνουν, δεν προετοιμάζουν το κράτος και την κοινωνία με σκοπό να αντιμετωπίσουμε την τουρκική επιθετικότητα. Και  την τάση αυτή των ελίτ την ξέρουν και την εκμεταλλεύονται όλοι, ειδικά  οι γείτονες.

Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι γιατί οι Τούρκοι κάνουν αυτό ή το άλλο. Το θέμα είναι γιατί εμείς δεν δρούμε προληπτικά, γιατί αντιδρούμε, απλώνοντας καπέλο επαιτείας. Νομίζω ότι δεν εξηγούνται όλα από το υπαρκτό “φοβικό σύνδρομο”. Η αφιλοπατρία και η αδιαφορία της πολιτικής μας τάξης είναι το μείζον πρόβλημα του τόπου. Απότοκος του είναι η τούρκικη επέλαση εις βάρος του Ελληνισμού.

Ο Ερντογάν, που κυριαρχεί χρόνια στις ελληνικές ειδήσεις σαν να είναι η καθοριστική προσωπικότητα στον δημόσιο βίο μας, ανασυστήνει σε ό,τι βαθμό μπορεί την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Και εμείς οικειοθελώς διολισθαίνουμε σε ένα είδος μοντέρνας υποτέλειας, σε εθνικό κράτος περιορισμένης κυριαρχίας, όπως έχω γράψει από το 2014 στην Ελευθεροτυπία. Δει γαρ φιλοπατρίας, ώ άνδρες Αθηναίοι και απανταχού Έλληνες.

Πηγή

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.