Περπατήσαμε στα χωριά των μουσουλμάνων της Θράκης που έχει παρατήσει η Ελλάδα (Μέρος 1ο) (ΕΔΩ)
=============================================================
Η εικόνα που έχει η πλειοψηφία του κόσμου για την κατάσταση που επικρατεί στη Θράκη και τις περιοχές που το μουσουλμανικό στοιχείο είναι πιο έντονο, βρίσκεται μεταξύ διαμεσολαβημένων στερεοτύπων και της απόλυτης εγκατάλειψης.
Αποστολή του newsbeast.gr στη Θράκη
Ο καθένας έχει τη δική του αλήθεια να μεταφέρει αλλά αυτό που μπορούμε να πούμε με σιγουριά είναι ότι μόνο μία επίσκεψη στα μέρη εκείνα θα μπορούσε να ξεδιαλύνει κάπως τους μύθους από την πραγματικότητα. Όπως μπορείτε να δείτε και στο πρώτο μέρος του οδοιπορικού του newsbeast.gr στα Πομακοχώρια, η κατάσταση που όντως ισχύει είναι εκείνη της δυσκολίας στη διαβίωση λόγω της επέλασης της κρίσης αλλά και η εγκατάλειψη των χωριών των μουσουλμάνων της Θράκης από την επίσημη ελληνική πολιτεία.
Και όταν η επίσημη πολιτεία είναι απούσα, άλλοι κύκλοι θα προσπαθήσουν να λάβουν δράση με διάφορες αφορμές Στην προκειμένη περίπτωση η αφορμή είναι η κοινή θρησκεία.
«Ο Ερντογάν άλλωστε το λέει επίσημα παντού “υπάρχει μία μειονότητα 130.000 μουσουλμάνων και είναι τουρκική μειονότητα”. Ναι μεν είμαστε μουσουλμάνοι στα χωριά αλλά όχι Τούρκοι. Το ελληνικό κράτος είναι υπόλογο για αυτή την κατάσταση γιατί όταν το 6χρονο πομακόπουλο θα πάει σχολείο και για μητρική του γλώσσα την τουρκική», λέει χαρακτηριστικά ο ο Πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Πομάκων και διευθυντής της πομακικής εφημερίδας «Ζαγάλισα», Ιμάμ Αχμέτ.
Μετά από 5 χλμ. απίστευτης φυσικής ομορφιάς μεταξύ Μύκης και Εχίνου και συνολικά 27 χλμ. από την Ξάνθη, φτάσαμε στην κωμόπολη των Πομάκων. Αυτό που κάνει εντύπωση είναι η ρυμοτομία της καθώς οι δρόμοι είναι τόσο στενοί που μοιάζουν με σοκάκια νησιού. Μόνο οι ντόπιοι μπορούν να μετακινηθούν με ασφάλεια σε αυτούς. Για τους επισκέπτες το συναπάντημα με ένα άλλο αυτοκίνητο μπορεί να αποβεί ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί.
Ο πληθυσμός είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία μουσουλμανικός. Και εκεί υπάρχει και η αποτύπωση του ζητήματος που προβληματίζει τις τοπικές κοινωνίες για χρόνια. Την επιρροή τριών κρατών, Βουλγαρίας, Ελλάδας και Τουρκίας πάνω σε κοινότητες με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και μόνο κοινό σημείο τη μουσουλμανική θρησκεία.
Στον Εχίνο δεν αναφέρθηκε ο όρος «Πομάκος». Ούτε ωστόσο και το «Τούρκος». Τουλάχιστον σε εμάς. Ο ιδιοκτήτης ενός μίνι μάρκετ που μας είδε να περιεργαζόμαστε την πραμάτεια του μας είπε κάπως συνωμοτικά: «Τα προϊόντα είναι από την Τουρκία. Τα αγοράζουν πολύ εδώ». Όταν τον ρωτήσαμε πώς και δεν είναι ο Εχίνος η διοικητική πρωτεύουσα η απάντησή του ήταν κοφτή, «καλύτερα που έχει κατέβει κάτω. Δεν τα θέλουμε τέτοια μπλεξίματα. Εμείς θέλουμε να είμαστε μονάχοι μας. Αφού είμαστε ξεχασμένοι εδώ πάνω δεν θέλουμε να έχουμε και τέτοιες σκοτούρες. Κοίτα γύρω σου είναι όλα παρατημένα. Ξέρεις όμως πιο είναι το πρόβλημα; Εγώ πληρώνω τους ίδιους φόρους με εσένα αλλά εγώ για το κράτος υπάρχω μόνο για τον ΕΝΦΙΑ».
Όπως μας είπε ο κ. Αχμέτ, το ζήτημα των Πομάκων λίγο έως πολύ μοιάζει με της υπόλοιπης χώρας. «Πάνω από 60% των νέων ανδρών είναι άνεργοι εδώ ενώ το ποσοστό για τις γυναίκες είναι συντριπτικό: 90%. Παλιά η καλλιέργεια του καπνού ήταν μονοκαλλιέργεια εδώ. Πλέον η καλλιέργεια έχει πεθάνει για αυτό και έχουν φύγει σχεδόν όλοι για Γερμανία, Ολλανδία και Φινλανδία». Και μας δίνει την δική του εκδοχή στο γιατί οι Πομάκοι είναι περιζήτητοι, «δεν έχει μπει το μικρόβιο της εγκληματικότητας στις περιοχές μας. Δεν υπάρχουν ναρκωτικά ενώ σας προκαλώ να πάτε σε ένα αστυνομικό τμήμα και θα διαπιστώσετε ότι δεν έχει υπάρξει ληστεία ποτέ στα Πομακοχώρια ενώ εγώ είμαι 63 ετών και δεν έχω ακούσει στη ζωή μου κάτι για φόνο».
Όταν ωστόσο η κουβέντα μαζί του έφτασε στο επίμαχο ζήτημα περί «Πομάκων ή Τουρκογενών» ήταν καταπέλτης: «Αυτό το απόστημα που λέγεται τουρκικό προξενείο Κομοτηνής προσπαθεί να μας τουρκοποιήσει. Δηλητηριάζουν τις σχέσεις των ανθρώπων. Και μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών αλλά και μεταξύ μουσουλμάνων. Αυτή τη στιγμή σε όλα τα χωριά των Πομάκων υπάρχουν δάσκαλοι που διδάσκουν σε παράνομα φροντιστήρια αλλά και ιερωμένοι που πληρώνονται από το προξενείο για να κάνουν προπαγάνδα. Κάνουν πλύση εγκεφάλου στα νεαρά πομακόπουλα. Οι μουφτήδες που διόρισε το ελληνικό κράτος ήταν ανεπαρκέστατοι ώστε να αντιμετωπίσουν κάτι τέτοιο. Εκβιάζουν και τρομοκρατούν τον απλό κόσμο και αν κάποιος δηλώσει Πομάκος και τυχαίνει να είναι επαγγελματίας τον μποϊκοτάρουν συντεταγμένα. Δεν έχει άλλη επιλογή από το να τα μαζέψει και να φύγει».
Για την αντιμετώπιση της ελληνικής πολιτείας τα λόγια του είναι χαρακτηριστικά: «Δεν υπάρχει Έλληνας πολιτικός που να μην φοβάται να προφέρει τον όρο “Πομάκος”. Δεν έρχονται εδώ πάνω ποτέ. Αντίθετα δεν υπάρχει Τούρκος πολιτικός που να μην έχει επισκεφτεί τον Εχίνο. Από τοπικούς πολιτευόμενους μέχρι υπουργούς.
Τα χωριά των Θερμών (Άνω, Μέσες και Κάτω) βρίσκονται 44 χλμ. από την Ξάνθη και μόλις 20 από το Αλαμόβτσι της Βουλγαρίας.
Πριν από περίπου 8 χρόνια είχε γίνει ένα σοβαρό περιστατικό το οποίο είχε εγείρει πολλά ερωτηματικά όσον αφορά τους ανθρώπους που το προκάλεσαν και τις προθέσεις τους. Το Σεπτέμβριο του 2010 το Γαλλικό Τηλεοπτικό συνεργείο του καναλιού TF3 δοκίμασε να τραβήξει πλάνα από το χωριό για ρεπορτάζ με θέμα τα Πομάκικα χωριά της Θράκης. Κατά τα γυρίσματα σημειώθηκε ένταση όταν χρησιμοποιήθηκε η λέξη «Πομάκος», με κατοίκους να επιτίθεντο λεκτικά και σωματικά στους δημοσιογράφους φωνάζοντας ότι είναι Τούρκοι.
Οπότε η παρουσία μας ήταν εκ των πραγμάτων διακριτική. Μέσα από το ταξίδι μας από τα τρία χωριά των Θερμών και με προορισμό τα περίφημα Λουτρά είδαμε ότι η παρουσία των γυναικών με τις παραδοσιακές τους φορεσιές στους δρόμους και στα χωράφια ήταν πολύ έντονη.
Στα λουτρά των Θερμών βρήκαμε τον διαχειριστή των ιαματικών πηγών τον κ. Σελίμ (σ.σ. που μας ζήτησε να μην χρησιμοποιήσουμε το όνομά του οπότε το παραπάνω δεν είναι πραγματικό) ο οποίος με παράπονο μας είπε ότι «πήγα φαντάρος στον ελληνικό στρατό 28 μήνες. Και αντί να μου δώσουν εκπαίδευση μας χώριζαν σε μουσουλμάνους και μη και εμείς πηγαίναμε στους στάβλους ενώ οι άλλοι στις ασκήσεις». Το παράπονο μέσω του παραδείγματος ήταν μία παραπομπή σε όλη την ζωή των Πομάκων στα χωριά.
Βέβαια ήταν πολύ προσεκτικός στους όρους που χρησιμοποιούσε καθώς διπλωματικά μας είπε και αυτός «τι σημασία έχει αν είσαι Έλληνας Πομάκος ή Τούρκος;».
«Μας απέκλειαν λόγω θρησκείας από την εκπαίδευση και από την κατοχή γης για πάρα πολλά χρόνια. Ακόμα και τώρα τα παιδιά μας από τα μειονοτικά σχολεία μπαίνουν στα ελληνικά πανεπιστήμια με ποσόστωση. Τα περισσότερα θα πάνε στην Τουρκία και μετά θα επιστρέψουν εδώ να δουλέψουν».
Όταν η κουβέντα μας έφτασε στα προβλήματα διαβίωσης η εικόνα του παρατημένου κέντρου υγείας μιλούσε από μόνη της. «Δέκα χρόνια έχει να ανοίξει το κέντρο υγείας. Κάθε εβδομάδα έρχεται ένας γιατρός για να μας γράψει φάρμακα. Εάν πάθουμε κάτι πάμε με αυτοκίνητα μέχρι τον Εχίνο και αν είμαστε σοβαρά στην Ξάνθη με ταξί. Το χειμώνα που είμαστε αποκλεισμένοι λόγω χιονιού απλά προσευχόμαστε».
Ο καλοσυνάτος κύριος αλλάζει έκφραση όταν αναφέρεται στη δουλειά του. «Προ κρίσης εδώ έπρεπε να πάρεις τηλέφωνο δύο μήνες πριν για να βρεις δωμάτιο και να έρθεις στα λουτρά. Τώρα δεν υπάρχει πελατεία καθόλου. Κυρίως κάποιοι λίγοι έρχονται από την Βουλγαρία».
Και με λύπη λέει χαρακτηριστικά «η ελπίδα του Τσίπρα ήρθε και έφυγε. Από δω πάνω δεν πέρασε ποτέ βέβαια. Δεν έχει ανέβει ποτέ εδώ Έλληνας πολιτικός. Τούρκοι αντιθέτως έρχονται. Κυρίως ιμάμηδες στα τζαμιά».
Για τον κ. Αχμέτ το ζήτημα είναι βαθύτερο. «Εδώ θέλουν να φτιάξουν γενίτσαρους για το αύριο και το μεθαύριο. Είναι κρίσιμο να περισώσουμε τη γλώσσα μας, τα ήθη και τα έθιμά μας. Στα χωριά μας δεν μιλάνε τούρκικα αλλά πομάκικα».
Όσο μπορέσαμε να καταλάβουμε ωστόσο από την επίσκεψή μας αυτό είναι ένα διφορούμενο ζήτημα. Σύμφωνα πάντως με τον κ. Αχμέτ αρκετά παιδιά από τα χωριά πηγαίνουν στα ελληνικά σχολεία παρόλες τις δυσκολίες και τις συνεχόμενες πιέσεις του προξενείου για να λαμβάνουν και τουρκική παιδεία.
Ένα εξίσου σημαντικό ζήτημα που όπως χαρακτηριστικά μας είπε «χάλασε τη σούπα των Τούρκων» είναι το πέρασμα που άνοιξε προς τη Βουλγαρία. Οπότε οι περιοχές έχουν γίνει ξανά εμπορικό πέρασμα και σύμφωνα με τον κ. Αχμέτ «είναι μία ευκαιρία να μην ξεχάσουμε τη γλώσσα μας καθώς πλέον ερχόμαστε σε επαφή πιο εύκολα με τους Πομάκους στη Βουλγαρία. Και επίσης και οι εμπορικές σχέσεις έχουν γίνει πιο εύκολες. Πηγαίνουμε εμείς εκεί για ψώνια, έρχονται και εκείνοι. Αλλά η αλήθεια είναι ότι τις δικές μας τις τιμές δεν μπορούν να τις φτάσουν. Μόνο σε κάποια οικοδομικά προϊόντα είναι πιο φθηνοί».
Ο κ. Αχμέτ στο τέλος ανέφερε ωστόσο για να ξεκαθαρίσει κάποια πράγματα το εξής: «Υπάρχουν και κλειστοί και καχύποπτοι άνθρωποι εδώ στις περιοχές. Η μεγάλη πλειοψηφία όμως με τους Έλληνες αλληλοϋποστηριζόμαστε και υπάρχει κλίμα συνεργασίας. Και με τους ίδιους τους Τούρκους ισχύει αυτό. Το μεγάλο πρόβλημα είναι με αυτούς που μας διοικούν. Είναι εκτός τόπου και χρόνου».
Πριν πάρουμε το δρόμο για τον γυρισμό μας ο κ. Σελίμ από τα λουτρά μας αποχαιρέτισε επαναλαμβάνοντάς μας ότι «εμείς θέλουμε να ζήσουμε απλά και με όλους αλλά μας έχουν τελείως ξεχασμένους».