Οι αρνητικές συγκυρίες, που εμπόδιζαν τον Μητσοτάκη να εφαρμόσει το πρόγραμμά του, προέκυψε την ίδια εκείνη περίοδο η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Ύστερα από σταθερότητα δεκαετιών, το «πνεύμα της φιάλης» βγήκε στη φόρα και το μακεδονικό ζήτημα νεκρανέστησε παλιούς, ξεχασμένους, εθνικισμούς. Ένα σημαντικό πρόβλημα δημιουργούνταν για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, πρόβλημα εξαιρετικής ευαισθησίας για τους Έλληνες και με μεγάλες πολιτικές (και όχι μόνο) προεκτάσεις. Αλλά ο τότε πρωθυπουργός φαινόταν ήρεμος. Εμπιστευόταν απόλυτα τον υπουργό εξωτερικών, ένα δικό του «παιδί», τον Αντώνη Σαμαρά. Είχε πίστη στις ικανότητές του και ήταν απόλυτα βέβαιος ότι ο νεαρός πολιτικός δεν θα τον πρόδιδε ποτέ. Για ένα πράγμα ήταν σίγουρος ο Μητσοτάκης: όλοι να στρέφονταν εναντίον του, ο Σαμαράς θα στεκόταν σίγουρα στο πλευρό του…
Το ζήτημα των Σκοπίων
Τα Σκόπια ανεξαρτητοποιήθηκαν από τη Γιουγκοσλαβία στις 8 Σεπτεμβρίου 1991, μέρα που έκτοτε ισοδυναμεί γι’ αυτά με εθνική επέτειο. Μέχρι τότε αποτελούσαν ξέχωρη δημοκρατία στο πλαίσιο της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας, με την επίσημη ονομασία «Γιουγκοσλαβική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας» και σημαία το πεντάκτινο αστέρι. Κι όμως οι ελληνικές κυβερνήσεις -στον βωμό των καλών σχέσεων με το Βελιγράδι- σιωπούσαν προκλητικά επί σειρά δεκαετιών αναφορικά με τη χρήση του ονόματος «Μακεδονία» από γειτονικό κράτος! Μάλιστα ο τότε πρωθυπουργός, Ανδρέας Παπανδρέου, σε ομιλία του το 1986 στο 3ο Σώμα Στρατού δήλωσε δημόσια ότι η χρήση του ονόματος «Μακεδονία» είναι… εσωτερικό θέμα της Γιουγκοσλαβίας!
Παρ’ όλα αυτά η διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας βρήκε τόσο την Ελλάδα όσο και την Ευρώπη τελείως απροετοίμαστες. Προς τα τέλη του 1991 είχαν ήδη ανακηρύξει την ανεξαρτησία τους από το Βελιγράδι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η Σλοβενία, η Κροατία, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη και η «Μακεδονία». Η μπαρουταποθήκη της Βαλκανικής ήταν και πάλι έτοιμη να εκραγεί, παρασύροντας στο διάβα της τα πάντα και ανοίγοντας παλιές βαθιές πληγές στις μνήμες των λαών της περιοχής. Άλλωστε, πέρα από τις παραπάνω χώρες που ανεξαρτητοποιήθηκαν από τη Γιουγκοσλαβία, έτοιμα για κάτι τέτοιο φαίνονταν (όπως απεδείχθη αργότερα με την απόσχισή τους) και το Μαυροβούνιο, αλλά και το Κοσσυφοπέδιο…
Ειδικά για την Ελλάδα η ανακήρυξη των Σκοπίων σε ανεξάρτητο κράτος με την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ξύπνησε άσχημες αναμνήσεις και τροφοδότησε τον εθνικισμό. Φωνές αλυτρωτικές ακούστηκαν τόσο στην Αθήνα όσο και στα Σκόπια και ένα νέο πρόβλημα προστέθηκε στα τόσα άλλα άλυτα ζητήματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής (ελληνοτουρκικές σχέσεις, Κυπριακό, Βορειοηπειρωτικό κ.ά.). Εκείνη ακριβώς την κρίσιμη ώρα φάνηκε ότι ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης έκανε λάθος, όταν εμπιστευόταν τον Αντώνη Σαμαρά για το τόσο νευραλγικό πόστο του υπουργού εξωτερικών. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που προσάπτουν στον Σαμαρά ότι είχε από τότε στο μυαλό του άλλα σχέδια, ότι θέλησε να παίξει το πολιτικό του μέλλον πάνω στη ράχη της Μακεδονίας…
Στις 16 Δεκεμβρίου 1991 σημειώθηκε το πρώτο «άδειασμα» του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη από τον Αντώνη Σαμαρά. Τη μέρα εκείνη, στις Βρυξέλλες, συνήλθαν οι υπουργοί εξωτερικών των χωρών-μελών της ΕΟΚ, με κεντρικό θέμα την αναγνώριση των νέων κρατών που προέκυψαν στην Ανατολική Ευρώπη, μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Βασικότερα κριτήρια για την αναγνώρισή τους ήταν τα εξής: ο σεβασμός του «χάρτη» του ΟΗΕ, η αναγνώριση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την τελική πράξη του Ελσίνκι, καθώς βέβαια και ο σεβασμός προς τους γείτονες (έλλειψη αλυτρωτικού πνεύματος κτλ.). Αλλά και ο Έλληνας πρωθυπουργός δήλωσε ξεκάθαρα πως, για να αναγνωρισθεί η νεότευκτη Δημοκρατία των Σκοπίων θα έπρεπε να εκπληρώνονται τρεις προϋποθέσεις: να εγγυάται το Σύνταγμα της καινούριας Δημοκρατίας ότι δεν τρέφει εδαφικές αξιώσεις έναντι της Ελλάδας, να διευκρινίσει ρητά ότι δεν υπάρχει «μακεδονική» μειονότητα στην Ελλάδα και, τέλος, να αλλάξει το όνομά της κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να μην δημιουργούνται παρεξηγήσεις σε ό,τι αφορά την ιστορική συνέχεια.
Μέχρι την τόσο κρίσιμη -όπως απεδείχθη εκ των υστέρων- ημερομηνία της 16ης Δεκεμβρίου του 1991 ο Αντώνης Σαμαράς ούτε καν είχε ασχοληθεί με το ζήτημα των Σκοπίων! Έδειχνε μάλιστα σχεδόν αδιάφορος και το είχε υποβαθμίσει σε τόσο μεγάλο βαθμό, που προκαλούσε εύλογες απορίες πώς άραγε είναι δυνατόν για τρεις ολόκληρους μήνες (Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1991) ο υπεύθυνος υπουργός εξωτερικών της Ελλάδας να μην έχει σημάνει συναγερμό για τη Μακεδονία, δεδομένου ότι τα Σκόπια είχαν ήδη ανακηρύξει επίσημα την ανεξαρτητοποίησή τους(;)! Η απλή απάντηση, όπως φάνηκε κι απ’ τη συνέχεια, είναι ότι την περίοδο εκείνη ο Σαμαράς δεν είχε ακόμα καταλάβει ότι το ζήτημα της Μακεδονίας ήταν «χρυσάφι» για τον ίδιο και την πολιτική του καριέρα. Μόνο στις 16 Δεκεμβρίου του 1991 το κατάλαβε και, εντελώς ξαφνικά, μετατράπηκε σε… «Μακεδονομάχο»!
Απόδειξη για την πλήρη αδιαφορία Σαμαρά σχετικά με το ζήτημα των Σκοπίων είναι η έλλειψη κάθε αντίδρασης εκ μέρους του, όταν τα Σκόπια ανακηρύχθηκαν ανεξάρτητα ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας»! Επίσης, τον ίδιο μήνα, τον Σεπτέμβριο του 1991, αδιαφόρησε παντελώς για τον διορισμό Έλληνα εκπροσώπου στην αρμόδια επιτροπή Μπαντιντέρ, κάτι που θεωρήθηκε επιζήμιο για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Αλλά και δύο μόλις εβδομάδες πριν τη συνδιάσκεψη των Βρυξελλών, δηλ. στις 2 Δεκεμβρίου 1991, ο Αντώνης Σαμαράς υπέγραψε -μαζί με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους συναδέλφους του- τον περίφημο «Κανονισμό 3567/91» του Συμβουλίου υπουργών εξωτερικών της ΕΟΚ, σύμφωνα με τον οποίο η νεότευκτη Δημοκρατία των Σκοπίων αναγνωρίζεται ως… «Μακεδονία» σκέτο! Την ημέρα εκείνη, με την υπογραφή μάλιστα του Έλληνα υπουργού εξωτερικών, πρωτοεμφανίστηκε η ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας»…
Αλλά το εξοργιστικό σχετικά με τη στάση του Σαμαρά είναι άλλο: απέφυγε να ενημερώσει λεπτομερώς τον πρωθυπουργό Μητσοτάκη για τον εν λόγω «Κανονισμό» κι έτσι το θέμα πνίγηκε μες στην όλο και πιο δύσκολη διαμορφωμένη κατάσταση που αντιμετώπιζε η τότε κυβέρνηση. Κι όταν αργότερα, το καλοκαίρι του 1993, δημοσιογράφοι επανέφεραν το θέμα σχετικά με τις τεράστιες ευθύνες του Σαμαρά για τη γένεση του νεώτερου Μακεδονικού ζητήματος, αυτός προσπάθησε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, ισχυριζόμενος ότι δεν παρέστη και δεν υπέγραψε το πρωτόκολλο εκείνο! Τα γεγονότα όμως τον διέψευδαν, παρά την απέλπιδα προσπάθεια που έκανε για να αποφύγει την «ταφόπλακα» της πολιτικής του καριέρας…
Και έφτασε έτσι η μοιραία 16η Δεκεμβρίου. Τότε ο Αντώνης Σαμαράς, χωρίς και πάλι να ενημερώσει λεπτομερώς τον πρωθυπουργό, υπέγραψε την τελική πράξη που οδήγησε στην τραγωδία της Γιουγκοσλαβίας. Διότι η απόφαση εκείνης της ημέρας γέννησε ανέμους και σκόρπισε θύελλες, αφού αμέσως μετά ξεκίνησαν οι τρομερές εχθροπραξίες στον χώρο της πρώην Γιουγκοσλαβίας και ένας αιματηρός εμφύλιος πόλεμος, που κράτησε πάνω από τρία χρόνια, έως και το 1995, και σαν αποτέλεσμα είχε τουλάχιστον 200.000 νεκρούς, πολλαπλάσιους τραυματίες και ξεσπιτωμένους, αλλά και απομάκρυνε ακόμα περισσότερο τα Βαλκάνια από την υπόλοιπη Ευρώπη…
Ειδικά δε για την Ελλάδα, την αποφράδα εκείνη ημέρα γιγαντώθηκε εκ του μηδενός το ζήτημα των Σκοπίων. Οι σπόροι μας ατιμωτικής ήττας και μιας εθνικής ταπείνωσης για την ευρωπαϊκή Ελλάδα από ένα θνησιγενές κρατίδιο, χωρίς υποδομές, χωρίς καμία εθνική συνοχή, με τεράστια οικονομικά προβλήματα και απίστευτη ανεργία, ρίχτηκαν εκείνη την ημέρα και με την υπογραφή του Έλληνα υπουργού εξωτερικών, του Αντώνη Σαμαρά… Ο οποίος ούτε καν ζήτησε την απάλειψη της λέξης «Μακεδονία» από το όνομα των Σκοπίων, χάνοντας έτσι η Ελλάδα μια μοναδική ευκαιρία να κλείσει προς όφελός της ένα πρόβλημα, που αργότερα μεταβλήθηκε σε γάγγραινα για τα συμφέροντα του ελληνισμού [Γιατί δεν διαφοροποιήθηκε από τους υπόλοιπους υπουργούς εξωτερικών της ΕΟΚ ο Αντώνης Σαμαράς την τόσο κρίσιμη 16η Δεκεμβρίου 1991; Δεν μας το αποκάλυψε ποτέ…].
Κι όμως έκτοτε ο Σαμαράς άρχισε να εμφανίζεται σαν αδιάλλακτος πατριώτης και «Σκοπιανοφάγος»! Ποιος, αυτός που μέχρι τότε καλλιεργούσε ένα υπερπροοδευτικό, σχεδόν διεθνιστικό, πρόσωπο και αποκαλούσε μάλιστα την μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης «τουρκική»! Αυτός που άφησε να ανοίξουν ανεξέλεγκτα τα ελληνοαλβανικά σύνορα, χωρίς να εξασφαλίσει καμία εγγύηση για τα εθνικά δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας, έγινε ξαφνικά μαχητικός εθνικιστής και δεν δεχόταν καμία διαπραγμάτευση για το «ιερό όνομα της Μακεδονίας»…
Η γενικότερη στάση του Αντώνη Σαμαρά στις 16 Δεκεμβρίου του 1991 υπήρξε απαράδεκτη και προσβλητική προς τον πρόεδρο της κυβέρνησης στην οποία συμμετείχε, τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Έγινε κατόπιν γνωστό ότι στα περιθώρια των διαπραγματεύσεων εκείνης της μέρας ο Σαμαράς όχι μόνο δεν συνομίλησε με τον πρωθυπουργό του, αλλά… κρυβόταν επιμελώς, φοβούμενος προφανώς μήπως συμβεί κάτι απρόοπτο που θα του χαλούσε τα σχέδια που προφανώς είχε στο μυαλό του. Αργότερα θέλησε να δικαιολογηθεί για την πρωτοφανή στάση του, να μην έχει δηλαδή άμεση επικοινωνία με τον πρωθυπουργό της χώρας για μείζον εθνικό θέμα, με διάφορα αστεία επιχειρήματα. Είπε π.χ. ότι δεν χρειαζόταν να μιλήσει με τον πρωθυπουργό, διότι οι οδηγίες που είχε λάβει από εκείνον ήταν συγκεκριμένες και δεν υπήρχε λόγος να αλλάξουν (τότε γιατί άραγε γίνονταν α πολύωρες διαπραγματεύσεις;)!… Επίσης, είπε ότι ούτως ή άλλως οι θέσεις του δικαιώθηκαν, άρα όλα τα άλλα περνούν σε δεύτερη μοίρα (κι όμως το ζήτημα των Σκοπίων ακριβώς τότε διογκώθηκε και χάθηκε το όνομα της Μακεδονίας για τον ελληνισμό…).
Ο Σαμαράς έχτισε έκτοτε την εικόνα του δήθεν ασυμβίβαστου πατριώτη για το όνομα της Μακεδονίας, στηριζόμενος ακριβώς πάνω στη συμφωνία της 16ης Δεκεμβρίου και τον περίφημο «τρίτο όρο», που υποτίθεται ότι εξασφάλιζε τα ελληνικά δίκαια σχετικά με το πρόβλημα που αναδύθηκε [Τελικά, μετά από λίγο καιρό, φάνηκε η «γύμνια» του Σαμαρά, αφού όλοι απολύτως οι Ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας αποδείχτηκε ότι ερμήνευαν διαφορετικά από την ελληνική πλευρά τον «τρίτο όρο» της συμφωνίας. Ήταν λοιπόν θέμα ερμηνείας, όπως παραδέχτηκε αργότερα και ο ίδιος ο Σαμαράς και δεν επρόκειτο για μεγάλη διπλωματική του νίκη, όταν θέλησε να την παρουσιάσει ως τέτοια στην προσπάθειά του να οικοδομήσει το προφίλ του επερχόμενου ηγέτη…]. Ο όρος αυτός ανέφερε ότι καμία από τις νέες Δημοκρατίες που προέκυψαν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει ονομασία, η οποία να υποδηλώνει εδαφικές διεκδικήσεις [Οι άλλοι δύο όροι ήταν: να μην έχει εδαφικές διεκδικήσεις έναντι κάποιας γειτονικής χώρας και να μην πραγματοποιεί εχθρικές προπαγανδιστικές δραστηριότητες].
Αντιφατική λοιπόν ήταν η στάση του Σαμαρά στην ιστορική συνεδρίαση των Βρυξελλών, στις 16 Δεκεμβρίου 1991. Από τη μια υπέγραψε το κείμενο που αναφερόταν σε ανεξάρτητη «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και από την άλλη έβαλε τάχα τον όρο καμία ονομασία να μην υπονοεί αλυτρωτικές διαθέσεις. Μα το ένα αναιρεί το άλλο! Διότι πώς να πειστούν μετά οι Ευρωπαίοι για τα ελληνικά δίκαια, όταν ο ίδιος ο Σαμαράς με την υπογραφή του αναγνώρισε τα Σκόπια ως «Μακεδονία»; Άρα ο «τρίτος όρος» πήγαινε στον κάλαθο των αχρήστων, αφού δεν αφορούσε με κανέναν τρόπο την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας», που ήδη είχε υπογράψει ο Σαμαράς! Πρόκειται για ένα πολύ σκοτεινό σημείο της πολιτικής διαδρομής του Μεσσήνιου πολιτικού, που ο ίδιος δεν θέλησε ποτέ του να διαλευκάνει…
Ό,τι δεν είχαν ως τότε καταφέρει να κάνουν η αντιπολίτευση ΠΑΣΟΚ-Αριστεράς, οι απεργιακές κινητοποιήσεις, το παραγωγικό σαμποτάζ στην οικονομία, η διεθνής εκστρατεία δυσφήμησης της χώρας και η τρομοκρατία εναντίον της οικογένειας Μητσοτάκη, το κατάφερε ο βασικός του συνεργάτης μέσω του «Μακεδονικού». Με αποτέλεσμα την πτώση αργότερα της κυβέρνησης Μητσοτάκη και τη μετατροπή της χώρας σε «δούρειο ίππο» μέσα στη Δύση σκοτεινών υπερδυνάμεων…
Έτσι λοιπόν, ο Σαμαράς στην ενημέρωση του πρωθυπουργού που ακολούθησε παρουσίασε την άσχημη τροπή των πραγμάτων σαν μια «μεγάλη ελληνική νίκη», που οφειλόταν στην πιστή υποτίθεται εφαρμογή των οδηγιών που του είχε δώσει ο Μητσοτάκης. Ο τότε πρωθυπουργός αρχικά απέφυγε να επιπλήξει δημόσια τον υπουργό του, μην θέλοντας επιπροσθέτως να πιστέψει ότι ένας τόσο στενός του συνεργάτης τον εξέθεσε. Αλλά και ο, ανοιχτός σε κάθε ερμηνεία, «τρίτος όρος» λειτούργησε το πρώτο διάστημα καθησυχαστικά για τον Μητσοτάκη και το περιβάλλον του.
Γρήγορα πάντως ο πρωθυπουργός και πρόεδρος της ΝΔ κατάλαβε το διπλό παιχνίδι του Σαμαρά. Ήταν όμως δύσκολο να πάρει ριζικές αποφάσεις, δηλ. να τον απομακρύνει απ’ την κυβέρνηση, αφού η περίοδος εκείνη ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη. Ήταν οι μέρες της διεξαγωγής του πρωτοφανούς σε όγκο συλλαλητηρίου της Θεσσαλονίκης και το σύνθημα του πλήθους έπνιξε κάθε φωνή λογικής: «Η Μακεδονία είναι μία και ελληνική»! Ο Σαμαράς απρόσμενα μεταβλήθηκε σε αγαπημένο των μαζών, στον μελλοντικό ηγέτη που θα οδηγούσε την Ελλάδα σε μια σύγχρονη «Μεγάλη Ιδέα»! Οι δυνάμεις που κρύβονταν πίσω απ’ τον Σαμαρά έτριβαν τα χέρια τους από ικανοποίηση: ο Έλληνας υπουργός των εξωτερικών, ηθελημένα ή μη, έβαλε σε «τροχιά» το μεγάλο γεωπολιτικό τους σχέδιο…
Η Ελλάδα είχε πέσει λοιπόν στην παγίδα. Με όχημα το «Μακεδονικό» έγινε κι αυτή μέρος του βαλκανικού προβλήματος, αντί να αποτελέσει την ήρεμη εκείνη δύναμη, ως η μόνη τότε χώρα-μέλος της ΕΟΚ και του NATO στην περιοχή, που θα πρωταγωνιστούσε στην -πολιτική, οικονομική και κοινωνική- αναδιαμόρφωση του βαλκανικού τοπίου. Η τακτική δηλ. του Αντώνη Σαμαρά να «παίξει» το χαρτί του ζητήματος των Σκοπίων οδήγησε την Ελλάδα σε μια φοβερή γεωπολιτική ανισορροπία… Χρόνια αργότερα, γενική ήταν η διαπίστωση ότι αν τότε η Ελλάδα δεν είχε ακολουθήσει τη συναισθηματικά φορτισμένη πολιτική των «Μακεδονομάχων» {κυρίως του Σαμαρά, αλλά και του ΠΑΣΟΚ, που κι αυτό όψιμα είχε μπει στο «παιχνίδι» [Μέχρι τότε το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου αδιαφορούσαν πλήρως για το λεγόμενο «Μακεδονικό» και, φυσικά, απέρριπταν το παλιό δόγμα της ελληνικής Δεξιάς περί «κινδύνου από τον Βορρά». Εκείνους δε που ασχολούνταν με τα εθνικά θέματα της Ελλάδας που σχετίζονταν με τις βόρειες χώρες τον αποκαλούσαν χωρίς δεύτερη σκέψη «αντιδραστικό» και «φασίστα». Μέχρι το 1991-92 για το ΠΑΣΟΚ και τον ιδρυτή του τα μόνα εθνικά θέματα προς συζήτηση ήταν εκείνα που είχαν σχέση με την Τουρκία (Κύπρος, Αιγαίο και Θράκη)]}, θα έπαιζε τον πλέον σημαντικό και ρυθμιστικό ρόλο στα Βαλκάνια: θα είχε καταστεί μία σύγχρονη ευρωπαϊκή δύναμη, που θα την σέβονταν όλοι στο ολισθηρό πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και των διεθνών σχέσεων…
Εξαιτίας όμως της πολιτικής των πατριδοκάπηλων η Ελλάδα παρουσιάστηκε από τα ξένα ΜΜΕ ως μια χώρα σχεδόν τριτοκοσμική και ξενοφοβική, με άκρως επεκτατικές βλέψεις, που επιθυμούσε τη διάλυση και την απορρόφηση του κράτους των Σκοπίων. Άλλωστε ο τότε ηγέτης των Σέρβων, ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, πρότεινε στον Έλληνα πρωθυπουργό να μοιράσουν οι δυο χώρες το κρατίδιο και να αποκτήσουν έτσι κοινά σύνορα! [Φυσικά ο Μητσοτάκης απέρριψε ασυζητητί την προβοκατόρικη πρόταση, η οποία φιλοδοξούσε να χύσει λάδι στη φωτιά και να ρίξει την Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή σε φοβερές περιπέτειες… Αντίθετα, την πρόταση Μιλόσεβιτς υποστήριξε έμμεσα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ανδρέας Παπανδρέου]
Εν τω μεταξύ, ο έμπειρος Μητσοτάκης, ένας πολιτικός που πέρασε δια πυρός και σιδήρου (όσο κανένας άλλος σύγχρονος Έλληνας πολιτικός), είχε πλέον καταλάβει πού οδηγούσε η πολιτική Σαμαρά. Αισθανόταν πικραμένος από τη συμπεριφορά του υπουργού που εμπιστεύθηκε και τόσο στήριξε κατά το παρελθόν [Όντως, στις έντονες κριτικές που του είχαν ασκηθεί την περίοδο 1989-90, όταν δηλ. πρόβαλλε τον Σαμαρά ως φιλόδοξο νέο πολιτικό και ισχυρό υπουργό των εξωτερικών, από διάφορες πλευρές (π.χ. από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή), ο Μητσοτάκης τον κάλυψε πλήρως. Πίστευε τότε ότι στο πρόσωπο του Σαμαρά είχε βρει έναν πιστό συνεργάτη, που θα προωθούσε την πολιτική του στις τόσο δύσκολες συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί…]. Η ρήξη ανάμεσα σε «πατέρα» και «γιο» θα ήταν τραγική, μα αναπόφευκτη…
ΓΙΑ ΝΑ ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΝΕΩΤΕΡΟΙ… Ετσι έπεσε η κυβέρνηση Μητσοτάκη-Ο ρόλος Σαμαρά στο σκοπιανό
Το διαβάσαμε από το: Ανατροπή 1993 – ΓΙΑ ΝΑ ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΝΕΩΤΕΡΟΙ… ΠΩΣ ΕΠΕΣΕ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 1993 – ΧΡΟΝΙΚΟ: Η ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΣΑΜΑΡΑ ΤΟ 1993 siemens intracom http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2013/10/1993-1993-1993-siemens-intracom.html#ixzz5JcknCMB4