Τα πολεμικά πλοία του 1821

Η Γαλεάσσα ή Γαλεάτσα ήταν τύπος πολεμικού πλοίου, αμφικίνητο (ιστιοφόρο και κωπήλατο), που εξελίχθηκε από τη Γαλέρα κυρίως με προσθήκη καταστρώματος από πλώρη μέχρι πρύμνη. Στις αρχές του 17ου αιώνα έφθασε σε εκτόπισμα τους 1000 τόνους με μήκος 58 μ., πλάτος 11 μ. και βύθισμα τα 5 μ. Η ιστιοφορία της Γαλεάσσας αποτελούνταν από τρια λατίνια σε ισάριθμους ιστούς. Η δε μηχανική (κωπήλατη) πρόωσή της γινόταν με 52 κουπιά (κώπες) μήκους 16 μέτρων, το καθένα, το οποίο και χειρίζονταν («ηλαύνετο») από 8-9 κωπηλάτες.Το δε πυροβολικό της το αποτελούσαν 10 πυροβόλα (κανόνια) στη πλώρη, 8 στη πρύμνη και κάποια λιθοβόλα κατά πλευρά, σε ίσες αποστάσεις μεταξύ τους. Οι Γαλεάσσες καθώς και οι γαλέρες ήταν τα ενδιάμεσα πλοία στη κυριαρχία των ιστίων έναντι των κουπιών που καθιερώθηκαν αμέσως μετά την ιστορική Ναυμαχία της Ναυπάκτου

Βρίκιον (ή Μπρίκιο) (πάρωνες και μπρίκια)

screenhunter_12-sep-29-1626

Βρίκιον (ή Μπρίκιο) ήταν ονομασία παλαιότερου ιστιοφόρου δίστηλου (δικάταρτου) εμπορικού ή Πολεμικού πλοίου, ίδιο με Πάρωνα. Αυτός ο τύπος ιστιοφόρου έφερε στη πλώρη «πρόβολο» (το κοινώς λεγόμενο «μπαστούνι» ή «μπαμπρέσο») για τους τρεις «αρτέμωνές» του (3 κατάπλωρα τριγωνικά ιστία), «ακάτιο ιστό» και τον «μέγα ιστό» (δεύτερος από πλώρη και ψηλότερος) για τα «τετράγωνα» ιστία, τα τριγωνικά (λεγόμενα και «προίστια») και για τον «επίδρομο» (πρυμναίο τραπεζοειδές ιστίο). Ήταν πανομοιότυπος με τον εμπορικό Δρόμωνα ή «νάβα» και του εμπορικού Μυοδρόμωνα (Μπάρκου ή Γαβάρας) αν λογισθεί ο τρίτος και πρυμναίος ιστός τους ως να μη υπάρχει. Το αντίστοιχο πολεμικό πλοίο του τύπου αυτού λέγεται Πάρων.

Μέχρι το 1849 καμία διαφορά μεταξύ του Βρίκιου και του Πάρωνα δεν υπήρχε, όταν εμφανίσθηκαν το έτος εκείνο οι «διπλοί δόλωνες» και άλλες συναφείς διευκολύνσεις τις οποίες και εκολπώθηκαν τα εμπορικά Βρίκια, όχι όμως και οι πολεμικοί Πάρωνες όπου η μεταξύ τους διαφορά έγινε πλέον αισθητή, όταν ακόμη πρώτοι οι Ιταλοί, (και τελικά μόνο αυτοί), ναυπήγησαν το 1891 δύο θαυμάσιους εκπαιδευτικούς σιδερένιους πάρωνες τους «Παλινούρο» και «Μιζένο». Πρόδρομος του Βρικίου υπήρξε το Βριγαντίνο που όταν αυτό τελειοποιήθηκε η διαφορά τους ήταν πολύ δυσδιάκριτη για κάθε «στεριανό» μάτι. Τα Βρίκια λόγω των ναυτικών αρετών τους θεωρήθηκαν τα προσφιλέστερα των Ελλήνων ναυμάχων πλοία κατά την διάρκεια του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Επειδή κατά την Εθνεγερσία βρέθηκαν τα περισσότερα με πλείστα πυροβόλα λόγω των πολύ συχνών μικροναυμαχιών με πειρατές, καμία διαφορά ουσιαστική, ακόμα και τυπική δεν υπήρχε μεταξύ του Βρικίου και του πολεμικού Βρικίου δηλαδή του Πάρωνα, που πρόσθετα έφερε 12 – 18 πυροβόλα (κανόνια) στο κατάστρωμα και πλήρωμα 100 άνδρες.

Πυρπολικό πλοίο

screenhunter_13-sep-29-1631

Το λεγόμενο Πυρπολικό πλοίο υπήρξε το κατ΄ εξοχήν ιστιοφόρο καταδρομικό πλοίο στις πολεμικές επιχειρήσεις των Ελλήνων στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Τα Πυρπολικά πλοία, μεγάλα ή συνηθέστερα μικρά σκάφη, ήταν σε χρήση και από τη αρχαιότητα με ποιο γνωστή εκείνη στη Τύρο στη διάρκεια της πολιορκίας της όταν ο Αλέξανδρος ο Μέγας επιχειρούσε να τη καταλάβει. Αλλά και κατά το Μεσαίωνα, αλλά και προ της έναρξης του Απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων το 1821 η χρήση τους ήταν γνωστή. Οι Ρώσοι κατέστρεψαν το Τουρκικό στόλο το 1770 στο Τσεσμέ με χρήση πυρπολικών.

Σε όλες όμως τις παραπάνω περιπτώσεις η επιτυχία των πυρπολικών σκαφών εξαρτιόταν από τους υφιστάμενους ανέμους και μόνο από αυτούς, αφού τότε και μόνο αφήνονταν «παρασυρόμενα» από αυτούς. Αντίθετα η χρήση των πυρπολικών στην Εθνεγερσία που ήταν πλέον πλοία επανδρωμένα βασιζόταν κυρίως στην ευψυχία, τη ναυτική εμπειρία και την ικανότητα των Πλοιάρχων και των πληρωμάτων τους.

Το Ελληνικό πυρπολικό κατά τον αγώνα του 1821 είναι πλέον σκάφος επανδρωμένο με «έδρα» είτε συγκεκριμένο λιμάνι που παρέμενε εντός αυτού, είτε ελεύθερο στο πέλαγος «πελαγίσιο» που αναζητούσε στόχο. Κατά τη «πυρπόληση» έπρεπε να προσκολληθεί και να προσδεθεί άρρηκτα με το εχθρικό πλοίο πολύ πολύ γρήγορα στη συνέχεια να τεθεί σ΄ αυτό «πυρ» και έγκαιρα να εγκαταλειφθεί από το πλήρωμά του. Είναι προφανές ότι σε τέτοια επιχείρηση εκτός του θάρρους, της αποφασιστικότητας αλλά και της ψυχραιμίας απαιτείτο και πλήρης συντονισμός ενεργειών Πλοιάρχου και πληρώματος.

Το Πυρπολικό του 21 οφείλει τη πρώτη του κατασκευή στον Παργινό Ιωάννη Δημουλίτσα με το παρωνύμιο «Πατατούκος» ο οποις απο μικρος δούλευε σε ψαριανά καράβια και στα ταξίδια του γνώρισε τα μυστικά και στον Κων. Νικόδημο τη τελειοποίησή του. Πρώτη επιτυχής χρήση του επανδρωμένου Πυρπολικού έγινε στις 27 Μαΐου 1821 στην Ερεσό όπου οι Τούρκοι απώλεσαν ένα αξιόλογο πλοίο «γραμμής». Αναδειχθείς πρώτος «Πυρπολητής» ο Παπανικολής. Τότε ξένος παρατηρητής σημείωνε «…τελικά οι Έλληνες βρήκαν το όπλο της Επανάστασης»! Μετά από αυτό το γεγονός οι Πρόκριτοι εγκρίνανε μετατροπές παλαιών ιστιοφόρων σε πυρπολικά εξαγοραζόμενα από τη τότε κυβέρνηση αντι 25.000 και 45.000 γρόσια με ισόποση περίπου δαπάνη για τη μετατροπή τους.

ΠΗΓΗ : asxetos.gr

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.