Η χώρα μας μετατρέπεται σε αποθήκη τους χάους

Η Κρήτη βιώνει τις τελευταίες εβδομάδες μια κατάσταση που θυμίζει περισσότερο εικόνες τριτοκοσμικής εγκατάλειψης, παρά ευρωπαϊκού κράτους-μέλους του 21ου αιώνα.

Η ραγδαία αύξηση των μεταναστευτικών ροών από την ανατολική Λιβύη έχει προκαλέσει ήδη «ασφυξία» στο νησί, εκθέτοντας την Ελλάδα διεθνώς – και μάλιστα εν μέσω της τουριστικής περιόδου, όπου η χώρα έχει στραμμένο το βλέμμα της σε μία από τις βασικότερες πηγές εσόδων της. Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι μόνο ποσοτικό. Είναι βαθιά πολιτικό, κοινωνικό και ανθρωπιστικό.

Παρά τις προβλέψεις και τις ενδείξεις που από τις αρχές του 2024 καθιστούσαν ξεκάθαρη την κλιμάκωση του φαινομένου, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας επέλεξε – για μία ακόμη φορά – να μείνει αδρανής, αφήνοντας την κατάσταση να εκτραχυνθεί. Η απουσία προετοιμασίας, όπως η έγκαιρη δημιουργία δομών φιλοξενίας ή η διπλωματική κινητοποίηση προς την πλευρά της Βεγγάζης, κατέδειξε μια πολιτική στάση περισσότερο προσανατολισμένη στη διαχείριση των εντυπώσεων, παρά σε στρατηγική παρέμβαση.

Αντί λύσεων, η κυβέρνηση απαντά με εντυπωσιασμούς. Το «πάγωμα» της διαδικασίας υποβολής αιτήσεων ασύλου για ένα τρίμηνο και η εξαγγελία – ξανά στα λόγια – για δημιουργία κλειστής δομής στην Κρήτη, φανερώνουν την έλλειψη ρεαλιστικής προσέγγισης. Όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν την πολυπλοκότητα του μεταναστευτικού, αλλά αγγίζουν επικίνδυνα τα όρια της συνταγματικής και διεθνούς νομιμότητας.

Σε αυτό το επικοινωνιακό περιβάλλον, βρίσκουν χώρο και οι πιο ακραίες φωνές της ελληνικής ακροδεξιάς, με προτάσεις που σοκάρουν – όπως η βύθιση σκαφών μεταναστών, ενώ από κυβερνητικά στελέχη ακούγονται ακόμα και προτάσεις για «τροποποίηση των συσσιτίων» ώστε να φοβηθούν οι διακινητές. Ένας δημόσιος διάλογος κατώτερος των περιστάσεων και επικίνδυνος για τη δημοκρατία και την κοινωνική συνοχή.

Η Ευρώπη απούσα και υποκριτική

Πίσω από την ελληνική αδυναμία, όμως, ξεπροβάλλει μια ακόμα μεγαλύτερη εικόνα: η συστημική αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο μεταναστευτικό. Το Δουβλίνο ΙΙ, που υποχρεώνει τις χώρες πρώτης υποδοχής – κυρίως του ευρωπαϊκού Νότου – να σηκώνουν σχεδόν μόνες τους το βάρος της διαχείρισης, έχει μετατρέψει κράτη όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία σε αποθήκες ψυχών.

Η συνειδητή επιλογή των χωρών του Βορρά να αγνοούν την πραγματικότητα στα νότια σύνορα της ΕΕ, ενισχύει την υποκρισία που χαρακτηρίζει τη μέχρι τώρα ευρωπαϊκή πολιτική: από τη μία πλευρά αποτρέπουν κάθε συζήτηση για δίκαιη κατανομή προσφύγων και μεταναστών, ενώ από την άλλη διατηρούν δεσμούς συμφέροντος με χώρες όπως η Τουρκία και η Λιβύη, επιδοτώντας καθεστώτα και εγκληματικά κυκλώματα διακίνησης με το πρόσχημα της αποτροπής.

Η αποσταθεροποίηση της Λιβύης δεν είναι καινούριο φαινόμενο. Είναι απόρροια πολεμικών επεμβάσεων, γεωπολιτικών παιγνίων και αδιαφορίας για τη σταθερότητα της περιοχής. Πλέον, η χώρα αυτή έχει καταστεί βασικός κόμβος παράνομης μετανάστευσης, ενώ αποτελεί και εργαλείο γεωπολιτικής πίεσης για την Τουρκία, η οποία αξιοποιεί τη χαοτική κατάσταση προκειμένου να προωθήσει τα δικά της συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η «ρευστοποίηση» των θαλάσσιων συνόρων, με το ανυπόστατο Τουρκολιβυκό μνημόνιο, επηρεάζει άμεσα και την Κρήτη, καθιστώντας το νησί πεδίο συγκρουόμενων συμφερόντων.

Διπλή παγίδα: Φρούριο ή άνευ όρων ανοχή;

Η μεταναστευτική πολιτική στην Ευρώπη ταλανίζεται ανάμεσα σε δύο ακραίες – και τελικά αδιέξοδες – λογικές:

  • Το «φρούριο Ευρώπη», που προκρίνει την απόλυτη αποτροπή χωρίς ανθρωπιστικές εξαιρέσεις, κάτι που είναι νομικά και ηθικά απαράδεκτο.
  • Η πολιτική των «ανοιχτών συνόρων», που συχνά προωθείται από οργανώσεις και ΜΚΟ, αγνοώντας τις κοινωνικές, οικονομικές και εθνικές συνέπειες της ανεξέλεγκτης εισροής ανθρώπων.

Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Η Ευρώπη δεν μπορεί να υποδέχεται απεριόριστα μεταναστευτικά κύματα, αλλά και δεν μπορεί να αποποιείται τις διεθνείς της υποχρεώσεις απέναντι σε πρόσφυγες πολέμου και διώξεων. Η σημερινή κατάσταση είναι εκρηκτική και, αν δεν υπάρξει κοινή, δίκαιη και ορθολογική πολιτική, η ΕΕ απειλείται με εσωτερική αποδόμηση.

Η αλλαγή του κανονισμού του Δουβλίνου είναι επιβεβλημένη. Μόνο μέσα από τη δημιουργία ενός δεσμευτικού συστήματος αναλογικής κατανομής των προσφύγων, με βάση πληθυσμιακά και οικονομικά κριτήρια, μπορεί να υπάρξει θεσμική ισορροπία και δικαιοσύνη.

Παράλληλα, απαιτείται η δημιουργία δομών υποβολής αιτήσεων ασύλου εκτός ΕΕ, σε συνεργασία με κράτη όπως η Λιβύη, η Τυνησία και η Τουρκία – με ταυτόχρονο εξουδετέρωση των κυκλωμάτων διακίνησης μέσω πραγματικής εποπτείας και ελέγχου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να συνάψει δεσμευτικές συμφωνίες και όχι χαλαρές πολιτικές διακηρύξεις, οι οποίες καταλήγουν σε φιάσκο.

Η Ελλάδα στο μεταίχμιο

Η Ελλάδα καλείται να λειτουργήσει ταυτόχρονα ως χώρα πρώτης γραμμής και ως κράτος μέλος της ΕΕ που διεκδικεί ρόλο και λόγο. Δεν μπορεί να συνεχίσει να επωμίζεται μόνη της το βάρος του μεταναστευτικού. Η πρωτοβουλία πρέπει να περάσει στα χέρια της Αθήνας, με απαιτήσεις και όχι με παρακλήσεις προς τις Βρυξέλλες.

Οφείλει να προτείνει, να ηγηθεί και να κινητοποιήσει χώρες με παρόμοια προβλήματα, εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει από μια πολιτική ηγεσία που επιλέγει να διαχειρίζεται την κρίση με όρους μικροπολιτικής και σκοπιμοτήτων.

Το μεταναστευτικό δεν είναι ούτε παροδικό, ούτε απλώς ένα πρόβλημα των συνόρων. Είναι ζήτημα ευρωπαϊκής συνοχής, δημοκρατικής συνέπειας και γεωπολιτικής ισορροπίας. Αν η Ελλάδα δεν λάβει ηγετικό ρόλο στην απαίτηση για ριζική αλλαγή πολιτικής, και αν η ΕΕ συνεχίσει να παίζει το παιχνίδι της στρουθοκαμήλου, τότε το μέλλον προδιαγράφεται δυσοίωνο.

Η Κρήτη, σύμβολο αντίστασης και φιλοξενίας, μπορεί και πρέπει να γίνει το σημείο εκκίνησης μιας νέας, ανθρώπινης και δίκαιης μεταναστευτικής πολιτικής στην Ευρώπη.

Απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.