Σε τεντωμένο σκοινί οι ελληνοτουρκικές σχέσεις

«Όχι σε έρευνες και σε καλώδια σε Κύπρο και Κρήτη χωρίς τη δική μας έγκριση – Δεν θα διστάσουμε να χρησιμοποιήσουμε κάθε μέσο για την προστασία των Τουρκοκύπριων»

Οι τελευταίες εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο διαμορφώνουν ένα τοπίο βαθύτατα διαφορετικό από το παρελθόν, φέρνοντας στην επιφάνεια νέες στρατηγικές συμμαχίες, έντονες διπλωματικές εντάσεις και γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Η συνάντηση του Ισραηλινού Πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου με τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, κατέδειξε τις μεταβαλλόμενες ισορροπίες στην περιοχή, και ανέδειξε τη σημασία που προσδίδεται πλέον από την Ουάσινγκτον στην Άγκυρα έναντι άλλων περιφερειακών συμμάχων, όπως η Ελλάδα ή το Ισραήλ.

Η αμερικανική στήριξη προς την Τουρκία φαίνεται να ενισχύει τη ρητορική και τη στάση του Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος εμφανίζεται πιο επιθετικός και αδιάλλακτος απέναντι στην Αθήνα, περιορίζοντας ουσιαστικά τα διπλωματικά περιθώρια της Ελλάδας. Η κατάσταση αυτή οδήγησε τον Έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στην απόφαση να αναστείλει επ’ αόριστον την προγραμματισμένη επίσκεψή του στην Άγκυρα, έπειτα από πολλαπλές αναβολές, γεγονός που ερμηνεύεται ως σαφής ένδειξη του παγώματος των διμερών σχέσεων.

Ενδιαφέρον έχει το πώς ο τουρκικός Τύπος και οι αναλυτές της Άγκυρας προσέγγισαν αυτή την απόφαση. Σημαντικά μέσα ενημέρωσης, όπως η “Μιλλιέτ”, αλλά και αναλυτές από think tanks όπως το ANKASAM, αποδίδουν την αναστολή της επίσκεψης Μητσοτάκη στην επιρροή που άσκησε το Ισραήλ, μέσα από τις συνομιλίες που είχε ο Έλληνας Πρωθυπουργός με τον Νετανιάχου στο Τελ Αβίβ. Θεωρούν ότι η Ελλάδα και η Κύπρος λειτουργούν ως προέκταση της ισραηλινής στρατηγικής περικύκλωσης της Τουρκίας, μια αντίληψη που ανακυκλώνεται διαρκώς στα τουρκικά αναλυτικά κέντρα και μέσα.

Την ίδια ώρα, η στάση του Τραμπ υπήρξε ιδιαίτερα αποκαλυπτική. Κατά την κοινή παρουσία του με τον Νετανιάχου, προέβη σε επαινετικές δηλώσεις για τον Ερντογάν, χαρακτηρίζοντάς τον «πολύ ισχυρό και έξυπνο ηγέτη», και υπογράμμισε τις καλές προσωπικές τους σχέσεις, προσθέτοντας ότι «αν υπάρξει πρόβλημα με την Τουρκία, εγώ μπορώ να το λύσω». Η στάση αυτή υπήρξε αιφνιδιαστική για τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό, φανερώνοντας τις προτεραιότητες της Ουάσινγκτον στη συγκεκριμένη συγκυρία: μια Τουρκία με ρόλο-κλειδί στην περιφερειακή ασφάλεια, παρά τις συγκρούσεις της με δυτικούς συμμάχους.

Αντίθετα, η Ελλάδα φαίνεται να αντιμετωπίζει δυσκολίες στο να προσεγγίσει αποτελεσματικά τις ΗΠΑ, τουλάχιστον σε επίπεδο άμεσης επικοινωνίας με την εκτελεστική εξουσία. Οι συνεχείς προσπάθειες του Κυριάκου Μητσοτάκη να οικοδομήσει μια πιο στενή σχέση με την αμερικανική κυβέρνηση συχνά συναντούν αδιαφορία ή περιορίζονται σε κινήσεις συμβολικού χαρακτήρα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη συνέντευξή του στο φιλοτραμπικό μέσο “Breitbart News”, όπου υπογράμμισε τη σημασία της ελληνο-αμερικανικής συνεργασίας, ειδικά σε σχέση με τον στρατηγικό διάδρομο IMEEC, που διασυνδέει την Ινδία με τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη. Ωστόσο, ακόμη και αυτό το έργο περιλαμβάνει κομβικά την Τουρκία ως γέφυρα σύνδεσης, ενισχύοντας εκ νέου τη γεωπολιτική της σημασία.

Οι τουρκικές αντιδράσεις για την αναστολή της επίσκεψης Μητσοτάκη υπήρξαν έντονες και καχύποπτες. Αναλυτές παρουσιάζουν την απόφαση αυτή ως αποτέλεσμα ισραηλινών πιέσεων, ερμηνεύοντας τη στάση της Ελλάδας ως μερικώς «υποκινούμενη» και εναρμονισμένη με την στρατηγική της Ιερουσαλήμ. Παράλληλα, εγείρονται και ζητήματα όπως η επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των μαχητικών F-35, με εκτιμήσεις ότι η τελική απόφαση δεν θα ληφθεί από τη Γερουσία αλλά προσωπικά από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ – σε μία ακόμα επίδειξη της ιδιοσυγκρασίας του προεδρικού συστήματος των ΗΠΑ επί Τραμπ.

Στο ζήτημα ανεφέρθη ο υπουργός Εξωτερικών κ. Γιώργος Γεραπετρίτης, σαν να έχει λησμονήσει την υποχώρησή μας από την θάλασσα της Κάσου, την οποία μάλιστα είχε δικαιολογήσει τότε υποστηρίζοντας ότι απεφεύχθη η κλιμάκωσις μιας κρίσεως. Τώρα δηλώνει: «Αντιμετωπίζουμε τα πάντα με ψυχραιμία. Το καλώδιο είναι ένα έργο που έχει εν μέρει χρηματοδοτηθεί από την ΕΕ και εντάσσεται στα κοινού ενδιαφέροντος. Πρόθεσή μας είναι να συνεχιστεί κανονικά η έρευνα και η πόντιση του καλωδίου».

Προσέθεσε ότι το έργο αυτό προστατεύεται από το διεθνές δίκαιο και δεν απαιτεί άδεια: «Ολόκληρη η Μεσόγειος είναι σπαρμένη από καλώδια. Το έργο δεν μπορεί να παρεμποδιστεί από το διεθνές δίκαιο». Από το διεθνές δίκαιο σίγουρα όχι. Από την Τουρκία όμως;

Μέσα σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κώστας Τασούλας επέλεξε να απευθύνει ένα μήνυμα αισιοδοξίας από το βήμα του Οικονομικού Forum των Δελφών. Τόνισε τη σημασία της γνώσης της Ιστορίας ως πηγή αυτοπεποίθησης για το παρόν και το μέλλον, υπενθυμίζοντας ότι η Ελλάδα διαχρονικά έχει επιδιώξει να παραμείνει συνδεδεμένη με τον δυτικό κόσμο. Δεν πρόκειται για δουλοπρεπή στάση, όπως είπε, αλλά για στρατηγική επιλογή προς όφελος του ελληνικού συμφέροντος. Από την καταστροφή της Σμύρνης μέχρι σήμερα, η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει ως κύριο μέλημα να αποφύγει την απομόνωση και να διασφαλίσει ότι η χώρα θα παραμείνει στο επίκεντρο των διεθνών εξελίξεων, με συμμάχους και στρατηγική διορατικότητα.

«Όχι σε έρευνες και σε καλώδια σε Κύπρο και Κρήτη χωρίς τη δική μας έγκριση»

Πηγές από το τουρκικό Υπουργείο Άμυνας εξέφρασαν τη σφοδρή αντίθεσή τους στο έργο του ηλεκτρικού καλωδίου που σχεδιάζεται να συνδέσει την Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ μέσω της Ανατολικής Μεσογείου. Σύμφωνα με τις δηλώσεις τους, θεωρούν ότι η υλοποίηση ενός τέτοιου έργου είναι αδύνατη χωρίς τη συναίνεση της Τουρκίας και της «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου (τδβκ)», υποστηρίζοντας ότι η Τουρκία διαθέτει τη μεγαλύτερη ακτογραμμή στην περιοχή και άρα έχει άμεσο ενδιαφέρον και λόγο για κάθε σχεδιασμό που αφορά τις θαλάσσιες ζώνες δικαιοδοσίας.

Όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, δεν είναι αποδεκτό τρίτα μέρη, όπως η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία (την οποία αναφέρουν ως «ελληνοκυπριακή διοίκηση»), να επιμένουν στη συνέχιση έργων τα οποία χαρακτηρίζουν «μη πραγματοποιήσιμα» και «προκλητικά», ειδικά όταν αυτά σχεδιάζονται χωρίς τη συναίνεση της Άγκυρας και σχετίζονται με περιοχές που η Τουρκία θεωρεί ως μέρος της δικής της θαλάσσιας δικαιοδοσίας. Προσθέτουν ότι δεν υπάρχει καμία μεταβολή στη στάση τους απέναντι σε τέτοιες ενέργειες, οι οποίες -κατά την τουρκική οπτική- παραβλέπουν τα δικαιώματα και τα συμφέροντα της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Παράλληλα, τονίζουν πως η Άγκυρα παραμένει αμετακίνητη στις θέσεις της και θα συνεχίσει να ενεργεί όπως και στο παρελθόν σε παρόμοιες περιπτώσεις, υπογραμμίζοντας πως είναι αποφασισμένη να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία των Τουρκοκυπρίων, αλλά και για τη διαφύλαξη της ισορροπίας και της ασφάλειας στην περιοχή. Επισημαίνουν επίσης ότι δεν βρίσκουν κανένα νόημα στη συνέχιση των προσπαθειών για την υλοποίηση του ηλεκτρικού καλωδίου χωρίς την εμπλοκή της Τουρκίας.

Σε ακόμα πιο αυστηρό τόνο, οι ίδιες πηγές αναφέρουν πως η Τουρκία δεν θα διστάσει να ασκήσει τα δικαιώματα και τις εξουσίες που απορρέουν από το καθεστώς εγγυήτριας δύναμης της Κύπρου, εφόσον διαπιστώσει ότι οι ενέργειες της Κυπριακής Δημοκρατίας συνιστούν απειλή για την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων ή για τη σταθερότητα στο νησί. Διαμηνύουν πως κάθε απόπειρα που θα αγνοήσει την τουρκική παρουσία ή θα επιχειρήσει να πλήξει τα συμφέροντα της «τδβκ» θα αντιμετωπιστεί με αποφασιστικότητα, με χρήση κάθε μέσου που διαθέτει η Τουρκία.

Επιπλέον, το τουρκικό Υπουργείο Άμυνας κλήθηκε να τοποθετηθεί και επί φημών που κυκλοφορούν περί ίδρυσης νέας τρομοκρατικής οργάνωσης εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία φέρεται να έχει στόχο την Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό, οι τουρκικές στρατιωτικές πηγές προχώρησαν σε σχολιασμό των εκδηλώσεων και μηνυμάτων που στάλθηκαν από την Κυπριακή Δημοκρατία και την Ελλάδα για την επέτειο ίδρυσης της ΕΟΚΑ την 1η Απριλίου 1955. Κατηγόρησαν ευθέως τους Ελληνοκύπριους και την ελληνική πλευρά ότι εξυμνούν μια οργάνωση που, όπως ισχυρίζονται, επιδίωξε την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και διέπραξε «γενοκτονία» εις βάρος των Τουρκοκυπρίων.

Προχωρώντας σε περαιτέρω αιχμές, υποστηρίζουν ότι στις σημερινές συνθήκες, η «εχθρότητα» προς τους Τούρκους αυξάνεται εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας και κατηγορούν την ελληνοκυπριακή κοινωνία ότι μεταφέρει την ιδέα της ένωσης στις νέες γενιές μέσω της οικογένειας, του εκπαιδευτικού συστήματος, της εκκλησίας και του στρατού. Οι πηγές καταλήγουν με την προειδοποίηση ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να επιτρέψει οποιαδήποτε πράξη βίας κατά των Τουρκοκυπρίων ή παραβίαση της «κυριαρχίας της τδβκ», και ότι οποιαδήποτε νέα οργάνωση στραφεί κατά της τουρκικής παρουσίας στην Κύπρο, θα έχει, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά, «την ίδια τύχη με τους προκατόχους της».

Απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.