Ο Γερμανός καγκελάριος επισκέπτεται την Αθήνα, ο ελληνικός λαός οφείλει να απαιτήσει τα δικαιώματά του

Οι συζητήσεις και πάλι «Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε»

Της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη            

Ο ένας μετά τον άλλον έρχονται και αποχωρούν από την Ελλάδα  οι  εκάστοτε αξιωματούχοι  της Γερμανίας. Στα πλαίσια αυτών των επισκέψεων,  λαμβάνουν χώρα συζητήσεις περί ανέμων και υδάτων ανάμεσα στους Γερμανούς αξιωματούχους και τους δικούς μας κυβερνητικούς.  Και πάλι τώρα  αναμένεται  τις αμέσως προσεχείς μέρες η επίσκεψη στην Αθήνα του Γερμανού καγκελάριου Σόλτς, ενώ η ατζέντα συζητήσεων, όπως ανακοινώθηκε, προβλέπει ένα ποτ-πουρί (λίγο απ’ όλα).

Παρότι δεν είναι λογικές οι όποιες αισιόδοξες προβλέψεις,   αναφορικά με το περιεχόμενο των συνομιλιών της  αναμενόμενης συνάντησης, καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών, είτε αποσιωπούν  το επίμαχο θέμα, είτε το θέτουν με τρόπο χλιαρό, διστακτικό  και δειλό, ωστόσο θα αναφερθώ σε αυτό.

Πρόκειται, για το μακροχρόνιο σκάνδαλο των τεραστίων διαστάσεων γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα, που προκύπτουν από το υποχρεωτικό κατοχικό δάνειο, αλλά και από τις άγριες καταστροφές που προκάλεσαν οι Ναζί στην Ελλάδα. Πρόκειται, ακόμη, και για τα χρέη από τα κλεμμένα μνημεία και έργα τέχνης, που κατακρατούνται παράνομα και που εκτίθενται,  προς θαυμασμό, σε διάφορα μουσεία γερμανικών πόλεων. Δεν θα σταθώ στο ποσό στο οποίο ανέρχονται αυτά  τα γερμανικά χρέη.

Οπωσδήποτε είναι δυσθεώρητα με όποιους υπολογισμούς και αν μετρηθούν. Και οπωσδήποτε είναι σε θέση να σώσουν την Ελλάδα από τα πολλαπλά οικονομικής υφής μαρτύριά της. Αλλά, και οπωσδήποτε, τα χρέη αυτά υπερβαίνουν κατά παρασάγγας   τα δικά μας  προς τη Γερμανία.

Είναι ξεκάθαρο, ότι η  απαίτηση  απόδοσης αυτών των χρεών, που δεν έχουν παραγραφεί και που η Γερμανία δεν αρνείται ότι τα κατακρατά, είναι ανεξάρτητη από πολιτικές τοποθετήσεις  δεξιάς, κεντρώας ή αριστεράς.  Διότι απλά, αυτή η απαίτηση  είναι καθαρά ελληνική.

Και ερωτάται, λοιπόν, για πολλοστή φορά από την γράφουσα, που είναι και μέλος της Επιτροπής του ΙΗΑ για την απόδοση των γερμανικών χρεών: για ποιον ακριβώς λόγο δεν απαιτούμε τα δίκαιά μας με νύχια και δόντια και νυχθημερόν,  κυρίως και επειδή ο λαός μας δεινοπαθεί με τα μνημόνια (γερμανικής πρωτίστως έμπνευσης), με τους πολέμους εναντίον της Ουκρανίας, αλλά και  πρόσφατα εναντίον της Ρωσίας, με τον πληθωρισμό, με την κορύφωση των ανισοτήτων κατανομής, που αναγγέλλει δραματικές καταστάσεις ανέχειας, πείνας ακόμη  και κρυοπαγημάτων εντός των κατοικιών, κ.ο.κ. Αλήθεια, γιατί;

Είναι ίσως κατανοητό  οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις να επιλέγουν «γαλατική ευγένεια» προς τους εταίρους, συμπεριλαμβανομένης και της Γερμανίας, και συνεπώς συμπεριφορά, για το επίμαχο θέμα, «φύγε κακό από τα μάτια του». Έχουν όμως αυτό το δικαίωμα;
Κατά την κρίση μου το θέμα των γερμανικών χρεών οφείλει να τεθεί σε εντελώς διαφορετική βάση, από αυτήν που υιοθετήθηκε  μέχρι σήμερα.

Συγκεκριμένα, πιστεύω ότι η σκέψη μου βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση, υποστηρίζοντας  ότι καμία ελληνική κυβέρνηση δεν είχε, δεν έχει και δεν θα έχει το δικαίωμα «κουκουλώματος των γερμανικών χρεών», διότι αυτά δεν ανήκουν στις κυβερνήσεις . Αυτά, αντιθέτως,  ανήκουν στα αμέτρητα και τραγικά θύματα των Ναζί, που απαιτούν δικαίωση, έστω και με αυτό τον τρόπο, έστω και μετά από 80 χρόνια, και ακόμη διότι αυτά ανήκουν στους εκάστοτε ζώντες Έλληνες, προκειμένου να περιοριστούν τα πολύπλευρα δεινά τους.

Οι ιδιωτικές πρωτοβουλίες, για την επιστροφή των γερμανικών χρεών, δεν είναι δυνατόν να τελεσφορήσουν. Γι’ αυτό, και ο ελληνικός λαός οφείλει να απαιτήσει τα δικαιώματά του, απέναντι στις κυβερνήσεις του, αλλά και να συνεργαστεί με τους Πολωνούς (που αργοπορημένα και αυτοί) έχουν πρόσφατα ξεσηκωθεί και απαιτούν απόδοση των  γερμανικών  χρεών.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.