Ο τουρκικός πανικός για τα F 16 αποκαλύπτει την ελληνική υπέροχη
Μία εξαιρετική και συγχρόνως εξαιρετικά αποκαλυπτική ανάλυση της κατάστασης του τουρκικού στρατού, δείχνει την αιτία για την εμμονή της Τουρκίας να αναβαθμίσει με κάθε τρόπο τα F 16 που διαθέτει, όπως έκανε η Ελλάδα έγκαιρα πριν από χρόνια. Το αίτημα της Τουρκίας για την αγορά 40 νέων μαχητικών αεροσκαφών F-16 και τον εκσυγχρονισμό επιπλέον 80 μαχητικών, είναι μία κίνηση απόγνωσης διότι οι Τούρκοι γνωρίζουν πως την συγκεκριμένη στιγμή βρίσκονται στο έλεος των Ελληνικών όπλων. Και αυτό είναι κάτι που η Ελλάδα πρέπει να το αξιοποιήσει πάσει θυσία, διεκδικώντας ότι της ανήκει και μην επιτρέποντας στην Τουρκία να δημιουργήσει κανένα τετελεσμένο στην Ανατολική Μεσόγειο.
Είναι η πρώτη φορά για την ακρίβεια που η Ελλάδα μπορεί να επιβάλει στο μέτωπο, ότι δικαιούται στο χαρτί.
Η Τουρκία, όπως αποκαλύπτει ο Ο Δρ. Can Kasapoglu στρέφεται προς τις Ηνωμένες Πολιτείες ως μία απέλπιδα προσπάθεια να αγοράσει μια παρτίδα νέων μαχητικών αεροσκαφών F-16V. Αυτή η κίνηση, είναι μια κίνηση δίχως αύριο.
Ο Kasapoglu, δεν είναι τυχαίο πρόσωπο. Εκτός από διευθυντής του Ερευνητικού Προγράμματος Ασφάλειας & Άμυνας στο EDAM και συνεργάτης στις «Ευρασιατικές Στρατιωτικές Υποθέσεις» στο Ίδρυμα Jamestown, ο Δρ. Kasapoglu είναι κάτοχος Ph.D. από το Τουρκικό Κολέγιο Πολέμου και διαθέτει M.Sci. πτυχίο από την Τουρκική Στρατιωτική Ακαδημία. Προηγουμένως ήταν υπότροφος του Αϊζενχάουερ στο Κολλέγιο Άμυνας του ΝΑΤΟ στη Ρώμη και είχε μια ερευνητική θέση στο Κέντρο Αριστείας στον Κυβερνοχώρο του ΝΑΤΟ στο Ταλίν.
Μιλάμε λοιπόν για έναν επιστήμονα ο οποίος γνωρίζει όσο λίγοι την πραγματικότητα για τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις αλλά και την γεωπολιτική διάσταση μίας περιφερειακής συγκρούσεις στην οποία ενδέχεται να εμπλακεί η ακόμα να προκαλέσει η Τουρκία. Η γνώμη του λοιπόν έχει εξαιρετική βαρύτητα.
Τα γεγονότα που ανατρέπουν τις ισορροπίες για την Τουρκία
Από τότε που η Τουρκία αγόρασε το ρωσικό σύστημα αεράμυνας S-400, έχει αποβληθεί από το πρόγραμμα F-35 Joint Strike Fighter και αναγκάστηκε να παρακολουθήσει τους γεωπολιτικούς ανταγωνιστές της να βελτιώνουν τις δυνατότητές τους στην Πολεμική αεροπορία. Η Τουρκία πιστεύει ότι η προμήθεια των F-16V είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της αεροπορικής της δύναμης στην επόμενη δεκαετία.
Διακυβεύονται όμως πολύ περισσότερα από τα βραχυπρόθεσμα σχέδια της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας. Με τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν να κοιτάζει τους διατλαντικούς δεσμούς της Τουρκίας, μια άρνηση του Κογκρέσου για τη συμφωνία για τα F-16V θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια αλλαγή στον στρατηγικό προσανατολισμό της Τουρκίας ως σύμμαχου του ΝΑΤΟ. Το αποτέλεσμα της συμφωνίας F-16V θα μπορούσε να ενδυναμώσει ή να σπάσει τη συμμαχία της Τουρκίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες!
Η Τουρκία χρειάζεται πολύ την αναβάθμιση F-16V. Η ανάλυση λοιπόν αυτή του καθηγητή που ουσιαστικά αποτελεί τελεσίγραφο της Τουρκίας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, φανερώνει τον τουρκικό πανικό που φτάνεις στο σημείο να εκβιάζει την Αμερική ακόμα και να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ εάν δεν πάρει το συμβόλαιο.
Η τουρκική Πολεμική Αεροπορία έχει τεχνολογικές ελλείψεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγάλες αποτυχίες εάν δεν αντιμετωπιστούν επαρκώς. Ελλείψεις που θα αποδειχτούν καίριες σε ενδεχόμενη σύρραξη.
Η ευκαιρία της Τουρκίας να αγοράσει F-35 Lightning II χάθηκε μετά την αγορά του ρωσικού συστήματος S-400. Η αποβολή της από το πρόγραμμα διέλυσε τις πιθανότητες της Τουρκίας να πετάξει με αεροσκάφη πέμπτης γενιάς μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2020. Ακόμη χειρότερα, το τουρκικό εγχώριο μαχητικό αεροσκάφος Milli Muharip Uçak (MMU, πρώην TF-X) αντιμετωπίζει κρίσιμες δυσκολίες, ειδικά στον τομέα των κινητήρων. Η Τουρκία θα πετάξει το πρώτο αεροσκάφος με κινητήρες που θα αποκτηθούν «από το ράφι», ενώ ελπίζει να αναπτύξει έναν εγχώριο κινητήρα για τις μεταγενέστερες παρτίδες.
Τα προβλήματα του τουρκικού μαχητικού MMU δεν περιορίζονται στον κινητήρα. Τα μοντέλα πρώιμης παραγωγής θα είναι πλατφόρμες 4++ γενιάς και όχι μαχητικά πέμπτης γενιάς. Αυτά τα αεροπλάνα δεν θα φτάσουν σε σημαντικό αριθμό μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030 ή αργότερα, οπότε τα αεροσκάφη έκτης γενιάς θα τεθούν σε υπηρεσία από τις κορυφαίες αεροπορικές δυνάμεις του κόσμου. Δηλαδή, ότι και να γίνει, ακόμα και δικό της κινητήρα να αναπτύξει η Τουρκία για τα αεροσκάφη της, θα βρίσκεται πάντα μια γενιά πίσω.
Σήμερα, η τουρκική αεροπορία βασίζεται στα F-16 Fighting Falcons τέταρτης γενιάς χωρίς αναμενόμενες αναβαθμίσεις 4,5 γενιάς, όπως σοφά έπραξε η Ελλάδα το 2016. Ενώ η Τουρκία αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις, οι γεωπολιτικοί της αντίπαλοι σημειώνουν μεγάλη πρόοδο. Η Ελλάδα έχει οριστικοποιήσει μια συμφωνία για το αεροσκάφος Rafale με τη Γαλλία, μαζί με προηγμένες λύσεις για το Πολεμικό Ναυτικό.
Η Αθήνα συνεργάζεται επίσης με τη Lockheed Martin για τον εκσυγχρονισμό περισσότερων από ογδόντα F-16 στην παραλλαγή F-16V. Η Ελλάδα θα αποκτήσει και μαχητικά stealth F-35. Η τουρκική Πολεμική Αεροπορία μπορεί κάλλιστα να βρεθεί να πετάει με απαρχαιωμένα F-16 τέταρτης γενιάς τη δεκαετία του 2030 εναντίον μιας εκσυγχρονισμένης ελληνικής αεροπορίας.
Κατά τα άλλα, η κοντόφθαλμη απόφαση εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας να ευθυγραμμιστεί με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και τη Χαμάς στη Μέση Ανατολή έχει φέρει την Ελλάδα σε γεωπολιτική θέση ισχύος. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ισραήλ και η Αίγυπτος τάχθηκαν στο πλευρό της Ελλάδας μέσω αμυντικών συνεργασιών. Η Τουρκία βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
Το S-400 δεν αρκούν
Ακόμη και το ισχυρό Ρώσικο σύστημα εδάφους-αέρος S-400 (SAM) έχει περιορισμένη ικανότητα αντιστάθμισης των ελλείψεων της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας. Πρώτον, το S-400 της Τουρκίας είναι ένα «αυτόνομο» σύστημα χωρίς δικτυωμένη αρχιτεκτονική αεράμυνας. Σε αντίθεση με τις διαμορφώσεις SAM της Ρωσίας, δεν υπάρχει συστοιχία πυραύλων SA-17 ή Pantsir για να υποστηρίξει το σύστημα, καθιστώντας το εξαιρετικά ευάλωτο στην καταστολή των εχθρικών χτυπημάτων αεράμυνας (SEAD) από πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς και εκτοξευόμενους πύραυλους κρουζ.
Δεύτερον, λόγω διαφόρων ασυμβατοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των αναντιστοιχιών συνδέσμων δεδομένων, τα S-400 της Τουρκίας δεν μπορούν να λειτουργήσουν παράλληλα με τα αεροσκάφη πληροφοριών που κατασκευάζονται από την τουρκική αεροπορία ή ακόμα και τα F-16. Αφού και οι δύο τύποι είναι προσανατολισμένοι να συνεργάζονται με τα νατοϊκά συστήματα.
Πρακτικά, οι S-400 της Τουρκίας μπορεί να έχουν λίγες πιθανότητες να επιβιώσουν σε μια σύγκρουση, εάν οι ανταγωνιστές της Τουρκίας χρησιμοποιήσουν αεροσκάφη πέμπτης γενιάς.
Ούτε το τουρκικό ναυτικό μπορεί να δώσει τη νίκη σε μία ελληνο-τουρκική σύγκρουση
Η Τουρκία διατηρεί ένα σαφές πλεονέκτημα έναντι της Ελλάδας στη ναυτική ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Τέσσερις γηγενείς κορβέτες έχουν τεθεί σε υπηρεσία τα τελευταία χρόνια, ενώ σύντομα θα ακολουθήσουν τέσσερις προηγμένες φρεγάτες κατηγορίας I με αντιαεροπορικές δυνατότητες.
Το Τουρκικό Ναυτικό πρόκειται επίσης να παραλάβει σύντομα το διαμάντι του, το αποβατικό TCG Anadolu Amphibious Assault Vessel. Ο τούρκος κατασκευαστής των μη επανδρωμένων drones Baykar εργάζεται τώρα πάνω στο Bayraktar TB-3, ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος μάχης με διπλωμένα φτερά και μεγαλύτερη χωρητικότητα ωφέλιμου φορτίου μάχης από το Bayraktar TB-2. Το MIUS, μια πιο φιλόδοξη πλατφόρμα με κινητήρα τζετ και αεροδυναμικά σχεδιαστικά χαρακτηριστικά χαμηλής διατομής ραντάρ, θα ξεκινήσει τις αρχικές πτητικές του δοκιμές το 2023. Προκειμένου να μπορούν να μεταφέρονται με τα τουρκικά πολεμικά πλοία.
Η Τουρκία θα λάβει επίσης έξι υποβρύχια κλάσης Reis, τα επόμενα πέντε χρόνια. Η κατηγορία βασίζεται στη σχεδίαση τύπου 214 της Γερμανίας. Τέλος, το ναυτικό ξεκίνησε πρόσφατα τη λειτουργία του μη επανδρωμένου εναέριου συστήματος Aksungur της Turkish Aerospace Industries (TUSAŞ). Το Aksungur θα συμμετάσχει σε αποστολές ανθυποβρυχιακού πολέμου και θαλάσσιας περιπολίας.
Σε αντάλλαγμα, το Παρίσι θα ενισχύσει το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό με νέες φρεγάτες τα επόμενα χρόνια. Οι πλατφόρμες των φρεγατών θα είναι εξοπλισμένες με πολλαπλασιαστές δύναμης όπως το σύστημα αεράμυνας και πυραυλικής άμυνας Aster-30 Block-1, αντιπλοϊκούς πυραύλους Exocet MM40 Block 3C και υπερσύγχρονο ραντάρ SeaFire της Thales. Ωστόσο, μερικές σύγχρονες φρεγάτες δεν μπορούν να αλλάξουν τον ναυτικό συσχετισμό δυνάμεων, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη τον εδραιωμένο ναυπηγικό τομέα της Τουρκίας και την εγχώρια ικανότητα παραγωγής πυρομαχικών. Σε αντίθεση με τα ελληνικά ναυπηγεία και την ελληνική αμυντική βιομηχανία η οποία απαξιώνεται συνεχώς, αντί να αποτελεί πρώτη προτεραιότητα για εμφανείς πλέον λόγους.
Ωστόσο, η απουσία επαρκούς τουρκικής πολεμικής αεροπορίας θα υπονόμευε κάθε ναυτική επιχείρηση. Σε περίπτωση που οι ανταγωνιστές της Τουρκίας διεκδικήσουν τους ουρανούς κατά την έναρξη μιας εναέριας-θαλάσσιας μάχης, τα πλοία του Τουρκικού Ναυτικού θα εκτεθούν επικίνδυνα στις πυραυλικές επιθέσεις των αντιπάλων. Η τεχνολογική υπεροχή της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας είναι αδιαμφισβήτητη και το τουρκικό ναυτικό δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτή.
Η προσπάθεια της Τουρκίας να παρακάμψει τις κυρώσεις CAATSA
Παρά τις το νόμο για την αντιμετώπιση των αντιπάλων της Αμερικής μέσω των κυρώσεων (CAATSA), η Άγκυρα μπορεί ακόμα να εξασφαλίσει νομικά τη συμφωνία για τα F-16V. Η Τουρκία έχει δύο μεγάλες οδούς προμηθειών. Το Γραφείο Προμηθειών του Υπουργείου Άμυνας που επιβλέπει τις ξένες στρατιωτικές πωλήσεις παρέχει την πρώτη διέξοδο. Η Προεδρία των Αμυντικών Βιομηχανιών (SSB) ελέγχει τις στρατιωτικές-βιομηχανικές θυγατρικές και διαχειρίζεται κυρίως έργα στα οποία εμπλέκεται η αμυντική τεχνολογία και η βιομηχανική βάση της Τουρκίας. Το SSB τελεί υπό τις κυρώσεις της CAATSA λόγω της απόκτησης των S-400. Ωστόσο, η οδός για την προμήθεια του νέου «πακέτου» F-16V δια μέσου του τουρκικού Υπουργείου Άμυνας είναι ανοιχτή.
Ωστόσο, το Κογκρέσο των ΗΠΑ έχει τη νομική εξουσία να εμποδίσει την πώληση. Εάν η Τουρκία αντιμετωπίσει την άρνηση του Κογκρέσου, τότε η τουρκική Πολεμική Αεροπορία θα πρέπει να αντιμετωπίσει την καταιγίδα της επόμενης δεκαετίας από μειονεκτική θέση. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσει έναν γηρασμένο στόλο μαχητικών αεροσκαφών ενάντια σε αντιπάλους που εκσυγχρονίζονται.
Στο χειρότερο σενάριο, το Κρεμλίνο θα δει πιθανώς ένα ιστορικό παράθυρο για να κεφαλαιοποιήσει τη δυσαρέσκεια της Τουρκίας εάν το Κογκρέσο μπλοκάρει την πώληση. Η Τουρκία, στην περίπτωση που δεν θα μπορέσει να αποκτήσει τα νέα F 16, πιθανότατα θα επιλέξει να προμηθευτεί αμέσως τη δεύτερη παρτίδα των ρωσικών S-400. Μια δεύτερη αγορά θα περιλάμβανε πιθανότατα μεταφορά τεχνολογίας και βιομηχανική παραγωγή στην Τουρκία και όχι ένα απλό συμβόλαιο αγοράς όπως έγινε με την πρώτη παρτίδα. Η Τουρκία μπορεί ακόμη και να επιλέξει να αγοράσει αεροσκάφη από τη Ρωσία. Ο επικεφαλής προμηθειών της Τουρκίας, Ισμαήλ Ντεμίρ, δήλωσε δημόσια ότι τα Su-35 και ακόμη και τα μαχητικά Su-57 δεν έχουν αποκλειστεί.
Μπορεί αυτές οι δηλώσεις να εκλαμβάνονται ως εκβιασμός προς τις ΗΠΑ, ουδείς όμως μπορεί να αμφισβητήσει την «ειλικρίνεια» των τουρκικών προθέσεων, ειδικά μετά την τετελεσμένη απόκτηση των S 400.
Η Ρωσία παρακολουθεί επίσης το πρόγραμμα παραγωγής των μαχητικών αεροσκαφών της Τουρκίας εδώ και αρκετό καιρό για να προσφέρει τον κινητήρα RD-33MK που τροφοδοτεί τα μαχητικά αεροσκάφη MiG-35 και MiG-29 M/M2. Αυτό πιθανότατα θα οδηγούσε σε μεγάλους Τούρκους κατασκευαστές άμυνας, όπως η TUSAŞ, η Aselsan και η Roketsan, να αποτελέσουν νέο στόχο των κυρώσεων της CAATSA εάν εμπλέκονταν σε σημαντικές συναλλαγές με τους Ρώσους.
Στο χειρότερο σενάριο, περαιτέρω κυρώσεις θα μπορούσαν να βλάψουν τη μοναδική εναπομείνασα οδό εξαγοράς μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του Γραφείου Προμηθειών του Υπουργείου Άμυνας της Τουρκίας. Εάν συμβεί αυτό, το αμυντικό σύστημα της Τουρκίας θα αποκοπεί από το ΝΑΤΟ.
Το αίτημα εκσυγχρονισμού των F-16V της τουρκικής διοίκησης υπερβαίνει κατά πολύ τη σφαίρα μιας απλής συμφωνίας εξοπλισμών. Κατά ειρωνικό τρόπο, ήταν το F-16 Fighting Falcon που κάποτε επισφράγισε την «ειδική» στρατιωτική συμμαχία μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένων Πολιτειών. Δεκαετίες αργότερα, οι νέες πωλήσεις F-16 μπορεί να σφραγίσουν τη μοίρα των τουρκοαμερικανικών στρατηγικών δεσμών, καθώς και τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της Τουρκίας.
Καθίσταται λοιπόν αυτοσκοπός για την Ελλάδα η παρεμπόδιση της απόκτησης των νέων αεροσκαφών από την Τουρκία, τόσο για γεωπολιτικούς όσο και για καθαρά αμυντικούς λόγους. Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει το πάνω χέρι και θα πρέπει να το κρατήσει.