”Ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται” λέει μια ελληνική παροιμία. Και ”λύκος” δεν είναι μόνο ο Ταγίπ Ερντογάν για τον Ελληνισμό, αλλά και ο Έντι Ράμα, ο φίλος του πρωθυπουργός της Αλβανίας.
”Γκρίζοι” ή μη είναι ”Λύκοι” αμφότεροι που παριστάνουν τα πρόβατα μέχρι να πετύχουν το σκοπό τους: την είσοδό τους στην ΕΕ. Λύκοι που συνδέονται πλέον (από το καλοκαίρι του ’20) με ”συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας” για κάλυψη των εξοπλιστικών αναγκών της Αλβανίας.
Απότοκος της συμφωνίας αυτής είναι η απόφαση της Αλβανίας στις αρχές του τρέχοντα μήνα να αγοράσει από την Τουρκία στρατιωτικά drones (αξίας 8,2 εκατομμυρίων ευρώ) της τουρκικής εταιρείας Baykar Defence, ιδιοκτησίας της οικογένειας του γαμπρού του Ταγίπ Ερντογάν Σελτσούκ Μπαϊρακτάρ.
Ας σημειωθεί ότι τον Φεβρουάριο του έτους που διανύουμε η Τουρκία ανακοίνωσε το άνοιγμα νέου προξενείου στον Αυλώνα, ενώ το Δημοκρατικό κόμμα της Αλβανίας (του πρώην πρωθυπουργού Σαλί Μπερίσα) υπέγραψε συμφωνία μαζί της για υπεράσπιση (πρώτη φορά στα χρονικά) όλων των διεκδικήσεων των τσάμηδων.
Συμφωνία με την οποία ο νέος αρχηγός του Λουλζίμ Μπασά υιοθέτησε (κατά δήλωση του Σπετίμ Ιντρίζι, προέδρου του κόμματος των Αλβανοτσάμηδων – PDIU) όσα απέρριψαν κατά το παρελθόν οι Μπερίσα και Ράμα: Το ”ζήτημα της τσαμουριάς”, δηλαδή, και των ”τσάμηδων”.
Των άθλιων φίλων και συνεργατών των Ναζί, οι απόγονοι των οποίων παρουσιάζουν τους πατεράδες τους σήμερα ως ήρωες που έπεσαν θύματα ελληνικών εθνοκαθάρσεων, ενώ ήταν αποδεδειγμένα προδότες. Ήταν κοινοί εγκληματίες πολέμου (σφαγή των 49 προκρίτων της Παραμυθιάς Θεσπρωτίας με αρχηγό τους τον Τζεμίλ Ντίνο, 29-9-1943 κλπ) και κατατρομοκρατούσαν τον ελληνικό πληθυσμό της Ηπείρου στα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής.
Εβδομήντα Οκτώ χρόνια από τότε, οι τσάμηδες εξακολουθούν να έχουν ενεργή συμμετοχή σήμερα στις εν εξελίξει προσπάθειες αφελληνισμού της Βορείου Ηπείρου με αιχμή του δόρατος του αλβανικού σχεδίου την υφαρπαγή ελληνικών περιουσιών. Σχεδίου που διευκολύνει την φιλότουρκη κυβέρνηση Ράμα να αλλοιώσει τη πληθυσμιακή σύσταση της περιοχής περαιτέρω.
Και το περαιτέρω έχει τη σημασία του, αφού απ’ τον Μάρτιο ακόμα του περασμένου χρόνου είχε μπει σε εφαρμογή το σχέδιο του Αλβανού πρωθυπουργού – με υπόδειξη του φίλου του Ερντογάν – για εποικισμό των περιοχών της ελληνικής μειονότητας από 30.000 Πακιστανούς μετανάστες.
Δημογραφική αλλοίωση δηλαδή ”καραμπινάτη”, που περιελάμβανε εξαναγκασμό – σε συνέχεια εκείνου που άσκησαν οι εντεταλμένοι της αλβανικής κυβέρνησης το 2016 – απέναντι στην αβοήθητη απ’ το ελληνικό κράτος Ομογένεια με σκοπό να εξαναγκαστούν οι Βορειοηπειρώτες αδελφοί μας να ξεπουλήσουν τις περιουσίες τους στους εντολοδόχους του καθεστώτος Ράμα Αλβανούς επιχειρηματίες.
Έτσι αρχίζει να ξεριζώνεται σιγά σιγά άλλη μια ιστορική κοιτίδα του Ελληνισμού η οποία — αν και είχε απελευθερωθεί τρεις φορές απ’ τον ελληνικό στρατό (1913, 1914, 1940) — κατέληξε σε αλβανικά χέρια με μεσολάβηση της Αυστροουγγαρίας και προπάντων της Ιταλίας, που ήθελε να ενισχύσει το νεοσύστατο τότε Αλβανικό κράτος-δορυφόρο της.
Για να επανέλθω όμως στο θέμα της υφαρπαγής των περιουσιακών στοιχείων των Βορειοηπειρωτών απ’ το αλβανικό κράτος το ’16, θα πρέπει να σημειώσω ότι τον αέρα θρασύτητας που είχαν τα Όργανα Τάξης της Αλβανίας στο ζήτημα των… απαλλοτριώσεων της ελληνικής Ομογένειας τον πήραν έμμεσα (και τον διατηρούν μέχρι σήμερα) απ’ την υποστηρικτική στάση του ΕΔΑΔ, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η στάση του τελευταίου να βάλει στον πάγο τα αιτήματα-διαμαρτυρίες των Ελλήνων Ομογενών οι οποίοι ζητούσαν νομική προστασία απ’ τις αρπακτικές διαθέσεις του αλβανικού καθεστώτος ήταν το λιγότερο άδικη και μεροληπτική απ’ τη στιγμή που υπήρχε πλήθος αποδεικτικών στοιχείων τα οποία τους δικαίωναν πανηγυρικά αποκαλύπτοντας το σχέδιο της αλβανικής κυβέρνησης για αφελληνισμό της Βορείου Ηπείρου.
Έπειτα είναι και το άλλο. Το ΕΔΑΔ επικαλέστηκε τότε την ιδιαιτερότητα και τα κενά στην αλβανική νομοθεσία που δεν του επέτρεπαν να βγάλει απόφαση, κάτι που άφηνε ελεύθερο το πεδίο για πρόκριση πολιτικής λύσης στο θέμα των περιουσιών των Ελλήνων Ομογενών.
Στις εκλογές όμως του Απριλίου του ’21 επανεξελέγη ο Έντι Ράμα σε ένα φορτισμένο ακόμα πολιτικό περιβάλλον για τους Βορειοηπειρώτες απ’ τη δολοφονία του Κωνσταντίνου Κατσίφα το ’18 και με ζωντανά στη μνήμη των ανθρώπων τα θλιβερά επακόλουθα.
Επακόλουθα που συνόδευαν τις επετείους από τον θάνατό του και έδειχναν ότι ο Αλβανός πρωθυπουργός δεν έχει εγκαταλείψει τις παλιές μεθοδεύσεις του, για να τελειώσει μια και καλή με τις περιουσίες των κατοίκων της Βορείου Ηπείρου.
Μπροστά στα δεδομένα αυτά η Ελλάδα καλείται να αφυπνιστεί, γιατί – παρασυρμέρνη απ’ τη δίνη της πανδημίας – έχει αφήσει τον έλεγχο, εξ ευωνύμων και εκ δεξιών της, στους Αλβανούς και τους Τούρκους, με αποτέλεσμα να τείνει να συνθλιβεί απ’ το μουσουλμανικό τόξο.
Κι αυτό δεν είναι υπερβολή, δυστυχώς, αλλά μια μεγάλη αλήθεια, καθώς – στην περίπτωση των Βορειοηπειρωτών – η στάση της είναι ηθικά και εθνικά ανεπίτρεπτη, γιατί:
• Εκδήλωσε εθνική απάθεια στην υπόθεση του Κωνσταντίνου Κατσίφα και δεν αντέδρασε στην άθλια συμπεριφορά των εντεταλμένων του αλβανικού κράτους απέναντι στους δοκιμαζόμενους απ’ το καθεστώς Ράμα Βορειοηπηρώτες.
• Ανέχθηκε, τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους, τις μεθοδεύσεις των αλβανικών Αρχών και τις ψυχολογικές πιέσεις που άσκησαν εναντίον εκείνων που βιάζονταν να περάσουν τις μεθοριακές διαβάσεις για να μεταβούν από την Ελλάδα στους τόπου καταγωγής τους λόγω εκλογών και να ενισχύσουν τις βορειοηπειρωτικές υποψηφιότητες με την ψήφο τους.
• Δεν αντέδρασε στις αλβανικές αυθαιρεσίες και τις παράνομες νομοθετικές ενέργειες της κυβέρνησης Ράμα, που σχετίζονταν με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των κατοίκων της Βορείου Ηπείρου.
• Δεν αντέδρασε, προπαντός, στην τρομοκρατία που ασκεί εξακολουθητικά το φιλότουρκο αλβανικό καθεστώς σε βάρος των Βορειοηπειρωτών, με αποτέλεσμα να σέρνονται στα δικαστήρια ή να δολοφονούνται οι πιο μαχητικοί εξ αυτών, επειδή δεν δέχονται να διαπραγματευτούν την πίστη και την εθνική τους ταυτότητα.
Όλα αυτά, δυστυχώς, που είναι δείγματα κακώς εννοούμενης ανοχής της ελληνικής κυβέρνησης σε βάρος του δικαίου των Ομογενών μας, έχουν αποθρασύνει εντελώς τον αλβανικό εθνικισμό αφήνοντας στο έλεος των Αλβανών ”Γκρίζων Λύκων” την ευάλωτη και εγκαταλελειμμένη απ’ τους πάντες Ελληνική Εθνική Μειονότητα…
Η απάντηση στα ερωτηματικά που υπάρχουν για την ”άψογη” (με την έννοια της ουδετερότητας) – ποντιοπιλατική, στην ουσία – στάση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στους Έλληνες μειονοτικούς της Αλβανίας κρύβεται στην έκθεση πορισμάτων έρευνας που διεξήγαγε το ΕΛΙΑΜΕΠ από κοινού με το αλβανικό OSFA (Ίδρυμα για την Ανοιχτή Κοινωνία της Αλβανίας).
Στην έκθεση του Μαρτίου βγήκαν αβίαστα συμπεράσματα (παρόμοια με εκείνα στα οποία μας είχε οδηγήσει το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής τον Μάιο για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις). Συμπεράσματα που δείχνουν με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο τις επιλογές της Εξωτερικής μας πολιτικής στα εθνικά θέματα.
Και οι επιλογές αυτές συμφύρονται, δυστυχώς, σε δυο λέξεις: ”εθνικές υποχωρήσεις”. Η ”συμφωνία των Πρεσπών” έγινε, προφανώς, οδοδείκτης για όλα ανεξαιρέτως τα εθνικά θέματα με πολιορκητικό κριό εκδήλωσης των κυβερνητικών προθέσεων το συμβουλευτικό όργανο (ΕΛΙΑΜΕΠ) του ΥΠΕΞ και του Μαξίμου.
Η πρόφαση είναι σοβαρή: ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ τόσο για τα ελλαδικά όσο και στα ελληνοκυπριακά ζητήματα, η μέριμνα για τα οποία έχει ήδη ”παγώσει” γιατί ”η Κύπρος κείται μακράν” και το 2021. Οπότε ποίαν χρείαν έχομεν μαρτύρων για το ότι θα εγκαταλειφθεί και πάλι στην τύχη της με επικαρπωτή τον δήμιό της;
Από εκεί και ύστερα όλα θα πάρουν το δρόμο τους βάσει των ευρημάτων των ερευνών στην περίπτωση των ελληνοαλβανικών και των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να περιμένουμε επανάληψη της πολιτικής… ευελιξίας που γνωρίσαμε επί ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ και επί ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα.
”Προοδευτικά” κόμματα που αρχίζουν να συγκλίνουν επικίνδυνα στα εθνικά θέματα με την ”πατριωτική” Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία – υπό το πέπλο του covid 19 και με επίκεντρο το κυνήγι των αντιεμβολιαστών – τείνει ευήκοα ώτα στην ενισχυμένη διάθεση των γειτονικών λαών (Αλβανών και Τούρκων) – βάσει της έρευνας του ΕΛΙΑΜΕΠ – για βελτίωση των σχέσεών τους με την Ελλάδα, αρκεί να υποχωρήσει αυτή στο θέμα της αποζημίωσης των τσάμηδων και της ”συνεκμετάλλευσης” με τους Τούρκους στο Αιγαίο.
Κάτι που αποδεικνύει με τον πιο καθαρό τρόπο ότι η ”πολιτική της ευελιξίας” (η ”πολιτική του κατευνασμού”, δηλαδή) – την οποία προωθούν υπόγεια οι σύμβουλοι του πρωθυπουργού – σαλπίζει εθνική υποχώρηση και διαμορφώνει δυσοίωνες προοπτικές για την μελλοντική εξέλιξη του Ελληνισμού και την επιβίωσή του…
Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)