Η Κριστίν Λαγκάρντ έκανε σήμερα μια προωθημένη, και βαθιά πολιτική, παρέμβαση: Εβαλε στο τραπέζι της ευρωζώνης πρόταση για μόνιμο μηχανισμό απ’ ευθείας επιδοτήσεων. Όπως έγραψαν οι Financial Times, η πρόεδρος της ΕΚΤ ζήτησε από την Ε.Ε. να γίνει μόνιμο το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. –στην πράξη, δηλαδή, πρότεινε την δημιουργία ενός μηχανισμού που θα οδηγούσε στην θεσμοθέτηση της άτυπης έκδοσης ευρωομολόγων.

Πρόκειται για μια πρόταση που ανοίγει νέα ατζέντα συζήτησης και συμμαχιών στην Ευρώπη, αλλά η Ελλάδα δείχνει – για μια ακόμη φορά – απούσα απ’ αυτόν τον διάλογο. Αντιθέτως, δε, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανάμεσα στην Λαγκάρντ και τον Ρέγκλινγκ φαίνεται να επιλέγει Ρέγκλινγκ. Και ανάμεσα στο δόγμα της ευελιξίας και το δόγμα της λιτότητας φαίνεται να υιοθετεί, σιωπηλά, το δεύτερο.

Αυτό τουλάχιστον μαρτυρούν οι πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες ο προϋπολογισμός του 2021 σχεδιάζεται ήδη πάνω σε βάση  «ήπιας δημοσιονομικής προσαρμογής», παρά τις βαριές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της πανδημίας και παρ’ ότι η λεγόμενη «ρήτρα ευελιξίας» της ΕΕ  θα παραμείνει σε ισχύ και τον επόμενο χρόνο

Ο σχεδιασμός αυτός βασίζεται πάνω στη σύσταση της Κομισιόν για «μέτρο στα μέτρα στήριξης» της οικονομίας, η οποία αποτυπώθηκε και στην επιστολή που έστειλε χθες στον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βλάντις Ντομπρόφσκις.

Στην επιστολή επιβεβαιώνεται πως η ρήτρα ευελιξίας θα παραμείνει ενεργή και το 2021 – δηλαδή  τα κράτη της ευρωζώνης δεν θα είναι υποχρεωμένα να τηρήσουν τους κανόνες για τα ελλείμματα -, όμως τονίζεται πως τα  έκτακτα μέτρα στήριξης της οικονομίας θα πρέπει να είναι «στοχευμένα και προσωρινά».

«Τα έκτακτα μέτρα ενδεχομένως να χρειαστεί να προσαρμοστούν και να συνδυαστούν με μέτρα, τα οποία βελτιώνουν τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας, υποστηρίζουν την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση και έχουν θετικό αντίκτυπο στην καταναλωτική ζήτηση» ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν.

Στην πράξη, όπως έχει ήδη γράψει το tvxs.gr, αυτό σημαίνει πως ο προϋπολογισμός του 2021 θα θέτει ως στόχο το μηδενικό έλλειμμα, με κατεύθυνση την επιστροφή σε πλεονάσματα το 2022. Κι αυτό, με την σειρά του, οδηγεί σε εξαιρετικά φειδωλή πολιτική σε ό,τι αφορά τα περαιτέρω μέτρα στήριξης.

Η επιλογή αυτή της κυβέρνησης υπαγορεύεται από την εμφανή αγωνία που υπάρχει πλέον όχι μόνον για το τελικό επίπεδο της ύφεσης του 2020 – την οποία η Κομισιόν σήμερα επανεκτίμησε στο 9% -, αλλά κυρίως για την εκτόξευση του ελλείμματος που σήμερα τρέχει με ρυθμό 6% του ΑΕΠ και την έκρηξη του χρέους.

Ο ίδιος ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε χθες πως το χρέος έχει ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ, γεγονός που όσο κι εάν το αποσιωπά η κυβέρνηση, σημαίνει πως σύντομα μπορεί να τεθεί ζήτημα για την βιωσιμότητά του.

Η αγωνία εντείνεται από την ισχυρή πλέον πιθανότητα ενός δεύτερου γενικού lockdown, το οποίο έχει υπολογιστεί πως ακόμη κι εάν είναι δεκαπενθήμερης διάρκειας και αφορά μόνον την Αττική θα έχει κόστος ανάμεσα στα 600 εκατομμύρια και το 1 δις ευρώ.

Μπροστά σ’ αυτό το μίγμα η απάντηση που επιλέγει να δώσει το οικονομικό επιτελείο είναι η άκρως συντηρητική διαχείριση των ταμειακών διαθεσίμων, τα οποία ο Χρήστος Σταϊκούρας προσδιόρισε στα 37,5 δις ευρώ. Και τούτο σημαίνει πως τα μέτρα στήριξης, ανεξαρτήτως της διάρκειας που θα έχει η πανδημία και η ύφεση, θα παραμείνουν φειδωλά, εστιασμένα σε ειδικές
κατηγορίες, κλάδους και περιοχές που πλήττονται και, κυρίως, δεν θα έχουν μόνιμο χαρακτήρα.

Οι πληροφορίες αναφέρουν πως η μη λήψη μόνιμων μέτρων, και δη μόνιμων φοροελαφρύνσεων, αποτελεί «κλειστή συμφωνία» που έχει γίνει ήδη ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους θεσμούς, έστω κι εάν είναι αποδεδειγμένο πως σε περιόδους βαθιάς κρίσης το μόνο που πετυχαίνουν τα περιοριστικά μέτρα είναι να οδηγούν σε σπιράλ ύφεσης.

Πηγή