Του Γιώργου Τσακίρη
Το φαινόμενο της πεταλούδας. Μια ποιητική μεταφορά στη «θεωρία του χάους», για το φαινόμενο της ευαίσθητης εξάρτησης ενός συστήματος από τις αρχικές συνθήκες. Σύμφωνα με μια από τις διατυπώσεις, λέγεται ότι «αν μια πεταλούδα κινήσει τα φτερά της στον Αμαζόνιο, μπορεί να φέρει βροχή στην Κίνα». Μόνο που στην περίπτωση της σημερινής πανδημίας του Covid-19, τα πράγματα εξελίχθηκαν… γεωγραφικά αντίστροφα.
Η εφαρμογή της θεωρίας όμως, παραμένει η ίδια. Μια απειροελάχιστη μεταβολή στην ροή των γεγονότων οδηγεί, μετά από την πάροδο αρκετού χρόνου, σε μια εξέλιξη της ιστορίας του συστήματος, διαφορετική από εκείνη που θα λάμβανε χώρα, αν δεν είχε συμβεί η μεταβολή.
Όταν στα τέλη του 2019, έγινε γνωστό στην παγκόσμια κοινότητα πως σε μια επαρχία της Κίνας υπήρχε σοβαρό ζήτημα με την υγεία των πολιτών της, λόγω της εμφάνισης ενός νέου ιού, κανείς, ούτε καν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, δεν έδωσε την σημασία που έπρεπε στο φαινόμενο. Και η κατάσταση ξέφυγε, θυμίζοντας έντονα το «φαινόμενο της πεταλούδας». Όχι όμως στην κλιματική αλλαγή, αλλά στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία.
Την ίδια στιγμή, είναι γνωστό πως οι κεντρικές τράπεζες στις πιο ισχυρές αλλά και τις αναδυόμενες αναπτυξιακά αγορές, διατρέχουν τον μακροβιότερο και εντονότερο κύκλο επεκτατικής πολιτικής, ο οποίος όχι μόνο προωθεί τον ιδιωτικό-επιχειρηματικό δανεισμό, αλλά μειώνει και την αποδοτικότητα των μέτρων, όπως για παράδειγμα τα χαμηλά ή αρνητικά επιτόκια.
Παράλληλα, οι πολιτικοί των ανεπτυγμένων χωρών δηλώνουν έτοιμοι και εφαρμόζουν περαιτέρω χαλάρωση της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, ώστε να μπορέσουν να αντισταθμίσουν τον οικονομικό αντίκτυπο του ιού. Είναι όμως οι ίδιες οικονομικές πολιτικές, που όχι μόνον προσομοιάζουν με τα μέτρα που συνέβαλαν στο ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης του 2008, αλλά παράλληλα διογκώνουν το ήδη υψηλότατο παγκόσμιο χρέος.
Ένα παγκόσμιο χρέος που, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Διεθνών Χρηματοοικονομικών (IFF), ανήλθε το τρίτο τρίμηνο του 2019 στο επίπεδο ρεκόρ του 322% του παγκόσμιου ΑΕΠ ή διαφορετικά στα 253 τρισεκατομμύρια δολάρια!
Το χρέος είναι υπερτριπλάσιο από την παγκόσμια οικονομική παραγωγή, με σχεδόν το 60% επί του συνολικού παγκόσμιου δανεισμού, να αφορά την Κίνα και τις ΗΠΑ.
Αξίζει εδώ να αναφερθεί πως η συσσώρευση παγκοσμίου χρέους, οφείλεται εν πολλοίς στην έκδοση πληθώρας ομολόγων σε όλο τον κόσμο. Η δημιουργία, με δυο λόγια, χρήματος εκ του μηδενός!
Εν τω μεταξύ, από τα τέλη ήδη του 2019, πριν ακόμη την έναρξη της πανδημίας, είχε επισημανθεί ότι σχεδόν το 60% και πλέον των χωρών του κόσμου, ανέμεναν ανάπτυξη χαμηλότερη των δυνατοτήτων τους για το 2020. Γι’ αυτό και είχε νόημα η χαλαρή νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών, η οποία διευκόλυνε τον δανεισμό κρατών και ομίλων.
Ωστόσο, με την έναρξη της πανδημίας, οι προοπτικές ανάπτυξης όχι μόνο εξανεμίσθηκαν, αλλά οι διεθνείς και περιφερειακοί οργανισμοί, κάνουν πλέον λόγο για τα ποσοστά της ύφεσης που πρόκειται να αντιμετωπίσουν. Κάτι που σίγουρα θα επηρεάσει την διάθεση των επενδυτών να χρηματοδοτήσουν επιχειρήσεις, ειδικά στις υπερχρεωμένες χώρες, παρά το ότι, όπως έχει ήδη αναφερθεί, έχουν ήδη ληφθεί αποφάσεις περαιτέρω χαλάρωσης της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής των ανεπτυγμένων και αναδυόμενων οικονομιών.
Ειδικά δε στην Ευρώπη, με 7 χώρες ανάμεσα στις πρώτες 15 με τα μεγαλύτερα επίπεδα δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ τους (έρευνα Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρμουμ, 2016, κατά σειρά, Ελλάδα, Ιταλία, Πορτογαλία, Κύπρος, Βέλγιο, Ισπανία, Γαλλία), τα πράγματα δείχνουν αρκετά δυσοίωνα.
Μιλώντας στο BBC, ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ, Άνχελ Γκούρια υποστήριξε ότι το σοκ που θα υποστεί η οικονομία θα είναι μεγαλύτερο από την οικονομική κρίση, προσθέτοντας ότι αποτελεί «ευσεβή πόθο» να πιστεύει κανείς ότι οι χώρες θα ανακάμψουν γρήγορα.
Παράλληλα, τόνισε ότι ο αριθμός στις απώλειες θέσεων εργασίας και στις πτωχεύσεις επιχειρήσεων παραμένει αβέβαιος, εκτιμώντας ότι οι χώρες θα αντιμετωπίσουν το οικονομικό αυτό φαινόμενο «για τα επόμενα χρόνια».
Στο δια ταύτα, το ζητούμενο της επόμενης μέρας, ειδικά για την χώρα μας, είναι όχι απλά να μην καταστραφούν ή να εκμηδενιστούν όσες πραγματικά παραγωγικές μονάδες έχουν απομείνει στον τόπο, αλλά τα μέτρα νομισματικής χαλάρωσης που έχει ήδη ανακοινώσει η ΕΚΤ, να γίνουν ευκαιρία μιας συνολικής επανεκκίνησης της οικονομίας μας, η οποία θα εδραιωθεί στην πραγματική παραγωγή και όχι στην παροχή υπηρεσίας.
Με τις ελάχιστες δύο εξαιρέσεις, αυτές των επενδύσεων στον Τουρισμό και τις νέες, καινοτόμες τεχνολογίες, τα επενδυτικά σχέδια που επιβάλλεται να χρηματοδοτηθούν την επόμενη μέρα της πανδημίας του Covid-19, θα πρέπει να αφορούν αποκλειστικά και μόνον μονάδες παραγωγής, ειδικά στον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα.
Είναι η μόνη, και ίσως η τελευταία μας ευκαιρία, για μία πραγματική και εκ βάθρων παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Μόνο με αυτήν τη στρατηγική στόχευση, θα μπορέσει και πάλι η Ελλάς να «σταθεί στα δικά της πόδια».
Αρκεί μόνον η παγκόσμια ύφεση, που αναμένεται πλέον με σιγουριά, να μην οδηγήσει σε εξαιρετικά δυσάρεστες για το σύνολο της παγκόσμιας κοινότητας, λύσεις.