H πανδημία του κορωνοϊού έχει προκαλέσει στον κόσμο το απόλυτο σοκ. Δεν είναι μόνο οι συνθήκες καταστροφής στην πολιτική, την οικονομία, την κοινωνία κ.α. Είναι και η πλήρης ανατροπή πολλών πρακτικών και θεωριών που θεωρούσαμε «ταμπού», αλλά και το… τράβηγμα του χαλιού που κουκούλωνε χρόνια προβλήματα (όπως λ.χ. ο υπερδανεισμός κρατών και εταιρειών).
Επί της ουσίας, ο κόσμος καλείται να… ξαναγραφτεί από την αρχή, με ό,τι αυτό θα μπορούσε να σημαίνει για τις αγορές μετοχών και ομολόγων, για τις τράπεζες και τις βιομηχανικές επιχειρήσεις. Και κάπως έτσι, θα προκύψουν (σε βάθος χρόνου και ανάλογα με την αντιμετώπιση της πανδημίας) και δυνατότητες.
Για παράδειγμα -και σε πιο θεωρητικό επίπεδο: Ποιος θα είναι ο ρόλος του κράτους στη μετα-κορωνοϊό εποχή; Ποια δίκτυα κοινωνικής στήριξης θα δημιουργηθούν; Σε πιο πρακτικό επίπεδο: Θα προχωρήσει η ευρωζώνη σε έκδοση κοινού ομολόγου; Θα μεταβληθούν οι δημοσιονομικές συνθήκες και πώς;
Αυτά είναι μόνο λίγα από τα ερωτήματα που έχουν τεθεί εκ των πραγμάτων και προδιαγράφουν τις μελλοντικές εξελίξεις και δυνατότητες. Σε αυτή τη φάση, είναι ενθαρρυντικό ότι οι κυβερνήσεις και οι αρχές έχουν κινηθεί γρήγορα, ενώ οι επενδυτές του Χ.Α. επιδίδονται στο trading, χωρίς να λείπουν και οι λίγοι που αγοράζουν με μακροπρόθεσμη προοπτική.
Τις τελευταίες πέντε εβδομάδες, καθώς ο κορωνοϊός εξαπλωνόταν από την Κίνα σε ολόκληρο τον κόσμο, κοινές διαπιστώσεις των παραγόντων της πολιτικής και της αγοράς είναι ότι:
-Οι απώλειες στο ΑΕΠ θα είναι πολύ μεγάλες και θα εξαρτηθούν κυρίως από τη διάρκεια της πανδημίας.
-Η οικονομία, μετά την αντιμετώπιση της πανδημίας, θα βρεθεί σε σαφώς χαμηλότερο επίπεδο εκκίνησης από αυτό της αρχής του 2020. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως οι περισσότεροι αναλυτές μιλούν για μεγάλη ύφεση στην Ευρώπη, ενώ για την Ελλάδα ο αρχικός στόχος του +2,8%, έχει μετατραπεί σε μια υποχώρηση του ΑΕΠ μεταξύ του 4% και του 6%, επίδοση χειρότερη από την τελευταία εκτίμηση του υπουργού Οικονομικών, Χρ. Σταϊκούρα για 1-3% του ΑΕΠ (με δεδομένο ότι το πρώτο δίμηνο είχε ξεκινήσει ανοδικά, η ύφεση κατά το β’ και γ’ τρίμηνο αναμένεται να ξεπεράσει το 5%).
-Οι ΗΠΑ και η Ευρωζώνη θα πρέπει να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη, κόβοντας ουσιαστικά μεγάλες ποσότητες χρήματος, προκειμένου να αποφευχθεί μια νέα μεγάλη οικονομική κρίση, το μέγεθος και η έκταση της οποίας ενδέχεται να ξεπεράσει την αντίστοιχη που ακολούθησε μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008.
Περισσότερο πειστική στο συγκεκριμένο μέτωπο είναι η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, με πακέτο στήριξης της τάξεως των 2 τρισ. δολαρίων, πέρα από τις ενέσεις ρευστότητας της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας.
Αντίθετα, στην Ευρώπη, μπορεί μεν όλοι να συμφωνούν στη ανάγκη μεγάλης στήριξης της οικονομίας, ωστόσο (με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) υπάρχουν διαφωνίες για το πώς θα… μοιραστεί ο λογαριασμός: Οι αδύναμες οικονομικά χώρες (με τη συνδρομή της Γαλλίας) ζητούν την έκδοση ευρωομολόγου (άρα ουσιαστικά να δανείζονται με τις πλάτες και την ανάληψη κινδύνου των ισχυρότερων χωρών), ενώ οι Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία και άλλες «κεντροβόρειες» χώρες προτείνουν την πιστωτική γραμμή στήριξης, όπου κάθε κράτος θα δανείζεται και θα αποπληρώνει για λογαριασμό του.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, κύκλοι της αγοράς εκτιμούν ότι το μέγεθος της κρίσης είναι τόσο μεγάλο, έτσι ώστε οι όποιες αντιδράσεις της Γερμανίας να καμφθούν σχετικά σύντομα: «Και ευρωομόλογο θα υπάρξει, αλλά και άλλοι τρόποι χρηματοδότησης των κρατών-μελών και των επιχειρήσεων. Ειδικότερα για την Ελλάδα, πέρα από την ένταξη στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης, θα δούμε πιθανότατα χαλάρωση των όρων απορρόφησης του ΕΣΠΑ και σειρά άλλων πόρων από υπερεθνικούς φορείς», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Οι μεγάλες μάχες
Αν όμως οι παράγοντες της οικονομίας και της πολιτικής έχουν συμφωνήσει στα τρία προαναφερθέντα θέματα, υπάρχουν τέσσερα άλλα καυτά ζητήματα, τα οποία ακόμη παραμένουν θολά και γεμίζουν αβεβαιότητες την επενδυτική κοινότητα.
- Το πρώτο αφορά το πώς θα συμπεριφερθεί η οικονομία μετά τον τερματισμό της πανδημίας: θα ακολουθήσει πορεία «τύπου V» (μια απότομη και συνεχόμενη άνοδος, έστω και με τη συμβολή των πακέτων στήριξης), θεωρώντας πως ο κορωνοϊός ήταν ένα έκτακτο και μη επαναλαμβανόμενο γεγονός, ή αντίθετα πορεία «τύπου U» ή ακόμα χειρότερα «τύπου L» (στασιμότητα σε χαμηλά επίπεδα για μακρό χρονικό διάστημα, λόγω των δομικών παρενεργειών που θα έχουν προκληθεί λόγω του ιού);
- Το δεύτερο θολό ζήτημα είναι πόσο σταθερό θα είναι το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα όταν σ’ αυτό θα κυκλοφορεί τόσο πολύ δανεικό χρήμα. Ακόμη και πριν από την εκδήλωση του κορωνοϊού, γνωστοί αναλυτές έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου περί «φούσκας» μετά την εκτίναξη που έχει παρατηρηθεί στην έκδοση νέου χρήματος από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες, με αποτέλεσμα να είναι υπερδανεισμένα τόσο τα κράτη όσο και ο ιδιωτικός τομέας. Αν το παγκόσμιο χρέος έφτανε στο 330% του ΑΕΠ πριν από την πανδημία, σε λίγους μήνες θα μπορούσε να υπερβεί με άνεση το 350%, ανησυχούν πολλοί οικονομικοί παράγοντες.
Γενικότερα, υπάρχει η εκτίμηση πως οι οικονομικές δυσλειτουργίες δεν μπορεί να θεραπεύονται μόνο με δανεικά και με έκδοση νέου χρήματος. Ο συνδυασμός αυτός που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον κατά τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο έχει τα όριά του, αλλά το μόνο που καταφέρνει είναι «να πληρώνουμε τη ζημιά με δόσεις». Και τις «δόσεις» αυτές, θα τις πληρώσουμε ακριβά. Ειδικότερα τώρα σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, που ήδη χαρακτηρίζεται από το πολύ υψηλό δημόσιο (αλλά και ιδιωτικό) χρέος της, ποιες πιθανές παρενέργειες θα έχει ένας πρόσθετος δανεισμός της (έστω και χαμηλότοκος), χωρίς παράλληλα να υπάρχουν οι δεσμεύσεις περί πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων;
- Ένα τρίτο θολό ζήτημα είναι η «επόμενη μέρα» του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, το οποίο αντιμετώπιζε σημαντικές προκλήσεις και πριν από την πανδημία του κορωνοϊού. Επιχειρηματικοί κλάδοι ολόκληροι θα περάσουν στο «κόκκινο» και ήδη υπάρχουν εταιρικά ομόλογα ισχυρών εταιρειών τα οποία διαπραγματεύονται σε τιμές που στο παρελθόν θύμιζαν… επερχόμενη πτώχευση. Χειρότερα είναι τα πράγματα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες άλλωστε είχαν από πριν ζητήματα χρηματοδότησης. Και αν όλα αυτά προκαλούν πονοκεφάλους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες είχαν εκ των προτέρων περισσότερο απαιτητικό έργο να υλοποιήσουν.
- Τέλος, ζητούμενο είναι το κατά πόσο από όλη αυτή τη διαδικασία θα πληγεί η παγκοσμιοποίηση και το ελεύθερο διεθνές εμπόριο. Ήδη, η πολιτική των ΗΠΑ για περιορισμό του διεθνούς εμπορίου είχε γίνει σαφής και πριν από την εκδήλωση της πανδημίας (βλέπε επιβολές δασμών σε Κίνα και Ευρώπη). Παράλληλα, είχε από πριν αρχίσει να εκδηλώνεται στην Ευρώπη, ένας έντονος προβληματισμός για το κατά πόσο είναι συμφέρον να εξαρτάται οικονομικά η Γηραιά ήπειρος από την παραγωγή της Ασίας. Το μόνο βέβαιο είναι πως σύντομα θα ξεκινήσουν συζητήσεις σχετικά με το πώς θα μπορούσε να αυξηθεί η ευρωπαϊκή παραγωγή σε συγκεκριμένους τουλάχιστον κλάδους της οικονομίας, με στόχο έναν καλύτερο έλεγχο της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Η κατάσταση στο Χ.Α.
Οι τιμές στο Χ.Α. υποχώρησαν περίπου κατά 50% μέσα σε λίγες εβδομάδες και στη συνέχεια ανέκαμψαν ως ένα βαθμό, επηρεαζόμενες από τις εκάστοτε ειδήσεις που σχετίζονται με τα πακέτα οικονομικής στήριξης τα οποία αποφασίζονται σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Οι χρηματιστηριακοί δείκτες εμφανίζουν τις τιμές των μετοχών ως ιδιαίτερα υποτιμημένες. Το μέσο P/E (με βάση τα κέρδη του 2019) προσεγγίζει το 11-12, η μέση μερισματική απόδοση (με βάση τις περυσινές χρηματικές διανομές) προσεγγίζει το 6,5% για τις μη τραπεζικές εισηγμένες, ενώ πλήθος μετοχών διαπραγματεύεται κάτω (ή και πολύ κάτω) από τη λογιστική του αξία.
Από την άλλη πλευρά, όλες οι εισηγμένες εταιρείες, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο -λιγότερο ή πολύ περισσότερο- πλήττονται από την κρίση, χωρίς ωστόσο να μπορεί κάποιος με σχετικά ασφαλή τρόπο να υπολογίσει το μέγεθος του πλήγματος. Άλλωστε, τα προαναφερόμενα τέσσερα θολά ζητήματα προκαλούν πλήθος ασαφειών και αβεβαιοτήτων.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει γνωστός χρηματιστής: «Εδώ και μερικές συνεδριάσεις, τον πρώτο λόγο έχουν το trading και ο φόβος. Υπάρχουν βέβαια και εκείνοι που αγοράζουν με μακροπρόθεσμη προοπτική -εκμεταλλευόμενοι τις χαμηλότερες τρέχουσες αποτιμήσεις- πιστεύοντας πως τελικά ο πλανήτης θα επικρατήσει εναντίον του κορωνοϊού με οικονομικές επιπτώσεις που θα διαχυθούν σε βάθος χρόνου. Προσπαθούν μάλιστα να επιλέξουν τίτλους που θα πληγούν λιγότερο από την κρίση και που θα συνεχίσουν να διανέμουν μερίσματα. Δεν είναι καθόλου βέβαιοι για το αν έχουμε ήδη δει τα χαμηλότερα επίπεδα τιμών, αλλά ποιος τελικά κατάφερε να αγοράσει μετοχές στο χαμηλότερο σημείο του κύκλου;».
Πηγή: euro2day.gr