Ας το ρίξουμε στην «μπακαλική», έτσι, για να διαβάζουν οι φιλελέδες κι οι οικονομέτρες και να φρικάρουν.
Αν η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ ή η Credit Suisse -και ποιος τολμά να αμφισβητήσει την Credit Suisse;- μετρούν σωστά, ο παγκόσμιος πλούτος το 2019 εμετρήθη, εζυγίσθη και ευρέθη πλήσμιος, άφθονος και μπαμπάτσικος, άνω των 360 τρισ. δολαρίων. Αν τον διαιρέσουμε με τα 7,6 δισ. κατοίκους της Γης, αντιστοιχούν τουλάχιστον 47.000 δολάρια στον καθένα μας.
Ok, ας πούμε ότι αυτό σας φαίνεται υπερβολικό, διότι στον πλούτο περιλαμβάνονται κάθε λογής περιουσιακά στοιχεία, από βοσκοτόπια στην Ευρυτανία με 100 ευρώ το στρέμμα μέχρι διαμερίσματα στο Μανχάταν με 100.000 το τετραγωνικό. Και τι να τα κάνεις αν δεν μπορείς να τα ρευστοποιήσεις την ώρα που τα χρειάζεσαι – ούτε τα πουρνάρια τρώγονται, ούτε οι πορσελάνες.
Από τα 360 τρισ. δολάρια του πλούτου των εθνών, τα 120 τρισ. είναι ζεστό χρήμα κάθε εκδοχής -το M2 που μετρούν με θρησκευτικό μυστικισμό οι νομισματολόγοι-, που περιλαμβάνει από ταπεινά χάλκινα 1-5 σεντς, που σου πέφτουν απ’ την τσέπη και δεν καταδέχεσαι να τα μαζέψεις, μέχρι τις μετοχές, τα ομόλογα και κάθε άλλη οβιδιακή μεταμόρφωση του χρήματος, αληθινή και δουλεμένη ή επινοημένη και φαντασιακή, πλην όμως ανταλλάξιμη με ψωμί, τυρί, κρέας ή μαργαριτάρια «Σάουθ Σι» και ρολόγια «Πατέκ Φιλίπ». Με την ίδια, λοιπόν, μπακαλίστικη διαίρεση πάλι προκύπτουν πάνω από 15.000 δολάρια κατά κεφαλήν, μια μαγιά που δεν επιτρέπει σε κανένα ανθρώπινο πλάσμα να πεινάσει.
Η πλάκα -ή η τραγωδία- είναι πως ο ακατάπαυστα μετρούμενος πλούτος των εθνών έχει αυξηθεί ιλιγγιωδώς από το 2010 κατά 160 τρισ. δολάρια, παρά την καταστροφική κρίση, τα χρόνια ύφεσης, στασιμότητας και αργής ανάκαμψης.
Ολη η κλάψα για τον πλούτο που εξαερώθηκε, για τη δεκαετία της ύφεσης στο όνομα της οποίας από τη μια πλευρά οι κυβερνήσεις επέβαλαν συντριπτική λιτότητα κι απ’ την άλλη οι κεντρικές τράπεζες έριξαν χρήμα από το ελικόπτερο -τουλάχιστον 20 τρισ. δολάρια με τα γενναιόδωρα QE τους- αποδεικνύει απλώς ότι η μηχανή της απληστίας δούλεψε ακατάπαυστα. Δούλεψε στο φουλ παρά την κρίση, ή λόγω ακριβώς αυτής, μετατρέποντάς την σε ένα μεγάλο, πλανητικό πλιάτσικο: έναν μηχανισμό μεταφοράς πλούτου από τους πολλούς και φτωχότερους στους πλουσιότερους και ελαχιστότατους.
Πρόσφατα τεκμήρια, για να μη μας λένε κι άσχετους: στο αμερικανικό χρηματιστήριο, τη ρουφήχτρα του παγκόσμιου πλούτου που από το κραχ του 2008 έχει τριπλασιάσει την κεφαλαιοποίησή του, το πλουσιότερο 1% των νοικοκυριών κατέχει μετοχές αξίας 21 τρισ. δολαρίων, ήτοι το 56%, όταν το 90% έχει μετοχές 4,6 τρισ., ήτοι μόλις το 12%. Αυτό συμβαίνει στο πλουσιότερο έθνος του πλανήτη, που ενώ αντιστοιχεί μόλις στο 4,3% του παγκόσμιου πληθυσμού, διαθέτει το 30% του παγκόσμιου πλούτου, όταν η Κίνα και η Ινδία, με το 36% του πληθυσμού, περιορίζονται μόλις στο 21% του πλούτου.
Επομένως, η κοινοτοπία περί χαμένης δεκαετίας, ακόμη και με νεοφιλελεύθερους όρους, είναι ατελής και παραπλανητική, αν δεν συμπληρωθεί από το ερώτημα «χαμένη για ποιον, καρδιά μου;». Το οποίο απαντάται με ακόμη ένα ενδεικτικό απολογιστικό στοιχείο που αποδεικνύει ότι το μόνο που παράγει σε αφθονία ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός είναι η ακραία ανισότητα: από τη δεκαετία του ’80, οπότε άρχισε να επελαύνει ο νεοφιλελευθερισμός, το πλουσιότερο 1% αύξησε το μερίδιό του στον παγκόσμιο πλούτο από το 16% στο 21%, ενώ το φτωχότερο 50% ανέβηκε κι αυτό από 6% στο 9%, κυρίως χάρη στην «εισβολή» της Κίνας στην παγκόσμια σκηνή.
Αυτή η τάση δεν φαίνεται να είναι προς θάνατον, σωστά; Τσίμπησαν κάτι οι πάνω, τσίμπησαν κι οι κάτω, κατά το «κοντά στον βασιλικό ποτίστηκε κι η γλάστρα». Ομως το στοιχείο είναι παραπλανητικό, διότι στις δύο πλουσιότερες περιοχές του πλανήτη, ΗΠΑ και (δυτική) Ευρώπη, συνέβη το ακριβώς αντίστροφο: στην Ευρώπη το μερίδιο του πλουσιότερου 1% ανέβηκε από το 10% στο 12% και το μερίδιο του φτωχότερου 50% έπεσε από το 24% στο 22%. Αλλά στις ΗΠΑ η κιμαδομηχανή το τερμάτισε: το πλουσιότερο 1% υπερδιπλασίασε το μερίδιό στο συνολικό εθνικό εισόδημα, στο 22%, ενώ το φτωχότερο έπεσε από το 21% στο 13% (Word Inequality Report 2018).
Σ’ αυτά τα στοιχεία υπάρχει η σπορά της προσεχούς κρίσης: η ανισότητα αναδεικνύεται μητέρα όλων των κρίσεων – για να ανησυχούν κι οι οργανισμοί της αναλγησίας, ΔΝΤ και ΟΟΣΑ, κάτι θα ξέρουν. Οπότε καταλήγουμε ξανά στο παμπάλαιο πρόβλημα της αναδιανομής για το οποίο προειδοποιούσε ήδη από τις αρχές του 17ου αιώνα ο Φράνσις Μπέικον, φιλόσοφος και σύμβουλος του βασιλιά Ιακώβου, που εξομοίωνε το χρήμα με την κοπριά: αν δεν σκορπιστεί, είναι ανώφελο.
Φευ, όμως, ακόμη και η κόπρος των εθνών, ακατάπαυστα παραγόμενη από ζώα κι ανθρώπους (500 εκατ. τόνοι τον χρόνο η ζωική, 300 εκατ. η ανθρώπινη -46 κιλά, παρακαλώ, το κατά κεφαλήν προϊόν του πεπτικού μας σωλήνα-, πλούσιες σε άζωτο και φωσφόρο για τις καλλιέργειες), έχει καταστεί συνιστώσα του πλούτου τους. Αρα υπαγμένη στον κανόνα της ανισότητας. Η Ασία, με τον μισό πληθυσμό της Γης, είναι καταδικασμένη να χρησιμοποιεί τετραπλάσια χημικά λιπάσματα από ζωικά, λόγω ελλιπούς πρόσβασης σε ποιοτικό οργανικό λίπασμα, ό,τι πιο βολικό για τις πολυεθνικές της διατροφής.
Τελικά, ούτε την κόπρο δεν δικαιούμαστε να ελέγξουμε, τ’ ακούς, Ηρακλή; Αλλά τι να ακούσεις. Και σένα σου την έφερε ο Αυγείας. Σκατά.