Προβλήματα συνταγματικότητας στο νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή καταγράφει η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η Ολομέλεια, υπό την προεδρία του Ιωάννη Σαρμά, σε γνωμοδότηση της η οποία δεν είναι δεσμευτική, αφού εξέτασε όλα τα άρθρα του επίμαχου νομοσχεδίου διαπιστώνει βασικά νομικά προβλήματα (άρθρα 20-21,24-25 και 27) επισημαίνοντας πως δεν είναι συνταγματικά ανεκτή η ενσωμάτωση σε έναν ασφαλιστικό φορέα των δημοσίων και των ιδιωτικών υπαλλήλων.
«Το επίμαχο νομοσχέδιο, εφόσον εξακολουθεί να στηρίζεται, όπως και ο προηγούμενος ασφαλιστικός νόμος 4387/2016, στην ενιαία ασφαλιστική αντιμετώπιση προσώπων που σύμφωνα με το Σύνταγμα δεν μπορούν να υπαχθούν στον ίδιο ασφαλιστικό οργανισμό, εγείρει ζήτημα αντισυνταγματικότητας στο σύνολό του» αναφέρουν οι δικαστές του Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου οι οποίοι εγείρουν θέμα αντισυνταγματικότητας και με αφορμή το γεγονός ότι το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο δεν στηρίζεται σε αναλογιστικές μελέτες ώστε να μπορεί να τεκμηριωθεί ότι στο μέλλον θα λειτουργήσει επ’ ωφελεία των ασφαλισμένων.
Όπως υπογραμμίζουν στη γνωμοδότηση τους: «Δεν συνάγεται ότι έχουν συνταχθεί και ληφθεί υπόψη αναλογιστικές μελέτες, ώστε να μπορεί να τεκμηριωθεί ότι το πλέγμα των διατάξεων αυτών και οι απονεμόμενες εφεξής παροχές, σε συνδυασμό με τα επιβαλλόμενα στους ασφαλισμένους βάρη θα λειτουργήσει μελλοντικά επ’ ωφελεία των συνταξιούχων και θα επιφέρει, έστω και μακροπρόθεσμα, μία δίκαιη εξισορρόπηση του ευρύτερου κοινωνικού συμφέροντος (βιωσιμότητα συνταξιοδοτικού συστήματος) με τον νυν επιχειρούμενο περιορισμό των δικαιωμάτων και των νομίμων προσδοκιών τους, ούτε και αιτιολογείται η αδυναμία θεσμοθέτησης ηπιότερων εναλλακτικών μέτρων για την κατηγορία των συνταξιούχων που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος σχεδίου νόμου και να εξετασθεί η συνολική επιβάρυνσή της από τα διαδοχικώς θεσπιζόμενα σε βάρος της μέτρα (άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος)».
Παράλληλα, η Ολομέλεια διατυπώνει παρατηρήσεις και σε άλλες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου το οποίο, όπως αναφέρει, υιοθετεί σε γενικό πλαίσιο τις ρυθμίσεις του νόμου 4387/2016 και προχωρά σε επουσιώδεις τροποποιήσεις διατάξεων οι οποίες με αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκαν αντισυνταγματικές.
Με το επίμαχο σχέδιο νόμου «ολοκληρώνεται η διοικητική και οργανωτική ενοποίηση που επιχειρήθηκε με προγενέστερους νόμους (2084/1992, 2676/1999, 3029/2002, 3655/2008, 3863/2010, 4387/2016), με την ενσωμάτωση στο νέο φορέα όλων των ασφαλιστικών φορέων απονομής σύνταξης και εφάπαξ παροχής, όπως το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ παροχών (Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.)» επισημαίνει η Ολομέλεια του Ε.Σ. προσθέτοντας ότι η καινοτομία του υπό επεξεργασία νομοσχεδίου συνίσταται στην ενοποίηση της βάσης των ασφαλιστικών δεδομένων μέσω της ψηφιοποίησης του ιδρυθέντος με το ν. 4387/2016 ΕΦΚΑ και της μετονομασίας του σε Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.). Ανάλογες απόψεις περί αντισυνταγματικότητας διατυπώνει στην εισήγηση του και ο Επίτροπος Επικρατείας Αντώνιος Νικητάκης.
Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου εστιάζει την κριτική της σε συγκεκριμένα ζητήματα τα οποία είναι κυρίως:
- η υπαγωγή των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων και των στρατιωτικών σε ενιαίο με τους λοιπούς εργαζομένους φορέα ασφάλισης χωρίς διαφοροποίηση του ασφαλιστικού κεφαλαίου των μεν και των δε,
- ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης των πρώτων, η οποία πλέον δεν δομείται εξ ολοκλήρου πάνω στην αρχή της εύλογης αναλογίας μεταξύ αποδοχών ενεργείας και σύνταξης και
- ο χαρακτήρας του Δημοσίου ως ευθέως και βασικώς ευθυνομένου για την καταβολή των συντάξεων στους δημοσίους λειτουργούς και υπαλλήλους και στους στρατιωτικούς.
Η γνωμοδότηση εστιάζεται δε στο γεγονός ότι «επί της τροποποιούμενης παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 4387/2016 παρατηρείται ότι δεν παρατίθενται στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου οι λόγοι που επιβάλλουν τη χρονική παράταση μέχρι και το 2024 στον τρόπο αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών με βάση τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή καθώς και οι λόγοι της μετάθεσης από το 2025 του τρόπου προσαύξησής τους με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών.
Επί της τροποποιούμενης παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 4387/2016 παρατηρείται ότι η αναφορά που γίνεται στην αιτιολογική έκθεση στις αρχές της ανταποδοτικότητας εισφορών και παροχών και της ανάγκης διασφάλισης από το χορηγούμενο ύψος του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης ενός αναξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης των ασφαλισμένων του δημοσίου τομέα μετά την έξοδό τους από την υπηρεσία, παρίσταται αδόκιμη, δοθέντος ότι όσον αφορά στους δημοσίους υπαλλήλους και λειτουργούς και στους στρατιωτικούς οι αρχές που διέπουν το ειδικό συνταξιοδοτικό τους καθεστώς είναι αυτές της αναλογικότητας και της κατά το δυνατόν τήρησης εύλογης αναλογίας των συντάξεών τους με τις αποδοχές ενεργείας τους (βλ. Πρακτικά 1ης Ειδ. Συν. Ολ. ΕλΣ της 20ης Απριλίου 2016. Επίσης, ΕλΣ Ολ. 137/2019, 32/2018, 1277/2018, 1388/2018, 244/2017)».