Στην Ελλάδα, μπορεί να υπάρχουν ιδιαίτεροι λόγοι που αυξάνονται οι καταθέσεις, όταν τα επιτόκια πέφτουν μέχρι μηδενισμού.
Τέτοιοι είναι η μεγάλη συρρίκνωση που είχε προηγηθεί το 1ο εξάμηνο του 2015 και η σταδιακή ανάκτηση της εμπιστοσύνης στις προοπτικές της εθνικής οικονομίας.
Υπενθυμίζεται ότι οι καταθέσεις των ιδιωτών και των επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 5,5 δισ. ευρώ περίπου το 8μηνο του 2019. Η αύξηση ανήλθε σε 8,5 δισ. ευρώ από τον Αύγουστο του 2018, που η Ελλάδα βγήκε επισήμως από το 3ο μνημόνιο.
Όμως, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα είχαν συρρικνωθεί κατά 43 δισ. ευρώ στα 121 δισ. περίπου το πρώτο 7μηνο του 2015. Αν πάμε πιο πίσω, θα δούμε μια μείωση της τάξης των 28 δισ. ευρώ περίπου το 2010, στα 209,6 δισ. τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς.
Όμως, η αύξηση των καταθέσεων παρά τις αρνητικές αποδόσεις και τις χρεώσεις των τραπεζών σε καταθέσεις, π.χ. με υπόλοιπο άνω των 100 χιλ. ευρώ, σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, δεν είναι αναμενόμενη.
Τη φετινή χρονιά, το ευρώ έχει αποδυναμωθεί, τα επιτόκια (swap rates) στη χρηματαγορά έχουν υποχωρήσει σημαντικά και η διαφορά απόδοσης (credit spread) μεταξύ των χρεογράφων υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης και χαμηλής έχει συμπιεσθεί.
Επιπλέον, η ΕΚΤ έχει μειώσει κι άλλο τα αρνητικά επιτόκια κατάθεσης για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ξεκινά νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (QE).
Με άλλα λόγια, οι χρηματοοικονομικές συνθήκες έχουν χαλαρώσει αλλά οι οικονομικές προοπτικές της οικονομίας της ευρωζώνης, π.χ. Γερμανίας, έχουν χειροτερεύσει.
Το ευχάριστο είναι πως η ελληνική οικονομία δείχνει να είναι η εξαίρεση, με βάση τους πρόδρομους δείκτες, π.χ. οικονομικής εμπιστοσύνης, παρά το γεγονός ότι ο ρυθμός ανάπτυξης του 1ου εξαμήνου δεν ήταν ικανοποιητικός.
Με άλλα λόγια, η οικονομία της ευρωζώνης δεν εμφανίζεται να αντιδρά στις χαλαρές χρηματοοικονομικές συνθήκες.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλοί αναλυτές να αμφισβητούν την ορθότητα του τωρινού μείγματος οικονομικής πολιτικής, δηλ. χαλαρή νομισματική πολιτική και αυστηρή δημοσιονομική, στη Γερμανία και αλλού.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, η μείωση των επιτοκίων και πολύ περισσότερο ο μηδενισμός και η αρνητική απόδοση θα οδηγούσαν σε μείωση των καταθέσεων.
Είναι σαν να λέει η ΕΚΤ στα νοικοκυριά «καταναλώστε, καταναλώστε» και αυτοί να αποταμιεύουν.
Αν όμως οι καταθέτες αποταμιεύουν περισσότερο, περιμένοντας ίσως ακόμη χαμηλότερα επιτόκια καταθέσεων στο μέλλον, τότε η ΕΚΤ έχει πιθανόν πυροβολήσει τα πόδια της.