Ποτέ άλλοτε δεν είχε παρατηρηθεί τέτοια σύμπτωση απόψεων στα ερευνητικά τμήματα τραπεζών, εργοδοτικών οργανώσεων, εταιρειών ανθρώπινου δυναμικού για τα θέματα της απασχόλησης και εκροής του ελληνικού εργατικού δυναμικού στο εξωτερικό.
Ολοι κάνουν μελέτες για το γνωστό και επώδυνο κύμα φυγής ταλέντων στο εξωτερικό (brain drain). Σε αυτό το πλαίσιο ενεργοποιήθηκαν και οι Διευθύνσεις Μελετών των Τραπεζών Alpha και Εurobank, o ΣΕΒ (εστιάζοντας σε πρόσφατη μελέτη του περισσότερο στις ειδικότητες που αναζητούν οι επιχειρήσεις) αλλά και η Αdecco, η μεγαλύτερη εταιρεία, παγκοσμίως, στον τομέα του Ανθρώπινου Δυναμικού.
Μάλιστα η τελευταία, σε έρευνα που διεξήγαγε σε συνεργασία με το μεταπτυχιακό τμήμα του Οικονομικού Πανεπιστημίου και παρουσίασε την περασμένη Τρίτη, εμφανίζει το 50% των εταιρειών να δηλώνουν ετοιμοπόλεμες στην προοπτική καταβολής υψηλότερων αμοιβών για να προσελκύσουν ταλέντα στα τμήματα των επιχειρήσεων που έχουν ανάγκες.
Είναι δε αξιοσημείωτο ότι το 33% των επιχειρήσεων δηλώνουν έτοιμες για καταβολές ακόμη και κατά 16% υψηλότερες από τις αμοιβές της αγοράς. Περισσότερο γαλαντόμες δηλώνουν οι μεσαίες και μικρότερες επιχειρήσεις που διατηρούν χαμηλά μισθολόγια, με το σημείο εκκίνησης, στις καλύτερες των περιπτώσεων, των αυξήσεων να ξεκινά από τον βασικό μισθό που για έναν νέο εργαζόμενο δεν υπερβαίνει τα 800 ευρώ καθαρά, με τις όποιες προσαυξήσεις λόγω πτυχίων και ξένων γλωσσών.
Κι ας μην παραλείπουμε το στοιχείο που αναδείχτηκε μέσα από την ετήσια έκθεση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ: το 2018, ένας στους τέσσερις εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα (25,3%) αμειβόταν με μισθό κάτω των 500 ευρώ, δηλαδή 571.000 άτομα, ενώ 251.000 εργαζόμενοι, περίπου το 11%, αμείβονταν με μισθό κάτω των 250 ευρώ.
Αλλά και πάλι, οι αυξήσεις, που σύμφωνα με την έρευνα προτίθενται να δώσουν οι επιχειρήσεις, δεν αφορούν όλους τους «ταλαντούχους», παρά μόνον εκείνους που είναι απόφοιτοι Πληροφορικής, Πωλήσεων και τομέων Ανάπτυξης Αγοράς.
Οσο για τους άλλους, τους αποφοίτους, μεταπτυχιακούς ή διδακτορικούς των Κοινωνικών επιστημών και των θεωρητικών Σχολών, συμπεριλαμβανομένων και των μεταπτυχιακών από τις Νομικές Σχολές, η αύξηση που ενδεχομένως τους περιμένει, εάν θεωρηθούν «ταλέντα», δεν πρόκειται να είναι πάνω από 1,5% των αμοιβών που δίδει η αγορά, όπως επισημαίνεται και πάλι στην έρευνα της Αdecco.
Και όπως καταδεικνύει μια τρίτη έρευνα που δημοσιεύεται στο τελευταίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων της Αlpha Bank, «οι βασικοί κλάδοι στους οποίους απασχολούνται ή έχουν απασχοληθεί όσοι συμμετείχαν στην έρευνα είναι η Πληροφορική (16%), o τραπεζικός-οικονομικός κλάδος (9%), ενώ έπονται οι Υπηρεσίες προς επιχειρήσεις (7%), η Επιστήμη και Ερευνα (7%) και η Εκπαίδευση (7%).»
Για τους άλλους, τους άνεργους πτυχιούχους των θεωρητικών επιστημών και των Καλλιτεχνικών Σχολών, οι πόρτες είναι κλειστές όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό.
Γι’ αυτήν την κατηγορία προτείνονται οι διέξοδοι μιας χαμηλότερης θέσης, συμμετοχής σε διαγωνισμούς των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε., είτε η προετοιμασία για ένταξη στη βιομηχανία των επαναλαμβανόμενων πρακτικών εξασκήσεων σε γραφεία βουλευτών, ευρωβουλευτών, πολιτευτών, ΜΚΟ.
Αλλά κι εδώ ο ανταγωνισμός είναι εξαιρετικά μεγάλος. Είναι χαρακτηριστικό ότι για τις 2 θέσεις πρακτικής άσκησης τρίμηνης διάρκειας που προκήρυξε μέσω των social media ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ. Γεωργούλης, απεστάλησαν πάνω από 650 βιογραφικά!
Αν αναλογιστούμε ότι η πρακτική άσκηση γίνεται στην έδρα του Ευρωκοινοβουλίου, στις Βρυξέλλες, όπου η προτεινόμενη αμοιβή των 1.250 ευρώ μόλις που επαρκεί για ενοίκιο με συγκατοίκηση και διατροφή, αντιλαμβανόμαστε ότι αρκεί και μόνο μία αχτίνα φωτός για να αυξηθούν οι εκροές προς το εξωτερικό. Και να μην ξεχάσουμε ότι πολλοί νέοι επιστήμονες προσφέρονται να κάνουν πρακτική άσκηση σε ευρωβουλευτές και αμισθί, αρκεί να ανοίξει η πόρτα για δουλειά στην Ευρώπη.
Διότι μπορεί η έξοδος των εργαζομένων να περιορίστηκε περίπου στο 2% του εργατικού δυναμικού ηλικίας 25-44 ετών, αλλά η μείωση αυτή δεν αποδίδεται από κανέναν σοβαρό αναλυτή στη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών στην Ελλάδα.
Δεν αποκλείεται οι ενδείξεις επιβράδυνσης της ευρωπαϊκής οικονομίας, εφόσον οδηγήσουν σε περιορισμό της προσφοράς εργασίας, να οδηγήσουν σε περαιτέρω μείωση το ποσοστό, αλλά αυτό απλώς θα σημαίνει ότι αντί της «εξόδου ταλέντων» θα έχουμε «εγκλωβισμό ταλέντων» εντός των τειχών.
Στην πραγματικότητα, η υπέρμετρη αισιοδοξία που εκφράζεται από την κυβέρνηση για αύξηση της απασχόλησης και επιστροφή των μεταναστών βρίσκεται στον αέρα. Μόνο ένα άλμα, ένα μεγάλο επενδυτικό σοκ, θα μπορούσε να μετατρέψει την γκρίζα εικόνα στην ελληνική αγορά εργασίας. Χαρακτηριστική είναι και η εκτίμηση της Εurobank:
«Η ανάκτηση των απωλειών της κρίσης –σε όρους απασχόλησης– είναι στο 34,0% με το αντίστοιχο μέγεθος για το ΑΕΠ ωστόσο να είναι αρκετά μικρότερο (12,6%) λόγω της ισχνής επίδοσης της παραγωγικότητας της εργασίας. Οι δυσοίωνες δημογραφικές προβλέψεις για την οικονομία της Ελλάδας αποτελούν έναν πολύ σημαντικό κίνδυνο για την περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης στη μακροπρόθεσμη περίοδο» επισημαίνει σε πρόσφατη δημοσίευσή της.