Η παγκόσμια οικονομία εξακολουθεί να στέλνει προειδοποιητικά σήματα καθώς επιδεινώνονται το τρίτο τρίμηνο οι προοπτικές της, σύμφωνα με το γερμανικό Ifo. Παράλληλα, η Goldman Sachs θεωρεί ότι δεν πρόκειται να υπάρξει εμπορική συμφωνία ΗΠΑ – Κίνας πριν από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2020, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ έχει θέσει εν αμφιβόλω ακόμη και τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων με την Κίνα.
«Οι ειδικοί προβλέπουν σημαντικά πιο ασθενική ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου», συνόψισε τα ευρήματα της τριμηνιαίας σφυγμομέτρησης του γερμανικού οικονομικού ινστιτούτου Ifo, ο πρόεδρός του Κλέμενς Φουστ. Οι προσδοκίες για την ανάπτυξη του παγκοσμίου εμπορίου υποχώρησαν στο χαμηλότερο επίπεδο από το ξέσπασμα, πέρυσι, του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ – Κίνας, σύμφωνα με τις απαντήσεις 1.200 οικονομολόγων από 110 χώρες που πήραν μέρος στη σφυγμομέτρηση του Ifo. «Οι συμμετέχοντες προβλέπουν επίσης πιο αδύναμη ιδιωτική κατανάλωση, περιορισμό των επενδύσεων και μείωση των βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων επιτοκίων δανεισμού», συμπλήρωσε χθες o Φουστ τη δυσοίωνη για την παγκόσμια οικονομία εικόνα.
Παράλληλα αναλυτές της Goldman Sachs προειδοποιούν ότι καθώς εντείνεται ο εμπορικός πόλεμος με την Κίνα αυξάνονται οι πιθανότητες να περιέλθει σε ύφεση η αμερικανική οικονομία. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα θεωρεί πλέον ότι δεν πρόκειται να επιτευχθεί εμπορική συμφωνία μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου πριν από τις επόμενες αμερικανικές προεδρικές εκλογές τον Νοέμβριο του 2020. Παράλληλα αναθεωρεί στο 1,8% από 2% την πρόβλεψη για την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας το τέταρτο τρίμηνο του 2019, αναφέροντας ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις ενδέχεται να περιορίσουν τις δαπάνες και τις επενδύσεις τους εξαιτίας της υπάρχουσας αβεβαιότητας. «Εντείνονται οι φόβοι πως ο εμπορικός πόλεμος θα πυροδοτήσει ύφεση», αναφέρουν οι αναλυτές της Goldman Sachs για την αμερικανική οικονομία. «Προβλέπουμε ότι θα υπάρξουν νέοι δασμοί που θα στοχεύουν στις εισαγωγές από την Κίνα ύψους 300 δισ. δολαρίων τον χρόνο», αναφέρουν σε ενημερωτικό σημείωμα οι αναλυτές της GS.
Ο Λόρενς Σάμερς, πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου κατά τη διάρκεια της τελευταίας ύφεσης, προειδοποιεί πως η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου οδηγεί την παγκόσμια οικονομία στην πρώτη της ύφεση από το 2009. Στις ΗΠΑ «η απειλή της ύφεσης είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι πρέπει να είναι και πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι ήταν πριν από δύο μήνες», ανέφερε ο Σάμερς στην τηλεόραση του Bloomberg. Μιλώντας την Κυριακή στο CNN ο Σάμερς είπε ότι η εμπορική αντιπαράθεση με την Κίνα είναι μια «σαδομαζοχιστική και ηλίθια εμπορική διένεξη» στην οποία έχουν εμπλακεί οι ΗΠΑ υπό τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. «Χάνουμε πολύ σημαντικά ποσά εξαιτίας της αβεβαιότητας, των μειωμένων επενδύσεων, της μειωμένης απασχόλησης χάριν πλεονεκτημάτων που είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα είναι σημαντικά», εξήγησε ο Σάμερς. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα γίνουν φτωχότεροι οι Αμερικανοί εργάτες, οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα έχουν χαμηλότερη κερδοφορία και η αμερικανική οικονομία θα είναι σε χειρότερη κατάσταση εξαιτίας της πορείας που ακολουθούμε», πρόσθεσε. Αν υπάρχει κάτι παρήγορο στις δηλώσεις Σάμερς αυτό είναι πως θεωρεί απίθανο η επόμενη ύφεση της αμερικανικής οικονομίας να αποδειχθεί τόσο καταστροφική όσο εκείνη του 2008-2009, που είχε προκαλέσει παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.
Η ζημία της κλιμάκωσης
Στο μέτωπο του νομισματικού πολέμου που άνοιξε ο Τραμπ κατηγορώντας επισήμως την περασμένη εβδομάδα την Κίνα ότι «χειραγωγεί» το γουάν, πολλοί Δυτικοί αξιωματούχοι λένε στο Reuters ότι το Πεκίνο είναι απίθανο να αντιμετωπίσει σημαντικές επιπτώσεις. Η απόφαση των ΗΠΑ προκάλεσε αναταραχή την περασμένη εβδομάδα στις παγκόσμιες αγορές καθώς οι επενδυτές θεώρησαν πως πρόκειται για κλιμάκωση της αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου. Ωστόσο, ούτε το G-7, δηλαδή οι επτά μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, υποστήριξε την αμερικανική θέση, ενώ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο απέφυγε να σχολιάσει την αμερικανική κίνηση.
Αξιωματούχοι του G-7 ανέφεραν χθες στο Reuters ότι δεν υπήρξε συντονισμός και διαβούλευση προτού ανακοινώσουν οι ΗΠΑ την απόφασή τους. «Περαιτέρω κλιμάκωση μόνο ζημία θα προξενήσει. Ολοι θα πρέπει να μείνουν νηφάλιοι και να αποκλιμακώσουν λίγο τη ρητορική τους», είχε δηλώσει μια ημέρα μετά την απόφαση Τραμπ ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σολτς. Το δε ΔΝΤ επανέλαβε την προηγούμενη Παρασκευή ότι, σύμφωνα με μελέτη που είχε δημοσιεύσει πριν από ένα μήνα, η συναλλαγματική αξία του γουάν είναι σε γενικές γραμμές σύμφωνη με τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη της Κίνας, συνεπώς δεν υπάρξει τεχνητή υποτίμηση και χειραγώγηση της αξίας του. Το κινεζικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι κοντά στο μηδέν, ενώ το Πεκίνο έχει δαπανήσει εκατοντάδες δισ. δολάρια ώστε να ενισχύσει τη συναλλαγματική ισοτιμία του γουάν που πλήττεται από τους αμερικανικούς δασμούς.